Οι αβέβαιες προοπτικές ανάπτυξης σε συνδυασμό με την διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα, αλλά και τις αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης συνεχίζουν να επιβαρύνουν τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων, νοικοκυριών και Δημόσιων Οικονομικών. Αυτή είναι η διαπίστωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όπως παρουσιάζεται στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας του Μαΐου.
Η ΕΚΤ παραδέχεται πως οι οικονομικές συνθήκες έχουν βελτιωθεί ελαφρώς, όμως θεωρεί εύθραυστες τις προοπτικές για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη ζώνη του ευρώ, ενώ εκτιμά πως μια απροσδόκητη επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών ή της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απότομη μείωση των τιμών των ακινήτων, μετοχών και ομολόγων.
Ειδικότερα, όπως δήλωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος, «η σταθερότητα των τιμών είναι ζωτικής σημασίας για τη διαρκή χρηματοπιστωτική σταθερότητα»… «αλλά καθώς αυστηροποιούμε τη νομισματική πολιτική για να μειώσουμε τον υψηλό πληθωρισμό, αυτό μπορεί να αποκαλύψει ευπάθειες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα».
Σε σχέση, εξ άλλου, με την αγορά ακινήτων, κυρίως κατοικιών, οι αυξήσεις των τιμών έχουν παγώσει τους τελευταίους μήνες, μειώνοντας έτσι τις υπεραξίες στον κλάδο. Παρότι οι προσαρμογές των τιμών ήταν σταδιακές μέχρι στιγμής, θα μπορούσαν να γίνουν απότομες εάν τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων ήτα οποία αυξάνονται διαρκώς οδηγήσουν σε μείωση της ζήτησης. Κατά την ΕΚΤ, οι αγορές εμπορικών ακινήτων παραμένουν σε ύφεση, αντιμέτωπες με πιο σφιχτές συνθήκες χρηματοδότησης και αβέβαιες οικονομικές προοπτικές, καθώς και ασθενέστερη ζήτηση μετά την πανδημία. Τονίζεται πως η συνεχιζόμενη διόρθωση θα μπορούσε να δοκιμάσει την ανθεκτικότητα των επενδυτικών κεφαλαίων με συμφέροντα στο τομέα των εμπορικών ακινήτων.
Ως προς τον τραπεζικό κλάδο σημειώνεται ότι έχει επιδείξει ανθεκτικότητα στις πιέσεις που προκάλεσαν οι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα στις ΗΠΑ και την Ελβετίας λόγω χάρη στην περιορισμένη έκθεση τους στις αγορές αυτές –η ανθεκτικότητα υποστηρίχθηκε από την ισχυρή κεφαλαιακή βάση καθώς και την επαρκή ρευστότητα.
Τέλος, σύμφωνα με την ΕΚΤ Θα είναι απαραίτητο να διατηρηθεί αυτή η ανθεκτικότητα εν μέσω ορισμένων ανησυχιών σχετικά με την ικανότητα των τραπεζών να αντλήσουν από την αγορά νέα κεφάλαια. Και τούτο διότι τα υψηλότερα επιτόκια οδηγούν σε μείωση του όγκου δανεισμού και στην αύξηση του κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών, γεγονός που μπορεί να μειώσει την κερδοφορία τους. Επί πλέον, υπάρχουν ήδη ενδείξεις επιδείνωσης της ποιότητας του ενεργητικού σε χαρτοφυλάκια δανείων που εκτίθενται σε εμπορικά ακίνητα ακίνητα, μικρότερες επιχειρήσεις και καταναλωτικά δάνεια.