Το 51% των ερωτηθέντων αναφέρει ότι η διαφθορά είναι εκτεταμένη, ενώ στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 69% - αισθητά βελτιωμένο σε σχέση με το 84% στην ίδια έρευνα του 2013.
Το 57% του δείγματος εκτιμά ότι οι διοικήσεις τους βρίσκονται υπό πίεση για αύξηση των εσόδων – στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο, στο 67%.
Μόνο το 20% των επιχειρήσεων πιστεύει ότι οι πολιτικές πρόληψης περιπτώσεων δωροδοκίας και διαφθοράς τις καθιστά λιγότερο ανταγωνιστικές, το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα μειώνεται στο 15%.
Το 37% του συνολικού δείγματος θεωρεί ότι οι εταιρείες συχνά αναφέρουν πλασματικά αυξημένες οικονομικές επιδόσεις, ενώ οι Έλληνες ερωτηθέντες θεωρούν ότι αυτό ισχύει σε ποσοστό 57%.
Η έρευνα αναδεικνύει τα ιδιαίτερα ενθαρρυντικά στοιχεία ότι όλο και περισσότερες επιχειρήσεις διεθνώς υιοθετούν κώδικες δεοντολογίας και πολιτικές κατά της διαφθοράς (57%) και ότι μέσα στα τελευταία δύο χρόνια οι διοικήσεις τους έχουν επικοινωνήσει με έμφαση τη σημαντικότητα τήρησης υψηλών ηθικών προτύπων στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες (33%). Στην Ελλάδα τα συγκεκριμένα ποσοστά είναι εντυπωσιακά: 65% και 49% αντίστοιχα!
Το 33% όσων συμμετείχαν στην έρευνα διεθνώς, πιστεύει ότι τα ηθικά πρότυπα στην εταιρεία τους έχουν βελτιωθεί τη τελευταία διετία, το ίδιο πιστεύει αντίστοιχο ποσοστό των Ελλήνων ερωτηθέντων.
Η περιοδική έρευνα της ΕΥ για τα φαινόμενα απάτης στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την Ινδία και την Αφρική, Εταιρική απάτη και διαφθορά – η εύκολη επιλογή για την ανάπτυξη; (Fraud and corruption – the easy option for growth?), που διεξήχθη την περίοδο Δεκέμβριος 2014-Ιανουάριος 2015, διαπιστώνει ότι η αυξημένη πίεση στις επιχειρήσεις για την ενίσχυση των εσόδων τους, σε συνδυασμό με τη μεταβλητότητα των αγορών δημιουργούν αυξημένους κινδύνους ως προς τις δυνατότητες επέκτασής τους. Προκλήσεις όπως η γεωπολιτική αβεβαιότητα, η αστάθεια της αξίας των νομισματικών ισοτιμιών και των τιμών των πρώτων υλών, καθώς και οι οικονομικές κυρώσεις, ωθούν τις επιχειρήσεις και τα στελέχη τους προς συμπεριφορές υψηλού κινδύνου.
Η έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 3.800 στελέχη μεγάλων επιχειρήσεων σε 38 χώρες, διαπίστωσε ότι σχεδόν το ένα τρίτο των ερωτηθέντων αναφέρει ότι η διοίκηση βρίσκεται υπό αυξανόμενη πίεση για επέκταση σε αγορές υψηλότερου κινδύνου. Στις ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές, το 61% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι η διαφθορά είναι ευρέως διαδεδομένη, ενώ το 42% του δείγματος αναφέρει ότι οι εταιρείες στις χώρες αυτές συχνά αναφέρουν πλασματικά αυξημένες οικονομικές επιδόσεις.
Ωστόσο, ο κίνδυνος απάτης δεν περιορίζεται στις ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές. Αξίζει να σημειωθεί για παράδειγμα, ότι το 15% των ερωτηθέντων στη Δυτική Ευρώπη αναφέρει ότι δυσμενή στοιχεία σχετικά με τις οικονομικές επιδόσεις, δε συζητούνται ανοιχτά με την κεντρική διοίκηση, ποσοστό που στην Ελλάδα είναι απόλυτα συγκρίσιμο (14%).
Αποτελούν επιλογές για την ανάπτυξη η απάτη και η διαφθορά;
Παρά τον πειρασμό για τα διευθυντικά στελέχη να ρισκάρουν, ώστε να επιτύχουν βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη, η έρευνα δείχνει ότι οι εταιρείες με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης είναι άμεσα συνδεδεμένες με ένα πλαίσιο ισχυρής κανονιστικής συμμόρφωσης. Οι επιχειρήσεις που έλαβαν μέρος στην έρευνα και οι οποίες πέτυχαν αύξηση εσόδων κατά την τελευταία διετία αναφέρουν, σε υψηλότερα ποσοστά από το υπόλοιπο δείγμα, ότι:
Θεωρούν τους κανόνες ηθικής και δεοντολογίας της εταιρείας τους «πολύ καλούς»
Έχουν ή γνωρίζουν την πολιτική της εταιρείας τους για την καταπολέμηση της δωροδοκίας / διαφθοράς
Εκτιμούν ότι οι δραστηριότητές τους σε όλες τις αγορές ανταποκρίνονται στα ίδια ηθικά πρότυπα
Ο Γιάννης Δρακούλης, επικεφαλής του τμήματος Ερευνών Απάτης και Εταιρικών Αντιδικιών της ΕΥ Ελλάδας, σχολιάζει: «Στην ΕΥ πιστεύουμε ότι για να αναπτυχθεί μια επιχείρηση σε γερές βάσεις, θα πρέπει να διαθέτει τις σωστές διαδικασίες και τους απαραίτητους μηχανισμούς ελέγχου περιστατικών διαφθοράς, ενώ θα πρέπει να υπάρχουν τα κατάλληλα εργαλεία, ώστε οι κίνδυνοι αυτοί να αντιμετωπίζονται έγκαιρα και αποτελεσματικά».
Οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να μην λαμβάνουν επαρκή μέτρα προστασίας
Η έρευνά αποκαλύπτει ότι πολλές επιχειρήσεις εξακολουθούν να μη διαθέτουν τα βασικά στοιχεία για ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα συμμόρφωσης.
Το 43% των ερωτηθέντων διεθνώς δηλώνει ότι η εταιρεία τους δεν διαθέτει πολιτική κατά της διαφθοράς και της δωροδοκίας, ή δεν την γνωρίζουν
Το 37% δεν έχει συμμετάσχει σε κάποιο πρόγραμμα εκπαίδευσης σε θέματα καταπολέμησης της διαφθοράς και της δωροδοκίας
Το 24% αναφέρει ότι η εταιρεία τους δεν διαθέτει τηλεφωνική γραμμή για καταγγελίες πιθανών φαινομένων διαφθοράς
Αναφορικά με την Ελλάδα, αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο το 19% του ελληνικού δείγματος αναφέρει ότι δεν διαθέτει τηλεφωνική γραμμή για καταγγελίες πιθανών φαινομένων διαφθοράς, το 26% ότι δεν έχει συμμετάσχει σε κάποιο σχετικό πρόγραμμα εκπαίδευσης και μόλις το 35% ότι η εταιρεία τους δεν διαθέτει πολιτική κατά της διαφθοράς και της δωροδοκίας .
Όμως, πάνω από τα δύο τρίτα των Ελλήνων ερωτηθέντων θεωρούν ότι οι πρακτικές διαφθοράς και δωροδοκίας συνεχίζουν να υπάρχουν στην Ελλάδα. Επίσης, είναι αισθητά υψηλότερα από το μέσο όρο διεθνώς τα ποσοστά των Ελλήνων που συμμετείχαν στην έρευνα οι οποίοι πιστεύουν ότι η δωροδοκία με τη μορφή δώρων, μετρητών ή διασκέδασης μπορεί να δικαιολογηθεί ως μέσο επιβίωσης της εταιρείας.
Συμπεράσματα για την Ελλάδα:
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας για τη χώρα μας, ο Παναγιώτης Παπάζογλου, Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΥ Ελλάδας, σημειώνει: «Υπάρχουν στοιχεία στην έρευνα τα οποία οφείλουν να μας προβληματίσουν. Υπάρχουν, όμως, και πολλά ενθαρρυντικά αποτελέσματα, ιδίως σχετικά με τη δέσμευση των διοικήσεων των επιχειρήσεων για την πάταξη τέτοιων φαινομένων και τις πολιτικές που έχουν υιοθετηθεί την τελευταία διετία, όπως κώδικες δεοντολογίας και πολιτικές πρόληψης. Όλα αυτά αποτελούν μια πολύ καλή βάση πάνω στην οποία θα μπορέσουν να χτίσουν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, ώστε να διαδραματίσουν το ρόλο που τους αντιστοιχεί για να βγει η χώρα μας από την κρίση. Όντως, οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν υποχρέωση να αναλάβουν ενεργή δράση για την καταπολέμηση της διαφθοράς, τόσο εντός όσο και εκτός του οργανισμού τους. Είναι προφανές ότι, για την υγιή επιχειρηματικότητα, η αποτελεσματική συμμόρφωση δεν αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη, αλλά προϋπόθεση για βιώσιμη επιτυχία».