Στην ημερίδα για την ανταλλαγή απόψεων και βέλτιστων πρακτικών σε ό,τι αφορά τις πτωχεύσεις και την επιχειρηματική «δεύτερη ευκαιρία», την οποία οργάνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 18 Ιουνίου, συμμετείχε η ΕΣΕΕ.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Συνομοσπονδία, επικαλούμενη διαθέσιμα στοιχεία, οι πτωχεύσεις αποτελούν σύνηθες φαινόμενο στην Ευρώπη: περίπου οι μισές επιχειρήσεις επιβιώνουν για διάστημα κάτω των πέντε ετών και περίπου 200.000 επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν κάθε χρόνο διαδικασία αφερεγγυότητας. Αυτό σημαίνει ότι 600 περίπου επιχειρήσεις κηρύσσουν κάθε μέρα πτώχευση στην Ε.Ε. Ένα τέταρτο αυτών των πτωχεύσεων έχει διασυνοριακό χαρακτήρα.
Ο αριθμός των διαδικασιών αφερεγγυότητας αυξάνει όλο και περισσότερο – από τότε που ξεκίνησε η κρίση – και ο αριθμός των πτωχεύσεων έχει διπλασιαστεί, ενώ η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί.
Παράλληλα, έχει αποδειχθεί ότι οι επιχειρηματίες που έχουν αποτύχει διδάσκονται από τα λάθη τους και, σε γενικές γραμμές, είναι περισσότερο επιτυχημένοι στη δεύτερη προσπάθειά τους. Έως και ποσοστό 18% όλων των μετέπειτα επιτυχημένων επιχειρηματιών είχαν αποτύχει στην πρώτη τους προσπάθεια.
Παρ' όλα αυτά, το πλαίσιο που διέπει τις περιπτώσεις αφερεγγυότητας σε πολλές χώρες της Ε.Ε. οδηγεί, βιώσιμες κατά τα άλλα, επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες στην εκκαθάριση αντί για την αναδιάρθρωση. Η πείρα δείχνει ότι όσο νωρίτερα προβούν σε αναδιάρθρωση οι επιχειρήσεις που βρίσκονται σε δυσχερή θέση, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας έχουν.
Όμως, η αναδιάρθρωση σε πρώιμο στάδιο (προτού ξεκινήσουν οι επίσημες διαδικασίες αφερεγγυότητας) δεν είναι δυνατή σε αρκετές χώρες (π.χ. Βουλγαρία, Ουγγαρία, Τσεχική Δημοκρατία, Λιθουανία, Σλοβακία, Δανία) και όπου υπάρχουν επιλογές, οι διαδικασίες είναι αναποτελεσματικές και δαπανηρές, μειώνοντας τις δυνατότητες επιβίωσης των επιχειρήσεων.
Τέλος, σε ορισμένες χώρες μπορεί να περάσουν πολλά χρόνια έως ότου γίνει απαλλαγή έντιμων επιχειρηματιών που πτώχευσαν από παλαιά χρέη, ώστε να μπορέσουν να προβούν σε νέο επιχειρηματικό εγχείρημα (Αυστρία, Βέλγιο, Εσθονία, Ελλάδα, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Κροατία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία). Στην περίπτωση ενός έντιμου επιχειρηματία, η συντόμευση της περιόδου απαλλαγής από τα χρέη θα διασφάλιζε ότι η πτώχευση μιας επιχείρησης δεν θα κατέληγε σε «θανατική καταδίκη» του.
Ειδικότερα για την τη χώρα μας, αποκαλυπτικά για το πόσο χρονοβόρα, δαπανηρή και αναποτελεσματική είναι η διαδικασία πτώχευσης στην Ελλάδα, είναι τα στοιχεία της τελευταίας έκθεσης «Doing Business 2014» που καταρτίζει η Παγκόσμια Τράπεζα. Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 87η θέση μεταξύ 189 χωρών σε ό,τι αφορά την ολοκλήρωση των διαδικασιών πτώχευσης. Βάσει της έκθεσης, για την ολοκλήρωση της πτώχευσης μιας μεσαίας επιχείρησης απαιτούνται κατά μέσο όρο 3,5 χρόνια (σε χώρες όπως η Ιρλανδία μόλις τρεις μήνες), ενώ ο βαθμός ανάκαμψης είναι πολύ χαμηλός.
Μάλιστα, με βάση τα παραπάνω, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε, στις 12 Μαρτίου 2014, μια σειρά κοινών αρχών για τις εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, στη σύνταξη των οποίων η ΕΣΕΕ είχε καταθέσει τις θέσεις της. Τελικός στόχος είναι να μετατοπιστεί το κέντρο βάρους από την εκκαθάριση στην ενθάρρυνση των βιώσιμων επιχειρήσεων να προβαίνουν σε αναδιάρθρωση έγκαιρα ώστε να αποφεύγουν την πτώχευση.
Τα βασικότερα στοιχεία της σύστασης ήταν τα εξής:
Να διευκολύνεται η αναδιάρθρωση των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες σε πρώιμο στάδιο, προτού δηλαδή κινηθεί η επίσημη διαδικασία αφερεγγυότητας και χωρίς χρονοβόρες ή δαπανηρές διαδικασίες.
Να επιτρέπεται στους οφειλέτες να προβαίνουν σε αναδιάρθρωση της επιχείρησής τους χωρίς να χρειάζεται να κινήσουν επισήμως δικαστικές διαδικασίες.
Να δίνεται στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες η δυνατότητα να ζητήσουν προσωρινή αναστολή έως και τέσσερις μήνες (η οποία θα μπορεί να ανανεώνεται χωρίς όμως να υπερβαίνει το διάστημα των 12 μηνών), προκειμένου να καταρτίσουν ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης και σαφώς πριν οι πιστωτές αποκτήσουν την δυνατότητα να κινήσουν διαδικασία εναντίον τους.
Να διευκολύνεται η κατάρτιση σχεδίου αναδιάρθρωσης, έχοντας κατά νου το συμφέρον τόσο των οφειλετών όσο και των πιστωτών, καθώς και την αύξηση των πιθανοτήτων διάσωσης μιας βιώσιμης επιχείρησης.
Να μειωθούν οι αρνητικές συνέπειες μιας πτώχευσης για τη μελλοντική δυνατότητα του επιχειρηματία να κάνει ένα νέο ξεκίνημα, ιδίως με την απαλλαγή από χρέη εντός τριών ετών το πολύ.