Σε αναθεώρηση των προβλέψεών τους προς τα πάνω αναμένεται να προχωρήσουν οι διοικήσεις των τραπεζών το επόμενο διάστημα μετά τις ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων β’ 3μήνου και ά 6μήνου. Εξέλιξη που αναμένεται να ταράξει τα… λιμνάζοντα ύδατα της αγοράς που εδώ και τέσσερις εβδομάδες δείχνει να έχει σταθεροποιηθεί περί τις 1430 – 1460 μονάδες, χωρίς να λείπουν οι τεχνητές πιέσεις μετά τι αποκοπές των μερισμάτων.
Στο εσωτερικό επενδυτική κοινότητα αναμένεται να εστιάσει στις τράπεζες την προσεχή εβδομάδα καθώς μέσα σε τρεις ημέρες θα ολοκληρωθούν οι δημοσιεύσεις των αποτελεσμάτων του β’ τριμήνου, γράφει στην ανάλυσή της η Beta Χρηματιστηριακή. Σε γενικές γραμμές αναμένεται μείωση του επιτοκιακού εισοδήματος (-3,1% 2,048 δις ευρώ) σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2024 λόγω της μετανάστευσης λογαριασμών όψεως προς τις προθεσμιακές καταθέσεις, καλύτερα έσοδα από προμήθειες (+3,5% 473 εκατ. ευρώ), καλύτερες των αρχικών εκτιμήσεων πιστωτικές απομειώσεις (249 εκατ. ευρώ) και καλύτερη εικόνα στις μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις κυρίως λόγω της προόδου που έχει συντελεστεί στο χαρτοφυλάκιο ΜΕΔ της Alpha Bank. Στην τελική γραμμή οι τέσσερις τράπεζες θα δείξουν συνολικά κέρδη 1,05 δις ευρώ έναντι 1,09 δις ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2024 ανεβάζοντας την κερδοφορία του α’ εξαμήνου στα 2,14 δις ευρώ αμιγώς από λειτουργική συνεισφορά, επίδοση που συνιστά ρεκόρ από το 2008. Εφόσον οι τάσεις αυτές επιβεβαιωθούν θα υπάρξει περιθώριο για θετικές αναθεωρήσεις των αρχικών καθοδηγήσεων από τις διοικήσεις για το υπόλοιπο της χρονιάς και ακολούθως αναβαθμίσεις αξιολογήσεων. Την αυλαία ανοίγουν Τράπεζα Πειραιώς (πριν την συνεδρίαση) και Eurobank την προσεχή Τετάρτη 31 Ιουλίου, την Πέμπτη πριν το άνοιγμα θα ανακοινώσει η Εθνική Τράπεζα και το απόγευμα η Optima ενώ την Παρασκευή η Alpha Bank πριν το άνοιγμα της συνεδρίασης θα κλείσει τον κύκλο των τραπεζικών αποτελεσμάτων.
Τόσο οι ξένοι οίκοι, όσο και οι χρηματιστηριακές εταιρείες που καλύπτουν τον τραπεζικό κλάδο στη χώρα μας κάνουν λόγο για ένα ακόμη ισχυρό τρίμηνο, με στήριξη από την ηπιότερη μείωση στα καθαρά έσοδα από τόκους, την αύξηση των δανείων, τη διψήφια άνοδο των προμηθειών, τον περιορισμό των λειτουργικών δαπανών και το χαμηλότερο κόστος ρίσκου (Euroxx). “Στο πλαίσιο αυτό, αναμένουμε από τις διοικήσεις να ανεβάσουν τους στόχους για τη χρήση 2024 και υπάρχει ανοδικό περιθώριο και στις δικές μας προβλέψεις”, σημειώνει η χρηματιστηριακή. Η UBS στην πρόσφατη ανάλυσή της έγραφε πως, «οι ελληνικές τράπεζες προσφέρουν ελκυστική κεφαλαιακή άνοδο (26%-51%), καθώς και σημαντικές δυνατότητες διανομής. Υπάρχουν ορισμένες διαφορές στην τοποθέτησή τους σε βασικά κλαδικά θέματα και στα προφίλ κινδύνου». Σε άλλο σημείο τόνιζε ότι, «βλέπουμε ισχυρή προσαύξηση στα κεφάλαιά τους, υποβοηθούμενα από τη σταθερή κερδοφορία με δείκτη ROTE για το 2026 από 13% έως 20% (προσαρμοσμένο για δείκτη CET1 στο 14%). Εκτιμούμε ότι το διαθέσιμο κεφάλαιο για διανομή μέχρι το 2026 θα μπορούσε να ανέλθει στο 60% της κεφαλαιοποίησης της αγοράς. Ο κίνδυνος περαιτέρω ζημιών από τα NPEs έχει υποχωρήσει, τώρα, στο 4,4%, ενώ οι αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις (DTCs) στο κεφάλαιο CET1 αναμένεται επίσης να μειωθούν από 58% σε 35% το 2026», υπογράμμιζε ο Ελβετικός οίκος.