Την επανεξέταση του φόρου άνθρακα στα σύνορα της ΕΕ (CBAM), καθώς δεν φαίνεται ότι μπορεί να επιτελέσει το στόχο του αλλά αντίθετα μπορεί να επιφέρει μεγαλύτερα προβλήματα στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες και ειδικά στις εταιρίες αλουμινίου ζητά ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του φερώνυμου ομίλου και πρόεδρος της Eurometaux, σε συνέντευξή του στο Platt’s
Οι ευρωπαίοι παραγωγοί αλουμινίου αντιμετωπίζουν σήμερα “υπαρξιακή πρόκληση” και ο νέος αυτός μηχανισμός δεν είναι ο πιο κατάλληλος και αποτελεσματικός για τις βιομηχανίες του κλάδου, σε μία περίοδο μάλιστα που καλούνται να προβούν σε σημαντικές επενδύσεις και αλλαγές του τρόπου λειτουργίας τους για να ανταποκριθούν στις πιέσεις της ενεργειακής μετάβασης και να μειώσουν τις εκπομπές άνθρακα. Aν και ο κ. Μυτικηναίος θεωρεί ότι παρά τα άμεσα προβλήματα, μακροπρόθεσμα υπάρχει ελπίδα, ταυτόχρονα εκφράζει την ανησυχία, σχεδόν τη βεβαιότητα, ότι ο νέος φόρος δεν θα μπορέσει να επιτύχει το στόχο του, δηλαδή να εξισορροπήσει τη διαφορά του περιβαλλοντικού κόστους μεταξύ των επιχειρήσεων που λειτουργούν στην ΕΕ και των ανταγωνιστών τους εκτός του μπλοκ, όπου το κόστος αυτό είναι πολύ χαμηλότερο.
Ο φόρος άνθρακα (CBAM), δεν είναι κατάλληλος για την προστασία των παραγωγών αλουμινίου της ηπείρου από τον διεθνή ανταγωνισμό, σε μία περίοδο που η πίεση της ενεργειακής μετάβασης επιβαρύνει την «υπαρξιακή» πρόκληση που αντιμετωπίζει ο τομέας του αλουμινίου στην Ευρώπη, δήλωσε χαρακτηριστικά κ. Μυτιληναίος.
Αναλυτικότερα, στη συνέντευξη ο κ. Μυτιληναίος αναφέρει τα εξής :
Οι Ευρωπαίοι παραγωγοί αλουμινίου αγωνίζονται να προσαρμοστούν καθώς είναι αντιμέτωποι με υποτονικές αγορές, εν μέσω χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης και μάλιστα στη μεγαλύτερη αγορά της Ευρώπης, τη Γερμανία. Ταυτόχρονα, πρέπει να αντιμετωπίσουν υψηλές τιμές ενέργειας και αυξανόμενη πίεση για μείωση των εκπομπών άνθρακα.
Η «Μυτιληναίος» ήταν από τις πρώτες εταιρίες που αντιλήφθηκε ότι οι συνέργειες μεταξύ των τομέων της ενέργειας και των μετάλλων θα μπορούσαν να την καταστήσουν πιο ανθεκτική απέναντι στην κοστοβόρα προσπάθεια απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα. Η εταιρία έχει από τα χαμηλότερα κόστη παραγωγής στον κλάδο λόγω των συνεργειών με τον κλάδο της ενέργειας και της θέσης της ως η μεγαλύτερη καθετοποιημένη εταιρία παραγωγής αλουμινίου στην Ε.Ε.
Η εταιρία αλουμινίου του ομίλου, η «Αλουμίνιον της Ελλάδος» αν και δεν είχε ανοσία στην αδύναμη ζήτηση και τις ασταθείς τιμές, μπόρεσε να λειτουργήσει το εργοστάσιο αλουμίνας και το χυτήριο αλουμινίου σε πλήρη δυναμικότητα το 2023. Η εταιρία παρήγαγε συνολικά 239.000 mt αλουμινίου το 2023, αυξημένο κατά 1% από το 2022, συμπεριλαμβανομένων 183.000 mt πρωτογενούς αλουμινίου και 56.000 mt ανακυκλωμένου. Η παραγωγή αλουμίνας αυξήθηκε επίσης κατά 1% σε ετήσια βάση στα 869.000 mt το 2023.
Σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί της ΕΕ, ο κ. Μυτιληναίος τόνισε ότι «η ζήτηση για αλουμίνιο είναι πολύ χαμηλή στην Ευρώπη επειδή η ευρωπαϊκή οικονομία δεν πάει καλά» και πρόσθεσε ότι οι τιμές της ενέργειας θα παραμείνουν βασική πρόκληση για τον κλάδο καθώς η ηλεκτρική ενέργεια αντιπροσωπεύει περίπου το 40% του συνολικού κόστους παραγωγής πρωτογενούς αλουμινίου.
Προειδοποίησε ότι ο CBAM δεν θα επιτύχει αυτό για το οποίο σχεδιάστηκε, δηλαδή να εξισώσει τους όρους ανταγωνισμού για τις βιομηχανίες της Ευρώπης, οι οποίες μειώνουν τις εκπομπές άνθρακα πιο γρήγορα από άλλα μέρη του κόσμου.
«Από την αρχή, υποστηρίξαμε ότι ο CBAM δεν είναι κατάλληλο ή αποτελεσματικό εργαλείο για την αντιμετώπιση της «διαρροής άνθρακα». Είναι μια υποχρέωση στα σύνορα που δεν αντισταθμίζει το πλήγμα που προκύπτει από το ETS (Σύστημα Εμπορίας Ρύπων της ΕΕ) στο κόστος παραγωγής των βιομηχανιών της ΕΕ, πράγμα που σημαίνει ότι οι ευρωπαίοι παραγωγοί θα πιεστούν σε ότι αφορά την ανταγωνιστικότητα τους» είπε χαρακτηριστικά.
Πρότεινε η ΕΕ να επανεξετάσει την προσέγγιση του CBAM και να κοιτάξει πέρα από τον Ατλαντικό, στις ΗΠΑ τον Νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού (IRA) και να διαμορφώσει μια συμμαχία για το Κλίμα με άλλες χώρες που θα οδηγήσει την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα.
«Οι βιομηχανίες που θα δραστηριοποιούνται σε χώρες εντός αυτής της συμμαχίας για το Κλίμα θα αντιμετωπίζουν όλες το ίδιο κόστος άνθρακα», πρότεινε ο κ. Μυτιληναίος.
Επισήμανε ότι η αγορά “πράσινου” αλουμινίου, με χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα δεν έχει ακόμη αυξηθεί και αυτό που επείγει είναι να αντιμετωπίσει τα «υπαρξιακά» της προβλήματα.
Πάντως η «Μυτιληναίος» ως εταιρία αναμένει ότι μακροπρόθεσμα η αγορά θα αναπτυχθεί λόγω των ηλεκτρικών οχημάτων και των ΑΠΕ και επιδιώκει να λειτουργεί κυρίως το μεταλλουργείο της με ΑΠΕ, στοχεύοντας σε εκπομπές 3,4/mt CO2 ανά mt παραγόμενου αλουμινίου έως το 2030, σε σχέση με 11,3 mt CO2 το 2023.
Ο κ. Μυτιληναίος συνέλαβε την ιδέα να διαχωρίσει την κατασκευαστική δραστηριότητα και να επικεντρώσει την εταιρία στην ενέργεια και τα μέταλλα, κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Χρειάστηκαν δύο ή τρία χρόνια οι ευρωπαίοι ανταγωνιστές μας για να συνειδητοποιήσουν ότι το ενεργειακό τοπίο άλλαξε κατά τη διάρκεια της κρίσης με τις υψηλές τιμές», είπε ο Μυτιληναίος, προσθέτοντας ότι οι μεγάλοι καταναλωτές όπως τα μεταλλουργεία αλουμινίου χρειάζονται «ειδικές συμβουλές» για το πώς να αντιμετωπίσουν καλύτερα τον ενεργειακό τους εφοδιασμό. Δεν μπορεί κάθε ενεργειακή εταιρεία να το κάνει αυτό».
Το Platt’s υπενθυμίζει ότι στο τέλος του 2023 έληξε η 60ετής συμφωνία μεταξύ της Αλουμίνιον της Ελλάδος και της κρατικής ΔΕΗ. Η εταιρία είχε σύμβαση σταθερής τιμής με τη ΔΕΗ και όταν οι τιμές εκτινάχθηκαν το 2022 αντισταθμίστηκαν έναντι των τιμών χονδρικής, οι οποίες έφθασαν και τα 400 ευρώ/MWh.
Ο όμιλος Μυτιληναίου εστιάζει στην περαιτέρω μείωση των εκπομπών άνθρακα για να επιτύχει το καθαρό μηδέν έως το 2030. Τον Ιανουάριο του 2024, το 8% του ενεργειακού μείγματος για την δραστηριότητα του μετάλλου προερχόταν από ΑΠΕ. Μέχρι το τέλος του έτους, το ποσοστό αυτό πιθανότατα θα φτάσει το 20% στο μείγμα και έως το 2030 η Αλουμίνιο Ελλάδος θα καλύπτει όλες τις ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια από τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής ΑΠΕ του ομίλου.
Αυτή τη στιγμή, η τυπική μεγαβατώρα στη χονδρική στοιχίζει περίπου 70-80 ευρώ. «Αλλά και το ποσό αυτό για τις εταιρείες μετάλλων είναι πολύ», είπε ο κ, Μυτιληναίος. «Το τμήμα μετάλλων μας αντικατοπτρίζει το 6% της συνολικής κατανάλωσης δικτύου στην Ελλάδα και είναι μακράν ο μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας» δήλωσε.
Παρά τη στροφή της εταιρείας προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η “Μυτιληναίος” εντάσσεται σε έναν αυξανόμενο αριθμό εταιριών που υποστηρίζουν μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για την απαλλαγή από τον άνθρακα.
«Η Ευρώπη εστίασε αποκλειστικά σε επιθετική πίεση για την απαλλαγή της ενέργειας από τον άνθρακα, θεωρώντας την αξιοπιστία και την οικονομική προσιτότητα ως δεδομένα. Κάναμε οδυνηρό λάθος», δήλωσε ο κ. Μυτιληναίος.
Η πανδημία, ο πόλεμος της Ουκρανίας και οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή έχουν αποδείξει ότι οι εξαρτήσεις για τον εφοδιασμό πρέπει να διαφοροποιηθούν και ότι τα ορυκτά καύσιμα θα χρειαστούν ως γέφυρα για τη στροφή προς την πράσινη ενέργεια.
Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να μην διακινδυνεύσει η ίδια η μετάβαση. Αν ζητήσουμε από τις εταιρείες να επενδύσουν μόνο σε έργα, των οποίων η οικονομικότητα αποτελεί πρόκληση, τότε αργά ή γρήγορα θα αποτύχουμε, κατέληξε ο κ. Μυτιληναίος.