Οικονομικά επωφελή θεωρούν οικονομολόγοι διεθνούς κύρους την αναδιανομή πλούτου πέραν των κεφαλαιούχων προς τους εργαζομένους μέσω υψηλότερων πραγματικών μισθών. Και εξηγούν ότι δεν πρέπει γενικά να φοβούνται οι μεγάλες επιχειρήσεις ότι οι εργαζόμενοι έχουν υψηλότερους μισθούς, γιατί αυτό τόσο στη ζώνη του ευρώ τα τελευταία χρόνια όσο και στις ΗΠΑ συνδυάζεται με πολύ ισχυρά εταιρικά κέρδη. Συναφώς, εκτιμούν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία, πλέον, «οδεύει προς μια ήπια προσγείωση» παρά την επιμονή των υψηλών τιμών παγκοσμίως,
Συγκεκριμένα, σε δηλώσεις του στο Euronews, ο Jacob Kirkegaard, ανώτερος συνεργάτης στο Peterson Institute for International Economics, θεωρεί πως σίγουρα η κατάσταση στην Ευρώπη είναι πολύ καλύτερη από ότι θα περίμενε πριν από λίγους μήνες. Ο πληθωρισμός, άλλωστε, μειώνεται τους τελευταίους μήνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς αναμένεται να είναι 6,9% τον Μάρτιο, σύμφωνα με τη Eurostat.
Αυτό συμβαίνει μετά τον τριπλασιασμό του ετήσιου ποσοστού πληθωρισμού το 2022, φθάνοντας στο 9,2% στη ζώνη του ευρώ λόγω των επιπτώσεων από την πανδημία COVID-19 και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αλλά με τις τιμές της ενέργειας να πέφτουν λόγω των ήπιων καιρικών συνθηκών του χειμώνα, ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προειδοποίησε προ ημερών ότι ο πληθωρισμός παρέμεινε επίμονος παγκοσμίως και υποβάθμισε τις προοπτικές του για οικονομική ανάπτυξη. Αλλά αναβάθμισε ελαφρώς τις προβλέψεις ανάπτυξης για τις ΗΠΑ και την Ευρώπη το 2023. Η Petya Koeva-Brooks, αναπληρώτρια διευθύντρια του Τμήματος Ερευνών του ΔΝΤ, ανέφερε ότι εξεπλάγη που οι οικονομίες της ζώνης του ευρώ έχουν προσαρμοστεί στο οικονομικό σοκ και ότι το ΔΝΤ αναμένει ανάκαμψη της ανάπτυξης το 2024.
Όμως, ενώ η Ευρώπη συνολικά απέφυγε μια ολοκληρωτική ύφεση πέρυσι, ο πληθωρισμός «παραμένει πεισματικά υψηλός», σύμφωνα με τον Άλφρεντ Κάμερ, διευθυντή του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, ο οποίος μιλούσε για την ευρύτερη ευρωπαϊκή περιοχή. Σε συνέντευξη Τύπου, ο Κάμερ είπε ότι ενώ οι τιμές της ενέργειας έχουν πέσει, «οι τιμές των άλλων δαπανών των νοικοκυριών εξακολουθούν να αυξάνονται με γρήγορο ρυθμό» και ότι η προοπτική της Ευρώπης παραμένει «αργή ανάπτυξη και κολλώδης πληθωρισμός». «Είναι διψήφιος στις περισσότερες αναδυόμενες ευρωπαϊκές οικονομίες και σε ορισμένες προηγμένες οικονομίες». Όμως, εξήγησε πως το μεγαλύτερο πρόβλημα που είδαμε πέρυσι ήταν μια μεγάλη ανησυχία ότι η διακοπή του ρωσικού αερίου θα μπορούσε να σταματήσει την ευρωπαϊκή οικονομία τον χειμώνα. Δεν συνέβη και αν συνέβαινε αυτό θα σήμαινε μια μεγάλη ύφεση στο Ευρώπη.
Πρόσθεσε, ακόμη, ότι η χαμηλή πρόβλεψη για την ανάπτυξη για το 2023 οφείλεται στις επιπτώσεις του πολέμου και της ενεργειακής κρίσης και ότι ενώ ο μετρικός πληθωρισμός προβλέπεται να μειωθεί, ο δομικός πληθωρισμός θα εξακολουθεί να είναι πάνω από τους στόχους της κεντρικής τράπεζας μέχρι το τέλος του 2024.
Ο Kirkegaard, στο μεταξύ, παραμένει ιδιαιτέρως αισιόδοξος, λέγοντας ότι αναμένει μία έως δύο ακόμη αυξήσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ακολουθούμενη από επιστροφή στη «νομισματική εξομάλυνση ή την εξομάλυνση του πληθωρισμού» και ότι οι οικονομίες της ΕΕ δεν έχουν ακόμη αισθανθεί τον πλήρη αντίκτυπο της τρέχουσας νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, η οποία λειτουργεί με καθυστέρηση.
Τα δημογραφικά στοιχεία του πληθυσμού μπορεί επίσης να διαδραματίσουν ρόλο στο εάν ο πληθωρισμός συνεχίζεται στις προηγμένες οικονομίες, είπε, με τη γήρανση του πληθυσμού να μειώνει τη ζήτηση. «Δεν νομίζω ότι θα έχουμε φυγόπονο πληθωρισμό στην Ευρώπη, αλλά πιστεύω ότι σε μια χώρα όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, νομίζω ότι θα είναι δύσκολο για την Federal Reserve να επιστρέψει στο 2%. Είμαι πολύ πιο αισιόδοξος στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και άλλες χώρες που γερνούν γρήγορα».
Η τρέχουσα κρίση κόστους ζωής μείωσε επίσης σημαντικά την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και οδήγησε σε απεργίες και διαμαρτυρίες για τους μισθούς. «Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι το 2022, σε όλη την Ευρώπη, κατά μέσο όρο, είχαμε τη μεγαλύτερη μείωση της αγοραστικής δύναμης εδώ και δεκαετίες», δήλωσε ο Kirkegaard.