Σχεδόν διπλάσιες τιμές πλήρωσαν τον Σεπτέμβριο τα ελληνικά νοικοκυριά για το ηλεκτρικό ρεύμα, συμπεριλαμβανομένων των χρεώσεων για δίκτυα και φόρους, σε σχέση με τη τελική τιμή καταναλωτή στις γειτονικές χώρες της ΝΑ Ευρώπης και μάλιστα ακριβώς σε εκείνες, όπου οι τιμές χονδρικής εκτοξεύτηκαν το καλοκαίρι και στη συνέχεια διαμορφώθηκαν σε επίπεδα παρεμφερή με αυτά της εγχώριας χονδρικής αγοράς.
Πιο αναλυτικά, η τελική τιμή ηλεκτρισμού για τους οικιακούς καταναλωτές στην Αθήνα διαμορφώθηκε τον Σεπτέβριο στα 23,02 λεπτά/Kwh, έναντι 13,58 λεπών/KWh στη Σόφια, 16,08 λεπτών/KWh στο Βουκουρέστι, 10,59 λεπτών/KWh στο Βελιγράδι και μόλις 9,38 λεπτών/KWh στη Βουδαπέστη, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΗΕΡΙ, η οποία πέραν της τιμής ενέργειας συνεκτιμά τις χρεώσεις δικτύων, τους φόρους, τα διάφορα ειδικά τέλη κλπ
Πρόκειται για μία ακόμα ένδειξη ότι το ελληνικό σύστημα διαμόρφωσης των τιμών του ρεύματος στα τιμολόγια λιανικής αφενός μετακυλίει στον καταναλωτή τις αυξομειώσεις της χονδρικής και αφετέρου τον επιβαρύνει με υψηλές χρεώσεις για τα δίκτυα, που αυξάνονται συνεχώς τα τελευταία χρόνια και τα υπόλοιπα τέλη που σχετίζονται με τον ηλεκτρισμό, όπως το ΕΤΜΕΑΡ, (χρέωση υπέρ των ΑΠΕ) και οι Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), που πληρώνουμε όλοι με τους λογαριασμούς ρεύματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η τελική τιμή για τα νοικοκυριά στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο ήταν ακριβότερη απ΄ότι η αντίστοιχη στο Λουξεμβούργο (21,96 λεπτά/KWh) και στη Μαδρίτη (21,02 λεπτά/Kwh) και ελάχιστα χαμηλότερη από τον μέσο όρο των 33 χωρών, που συμμετείχαν στην έρευνα της ΗΕΡΙ (23,05 λεπτά/KWh).
H σύγκριση των τελικών τιμών καταναλωτή στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δείχνει ότι ανεξάρτητα από τις τιμές χονδρικής ηλεκτρισμού, που διαμορφώνονται στα εθνικά χρηματιστήρια ενέργειας, κάθε χώρα εφαρμόζει τη δική της πολιτική στη λιανική αγορά, ανάλογα με την οικονομία της και τις ιδιαίτερες συνθήκες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, δύο απόλυτα συζευγμένες αγορές, που σχεδόν καθημερινά έχουν την ίδια ή οριακά διαφορετική τιμή χονδρικής και σχεδόν μόνιμα παρουσιάζουν τη χαμηλότερη χονδρική της Δυτικής Ευρώπης (πλην σκανδιναβικών χωρών) : Στη Λισαβόνα η τελική τιμή για τα νοικοκυριά φθάνει στα 26 λεπτά/KWh και στη Μαδρίτη στα 21,02 λεπτά/Kwh. Tην ακριβότερη τιμή λιανικής για οικιακούς καταναλωτές έχει το Βερολίνο, στα 39,87 λεπτά/Kwh, χωρίς όμως να διαθέτει και την ακριβότερη χονδρική, κατηγορία στην οποία τα πρωτεία έχουν οι αγορές της ΝΑ Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Ελλαδας και της Ιταλίας.
Σήμερα πάντως, η μέση τιμή χονδρικής στο ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας παρουσιάζει πτώση 7,06%, καθώς διαμορφώνεται στα 88,50 ευρώ/MWh. Περισσότερο από το 1/4 του ενεργειακού μείγματος, το 26,45% καλύπτεται από εισαγωγές, καθώς οι πλημμύρες και οι συνεχείς βροχοπτώσεις στις γειτονικές χώρες έχουν αυξήσει την υδροηλεκτρική τους παραγωγή.
Το μεγαλύτερο μερίδιο στην εγχώρια αγορά έχει η ενέργεια από μονάδες φυσικούς αερίου, 34,10% και ακολουθούν οι ΑΠΕ με 33,12%. Τα μεγάλα υδροηλεκτρικά της ΔΕΗ συνεισφέρουν μόλις 1,59%, ο λιγνίτης δεν δίνει το παρών, ενώ οι πετρελαϊκές μονάδες της Κρήτης που συμμετέχουν στο διασυνδεδεμένο σύστημα εμφανίζονται με ποσοστό 4,07% και οι ΑΠΕ της Κρήτης με 0,66%. Οι εξαγωγές από το ελληνικό σύστημα φθάνουν στο 8,09%. Ο όγκος συναλλαγών παραμένει κάτω από τις 300.000 MWh, στις 299.163,34 MWh (+0,40), ενώ η μέγιστη τιμή της ημέρας ανέρχεται στα 159,59 ευρώ/MWh και η ελάχιστη στα 14,99 ευρώ/MWh.
Τέλος, η τιμή του φυσικού αερίου TTF έκλεισε χθες στα 41 ευρώ/MWh (+0,049%), αντανακλώντας την αβεβαιότητα για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.