Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εντείνει τη βαριά ρητορική τους κατά της Κίνας και θέλουν η Ευρώπη να ακολουθήσει το παράδειγμά τους. Όμως, το μπλοκ της ΕΕ δεν έχει την πολυτέλεια να κάνει το ίδιο…
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει επικεντρωθεί ιδιαίτερα στην Κίνα, αφού έκανε το θέμα κυρίαρχο χαρακτηριστικό των διεθνών συζητήσεων λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του προέδρου Τζο Μπάιντεν .
Τα σχόλια και οι σχετικές ενέργειες έχουν κλιμακωθεί τους τελευταίους μήνες. Η υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Τζίνα Ραϊμόντο, δήλωσε την Τετάρτη ότι το Πεκίνο έχει γίνει μια «αυξανόμενη απειλή για τις αμερικανικές εταιρείες».
Αυτό το μήνυμα έχει κοινοποιηθεί και αναγνωριστεί στην Ευρώπη. Οι αναφορές υποδηλώνουν ότι Αμερικανοί αξιωματούχοι είχαν πει στους ευρωπαίους ομολόγους τους να εξετάσουν το ενδεχόμενο χρήσης περιορισμών ελέγχου των εξαγωγών στην Κίνα. Τον Οκτώβριο, ως γνωστόν, οι ΗΠΑ επέβαλαν περιορισμούς στην πρόσβαση της Κίνας σε ορισμένες τεχνολογίες που αναπτύχθηκαν από τις ΗΠΑ.
Όμως, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χαρακτηρίσει την Κίνα ως «στρατηγικό αντίπαλο» σε διάφορες περιπτώσεις, επιδιώκει μια διαφορετική προσέγγιση από τις ΗΠΑ.
«Η ΕΕ προσπαθεί να χαράξει τη δική της στρατηγική για την Κίνα που να διαφέρει από αυτή των ΗΠΑ. Αυτή η στρατηγική έχει να κάνει με την «απομάκρυνση» της σχέσης και όχι την «αποσύνδεση»», δήλωσε η Άννα Ρόζενμπεργκ, επικεφαλής γεωπολιτικής στην Amundi Asset Management. Η αποσύνδεση αναφέρεται στον διαχωρισμό των οικονομικών δεσμών μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων. Όμως, για την ΕΕ αυτό δεν είναι προς το συμφέρον της…
Στοιχεία από την ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία έδειξαν ότι η Κίνα ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος αγοραστής ευρωπαϊκών προϊόντων και η σημαντικότερη αγορά εισαγόμενων προϊόντων της ΕΕ, το 2021. Η σημασία της Κίνας ως αγοράς για την Ευρώπη γίνεται ακόμη πιο σημαντική σε μια εποχή που η οικονομία της αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
«Ενώ οι ΗΠΑ προσπαθούν να τραβήξουν την ΕΕ προς μια κατεύθυνση αποστασιοποίησης από την Κίνα, η ΕΕ επιθυμεί να διατηρήσει τους οικονομικούς δεσμούς με αυτήν. Αυτή η επιθυμία τονίζεται από τις οικονομικές επιπτώσεις από τον πόλεμο που θα επηρεάσει πιο έντονα τις ευρωπαϊκές οικονομίες το επόμενο έτος», δήλωσε η Ρόζενμπεργκ. Ο Χοσούλ Λι-Μακιγιάμα, διευθυντής της δεξαμενής σκέψης European Center for International Political Economy, είπε ότι «υπάρχει μεγάλη αναστολή ζήτησης» στην Κίνα λόγω της αυστηρής πολιτικής της για τον Covid-19 και «η Ευρώπη δεν έχει πολλές αγορές» να απευθυνθεί. Πρόσθεσε ότι ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, επισκέφτηκε την Κίνα την Πέμπτη, πιθανώς σε μια προσπάθεια να διαπραγματευτεί ως «πρώτος στη σειρά», όταν το Πεκίνο χαλαρώσει περαιτέρω τα περιοριστικά μέτρα.
Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς ταξίδεψε, επίσης, στην Κίνα στις αρχές Νοεμβρίου. «Βλέπουμε τη σχέση ΕΕ-Κίνας να βελτιώνεται πραγματικά βραχυπρόθεσμα και το τρέχον ταξίδι του Μισέλ, που έρχεται τόσο κοντά μετά την επίσκεψη του Σολτς στην Κίνα, είναι απόδειξη για αυτό», είπε η Ρόζενμπεργκ. Αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο που οι σχέσεις μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ επιδεινώνονται. Ο Μακιγιάμα σημείωσε ότι «η διατλαντική σχέση βρίσκεται στο χειρότερο σημείο των τελευταίων 20 ετών».
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν παραπονεθεί για κρατικές επιδοτήσεις που προτείνει η αμερικανική κυβέρνηση υποστηρίζοντας την υιοθέτηση ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Η ΕΕ τόνισε ότι αυτό αμφισβητεί τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου και αποτελεί απειλή για τις ευρωπαϊκές εταιρείες. Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, στις συνομιλίες με τον Μπάιντεν την Πέμπτη, επιχείρησε να γεφυρώσει ορισμένες από αυτές τις διαφορές και να αποφύγει μια νέα εμπορική διαμάχη…