Η χρηματοπιστωτική αναταραχή δεν άλλαξε τον σχεδιασμό της κεντρικής τράπεζας. Οπως εξηγεί στην ανακοίνωσή της, ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει πολύ υψηλός για πάρα πολύ καιρό. Ως εκ τούτου, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης, κίνηση ευθυγραμμισμένη με την αποφασιστικότητά του να διασφαλίσει την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%.
Το αυξημένο επίπεδο αβεβαιότητας ενισχύει τη σημασία μιας προσέγγισης που εξαρτάται από τα δεδομένα για τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής, η οποία θα καθορίζεται από την εκτίμησή του για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το φως των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και τη δύναμη της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο παρακολουθεί στενά τις τρέχουσες εντάσεις στην αγορά και είναι έτοιμο να ανταποκριθεί όπως απαιτείται για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη ζώνη του ευρώ. Ο τραπεζικός τομέας της ζώνης του ευρώ είναι ανθεκτικός, με ισχυρές θέσεις κεφαλαίου και ρευστότητας. Σε κάθε περίπτωση, η εργαλειοθήκη πολιτικής της ΕΚΤ είναι πλήρως εξοπλισμένη για να παρέχει στήριξη ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ, εάν χρειαστεί, και να διατηρήσει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής.
Οι νέες μακροοικονομικές προβλέψεις της ΕΚΤ οριστικοποιήθηκαν στις αρχές Μαρτίου πριν από την πρόσφατη εμφάνιση εντάσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ως εκ τούτου, αυτές οι εντάσεις συνεπάγονται πρόσθετη αβεβαιότητα γύρω από τις βασικές εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη. Πριν από αυτές τις τελευταίες εξελίξεις, η βασική πορεία για τον μετρούμενο πληθωρισμό είχε ήδη αναθεωρηθεί προς τα κάτω, κυρίως λόγω της μικρότερης συμβολής των τιμών της ενέργειας από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως.
Το προσωπικό της ΕΚΤ βλέπει τώρα τον πληθωρισμό κατά μέσο όρο 5,3% το 2023, 2,9% το 2024 και 2,1% το 2025. Ταυτόχρονα, οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές παραμένουν ισχυρές. Ο πληθωρισμός εξαιρουμένων της ενέργειας και των τροφίμων συνέχισε να αυξάνεται τον Φεβρουάριο και το προσωπικό της ΕΚΤ αναμένει ότι θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 4,6% το 2023, ποσοστό υψηλότερο από αυτό που αναμένονταν στις προβλέψεις του Δεκεμβρίου. Στη συνέχεια, προβλέπεται να μειωθεί στο 2,5% το 2024 και στο 2,2% το 2025, καθώς οι ανοδικές πιέσεις από προηγούμενες κρίσεις προσφοράς και το άνοιγμα της οικονομίας εξασθενούν και καθώς η αυστηρότερη νομισματική πολιτική μειώνει ολοένα και περισσότερο τη ζήτηση.