Η αγορά και η επιχειρηματική ελίτ του τόπου, καθώς και οι Ευρωπαίοι εταίροι και δανειστές ανησυχούν σφόδρα στην προοπτική της πολιτικής αστάθειας αν τα δύο προπορευόμενα στις δημοσκοπήσεις κόμματα Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ δεν καθίσουν να τα βρουν μετά τις εκλογές. Αν τα βρουν, θα είναι και το ιδανικότερο σενάριο, σχολιάζουν παράγοντες της αγοράς. Αν όχι κι ενώ άπαντες από τη σημερινή αντιπολίτευση, πλην Χρυσής Αυγής και ΚΚΕ, έχουν ψηφίσει το τρίτο μνημόνιο δεν κλείσουν συμφωνία κυβερνητικής συμμαχίας, θεωρείται κάτι περισσότερο από βέβαιο ότι τον Οκτώβριο η αγορά θα γεμίσει κανόνια, οι απλήρωτοι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα θα καταστούν ζωντανοί – νεκροί, οι άνεργοι θα αυξηθούν σε απίθανα ποσοστά, διότι θα έχει εκπνεύσει η «αιμοδότρια» τουριστική σεζόν, τα κόκκινα δάνεια θα μπλοκάρουν τη νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και γενικότερα το ελπιδοφόρο ένα ακόμα ξεκίνημα προς την ανάπτυξη της οικονομίας θα ανακοπεί πριν καν εκκινήσει.
Δεν είναι τυχαία άλλωστε, η σημερινή δήλωση Τόμσεν του ΔΝΤ ότι οι συζητήσεις για το χρέος και την καταβολή της δόσης προς την Ελλάδα ύψους 3 δις. ευρώ την οποία περιμένουν ως μάνα εξ ουρανού κατασκευαστικές επιχειρήσεις, ιδιωτικές κλινικές και γενικότερα προμηθευτές του Δημοσίου προκειμένου να ρεφάρουν την περίοδο της «απληρωσιάς» από τον περασμένο Φεβρουάριο, θα πάνε πιο πίσω. Ούτε τυχαία είναι τα χθεσινά δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου για επίταση και βάθεμα της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, αν δεν προκύψει κυβέρνηση στις 21 Σεπτεμβρίου.
To Χρηματιστήριο έχει κολλήσει -και την Τρίτη- στα επίπεδα των 620 μονάδων και με τις συναλλαγές μόλις στα 11,5 εκατ. ευρώ.
Τα μέχρι τώρα δεδομένα, οι λογικές εκτιμήσεις για το πιθανό εκλογικό αποτέλεσμα και τα πρώτα, έστω επισφαλή, στοιχεία από τις εν εξελίξει δημοσκοπήσεις, δείχνουν ένα θολό μετεκλογικό τοπίο. Μπορεί τα κόμματα και κυρίως τα δύο πρώτα σε δύναμη -ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ- που όπως με βεβαιότητα διαφαίνεται ότι ένα από τα δύο θα έχει «εισπράξει» το μπόνους των 50 εδρών, να οξύνουν την αντιπαράθεση, αλλά είναι εξίσου βέβαιο ότι η αυτοδυναμία θα είναι όνειρο θερινής νυκτός, έστω κι αν το ηλιοστάσιο θα καταγράφει τη φθινοπωρινή ισημερία.
Το παιχνίδι της αυτοδυναμίας μπορεί να εξυπηρετεί την επιδίωξη και τον στόχο για αλίευση ψήφων από όμορους χώρους και να αποτελεί ισχυρό προεκλογικό δίλημμα, αλλά τα δεδομένα δεν βοηθούν. Ηδη, η αγορά και η οικονομία γενικότερα άρχισε να φοβάται για την επόμενη ημέρα και να τρομάζει στο ενδεχόμενο να συρθεί η χώρα στις κάλπες για τέταρτη φορά μέσα στον ίδιο χρόνο. Κάτι τέτοιο υπό τις παρούσες συνθήκες και την κατάσταση της οικονομίας θα ήταν μια δραματική εξέλιξη, που φυσικά όλοι οι παράγοντες της αγοράς απεύχονται. Ομως, τα δεδομένα είναι? ξεροκέφαλα και η πραγματικότητα κινείται κόντρα στις επιθυμίες ή και ευχές.
Η νέα Βουλή
Όλα δείχνουν ότι με το ισχύον εκλογικό σύστημα και το πιθανό ενδεχόμενο η νέα Βουλή που θα προκύψει από τις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου να είναι ακόμη και εννεακομματική, το όριο των 151 εδρών για τον σχηματισμό μιας ισχνής έστω μονοκομματικής κυβέρνησης είναι αδύνατο να το πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ ή η Νέα Δημοκρατία.
Εννέα κόμματα!
Με εννέα κόμματα στη Βουλή για να έχει αυτοδυναμία το πρώτο κόμμα θα πρέπει να συγκεντρώσει ποσοστό 38%. Πρόκειται για ένα ποσοστό που δεν κατάφερε να πετύχει ούτε ο ενιαίος ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο και πριν υπογράψει το τρίτο μνημόνιο με μέτρα κατά των αγροτών, των συνταξιούχων και των νησιών του Αιγαίου. Φυσικά, ούτε η Νέα Δημοκρατία μπορεί ή ελπίζει σ' ένα τέτοιο θαύμα. Ετσι, όποιο από τα δύο κόμματα έρθει πρώτο είναι απίθανο να σχηματίσει μονοκομματική κυβέρνηση παρά το «δώρο» των 50 εδρών.
Συνεπώς θα χρειασθούν διαβουλεύσεις για συγκρότηση συμμαχικής κυβέρνησης, που όμως ο ένας πιθανός νικητής έχει ήδη αποκλείσει. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που έρθει πρώτο κόμμα η Νέα Δημοκρατία, οι πιθανοί εταίροι της -ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι- θα είναι δύσκολο, κυρίως στη Φ. Γεννηματά, να σηκώσουν το βάρος της εφαρμογής του σκληρού τρίτου μνημονίου, αφήνοντας μεγάλο χώρο για? νέο γύρο αντιμνημονιακής αντιπολίτευσης στον νέο ΣΥΡΙΖΑ. Το μετεκλογικό σενάριο για κυβέρνηση περιπλέκεται ακόμη πιο πολύ και γίνεται εφιαλτικό, καθώς τα πρώτα ευρήματα των δημοσκοπήσεων δίνουν σχετικά χαμηλά ποσοστά στα δύο πρώτα κόμματα, συνωστισμό δυνάμεων για την τρίτη θέση και μάχη στη χαμηλή κλίμακα για είσοδο κομμάτων στη Βουλή.
Και το χειρότερο όλων είναι ότι με πολλά πιθανά αποτελέσματα το πρώτο κόμμα θα χρειασθεί τη συνεργασία άλλων δύο κομμάτων για να εξασφαλιστεί η δεδηλωμένη. Με βάση όλα αυτά τα δεδομένα, ο εκλογικός νόμος μπορεί τελικά να αποτρέψει τις συνεργασίες και να οδηγήσει σε ακυβερνησία, παρά την πρόθεση των εμπνευστών για ανάδειξη ισχυρών και σταθερών κυβερνήσεων μέσα απ' αυτόν. Ετσι ο «εφιάλτης» για νέες εκλογές θα ταράζει την οικονομία έως το βράδυ της Κυριακής 20 Σεπτεμβρίου.
Και θα επαληθεύεται μετά από τριάντα χρόνια η ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή που την ημέρα των εκλογών το '85 είχε προβλέψει λανθασμένα βέβαια το αποτέλεσμα, λέγοντας το πρωί εκείνης της Κυριακής ότι «αύριο όλοι οι Έλληνες θα με ρωτούν τι πρέπει να κάνω», θεωρώντας ότι θα ήταν τότε αδύνατος ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης.