Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και ο Πρόεδρος της Βουλής Κέβιν Μακάρθι κατέληξαν σε μια δοκιμαστική συμφωνία για την αύξηση του ανώτατου ορίου χρέους των 3,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, λίγες ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας για την αποτροπή μιας δυνητικά καταστροφικής χρεοκοπίας.
Η συμφωνία αυξάνει το όριο του χρέους για δύο χρόνια, ενώ παράλληλα περιορίζει τις δαπάνες σε αυτό το διάστημα, ωστόσο, κινδυνεύει να εξοργίσει τόσο τις Δημοκρατικές όσο και τις Ρεπουμπλικανικές πλευρές με τις παραχωρήσεις που έγιναν προκειμένου να επιτευχθεί.
Θα χρειαστεί υποστήριξη και από τα δύο κόμματα για να κερδίσει την έγκριση του Κογκρέσου την επόμενη εβδομάδα προτού οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαντλήσουν τα χρήματα για να πληρώσουν τα χρέη τους στις 5 Ιουνίου.
Ο Δημοκρατικός πρόεδρος και ο Ρεπουμπλικανός συνομιλητής του κατέληξαν στην «κατ' αρχήν συμφωνία» το Σάββατο, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία 90 λεπτών.
«Η συμφωνία αντιπροσωπεύει έναν συμβιβασμό, που σημαίνει ότι δεν παίρνουν όλοι αυτό που θέλουν», είπε ο Μπάϊντεν σε δήλωσή του. «Αυτή είναι η ευθύνη της διακυβέρνησης», είπε. Ο πρόεδρος χαρακτήρισε τη συμφωνία «καλά νέα για τον αμερικανικό λαό γιατί αποτρέπει αυτό που θα μπορούσε να ήταν μια καταστροφική χρεοκοπία και θα είχε οδηγήσει σε οικονομική ύφεση, συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς κατεστραμμένους και απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας».
Ο Μακάρθι σε σύντομες παρατηρήσεις του στο Καπιτώλιο, είπε ότι «έχουμε ακόμη πολλή δουλειά να κάνουμε». «Πιστεύω ότι αυτή είναι μια κατ' αρχήν συμφωνία που αξίζει τον αμερικανικό λαό». Πρόσθεσε ότι θα ανέμενε την ολοκλήρωση της συγγραφής του νομοσχεδίου την Κυριακή και στη συνέχεια θα μιλούσε εκ νέου με τον Μπάϊοντεν ώστε να γίνει η ψηφοφορία την Τετάρτη.