Η συμμετοχή του πρωτογενούς τομέα της Κρήτης στο ΑΕΠ, έναντι της αντίστοιχης της χώρας, εμφανίζεται ενισχυμένη, με βάση την Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ), ενώ, εκείνη του τριτογενούς είναι κοντά στο μέσο όρο του συνόλου της επικράτειας. Αυτό προκύπτει από έρευνα του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ, η οποία παρουσιάσθηκε, σε ειδική εκδήλωση, στο Επιμελητήριο Χανίων.
Προλογίζοντας τη έρευνα που έχει τίτλο «Εμπόριο και Τουρισμός στην Κρήτη», ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Βασίλης Κροκίδης, τόνισε ότι, ειδικά για μεγάλες περιφερειακές οντότητες όπως η Κρήτη, η συνδυαστική συνεξέταση πολλαπλών παραγόντων μπορεί να αποκαλύψει αναπτυξιακές προοπτικές σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα. «Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, -σημειώνει-, επιχειρήσαμε να μελετήσουμε μια σειρά από τουριστικές εμπορικές αγορές, να καταγράψουμε τις στάσεις και τις αντιλήψεις των ξένων τουριστών και την εικόνα τους από τη λειτουργιά και τις παροχές των εμπορικών καταστημάτων. Σκοπός μας είναι να φτιάξουμε ένα εργαλείο για τους επιχειρηματίες κάθε τουριστικής περιοχής και έναν οδηγό μελέτης και για άλλες τουριστικές αγορές. Είναι πολύ σημαντικό, όταν μάλιστα αναμένουμε για το καλοκαίρι του 2014 τόσο πολλούς τουρίστες, να γνωρίζουμε τις ανάγκες τους και που πρέπει να παρέμβουμε για να βελτιώσουμε τις παρεχόμενες υπηρεσίες».
Ειδικότερα, οι βασικές διαπιστώσεις της μελέτης για την οικονομική ζωή της Κρήτης έχουν ως εξής:
• Η Κρήτη αποτελεί το μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας και χαρακτηρίζεται από έντονο ανάγλυφο με συχνή εναλλαγή γεωμορφολογικών σχηματισμών. Οι γεωργικές περιοχές καλύπτουν περισσότερο από το 70% της έκτασής της.
• Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, ο πραγματικός (Α Facto) πληθυσμός της Κρήτης έχει αυξηθεί κατά 13,6% από το 2001.
• Το 2011, το μερίδιο του μόνιμου πληθυσμού κάτω των 40 ετών ήταν μικρότερο του αντίστοιχου το 2001, αλλά ο μέσος όρος ηλικίας του πληθυσμού στην Κρήτη παραμένει σημαντικά χαμηλότερος συγκριτικά με το σύνολο της χώρας.
• Το ΑΕΠ της Κρήτης αυξανόταν με χαμηλότερους ρυθμούς, σε σχέση με το σύνολο της επικράτειας, την περίοδο πριν την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης.
• Η σωρευτική συρρίκνωση του προϊόντος στην Κρήτη το διάστημα 2008-2012 ήταν ελαφρώς μεγαλύτερη της αντίστοιχης της χώρας.
• Η απόκλιση του κατά κεφαλήν προϊόντος της περιφέρειας από τον εθνικό μέσο όρο διευρύνεται τόσο κατά την περίοδο οικονομικής ευημερίας όσο και κατά την ύφεση.
• Το 35,8% της συνολικής προστιθέμενης αξίας που παράγεται στην Κρήτη προέρχεται από τους κλάδους του εμπορίου, των μεταφορών-αποθήκευσης και των καταλυμάτων-εστίασης.
• Η σχετικά μικρότερη πτώση στην ΑΠΑ του εμπορίου, των μεταφορών-αποθήκευσης και των καταλυμάτων-εστίασης είχε ουσιαστικά επιβραδυντική επίπτωση στη συρρίκνωση της προστιθέμενης αξίας σε όλους τους κλάδους της οικονομίας του νησιού.
• Παρατηρούνται ενδοπεριφερειακές ανισότητες με τη νομαρχιακή ενότητα Ηρακλείου να συγκεντρώνει το 2012 το μεγαλύτερο μερίδιο τόσο του πληθυσμού (49,5%) όσο και του ΑΕΠ και της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (49,1% και για τα δύο μεγέθη).
• Το 2013 η Κρήτη συγκέντρωνε το 21,4% των ξενοδοχειακών κλινών όλης της χώρας.
• Το ίδιο έτος, οι αφίξεις τουριστών σε καταλύματα ξενοδοχειακού τύπου και κάμπινγκ υποχώρησαν κατά 3,1% έναντι 11,7% σε εθνικό επίπεδο, ενώ η πτώση στο νησί αποδίδεται κυρίως στους ημεδαπούς τουρίστες.
• Με βάση τις διεθνείς αφίξεις, το 2013 τα αεροδρόμια των Χανίων και του Ηρακλείου παρουσίασαν έντονη αύξηση.
• Η ανάπτυξη των τουριστικών μονάδων στην Κρήτη έχει υλοποιηθεί ώστε να καλύπτει τις ανάγκες για το σύνολο των εισοδηματικών τάξεων και των προτιμήσεων, αφού το 2013 το νησί συγκέντρωνε το 38,4% των ξενοδοχείων ενός και δύο αστεριών (1* & 2*) της χώρας και το 54,8% των ξενοδοχείων τεσσάρων και πέντε αστεριών (4* & 5*).
H έρευνα υπήρξε προϊόν συνεργασίας του ΙΝΕΜΥ με την Ομοσπονδία Εμπορικών Συλλογών Κρήτης και τους Εμπορικούς Συλλόγους Χανιών, Ρέθυμνου, Ηρακλείου και Λασιθίου. «Σε μια δύσκολη περίοδο οπού η ελληνική οικονομία βιώνει τα επίχειρα της πρωτοφανούς ύφεσης και αναζητεί λύσεις στα προβλήματα που την ταλανίζουν, οφείλουμε ως κοινωνικοί εταίροι να εκπονούμε εθνικές, κλαδικές και τοπικές μελέτες οι όποιες θα μας βοηθούν να έχουμε σαφή εικόνα της πραγματικότητας της αγοράς και της σχέσης καταναλωτών και επιχειρηματιών», υπογραμμίζει ο κ.Κορκίδης. «Ο τουρισμός, προσθέτει, είναι μια από τις βαριές μεταβλητές της ελληνικής οικονομίας και ένα από τα μεγάλα στοιχήματα που πρέπει να κερδίσουμε για την έξοδο της χωράς από την κρίση. Η χωρά μας, λόγω θέσης, μορφολογίας, ιστορίας και φυσικού κάλλους, διαθέτει το συγκριτικό πλεονέκτημα να υποδέχεται εκατομμύρια επισκέπτες, οι οποίοι εκ των πραγμάτων εξυπηρετούνται και στις πολυάριθμες τουριστικές αγορές».
«Είμαι σίγουρος, καταλήγει, ότι οι συνάδελφοι της Κρήτης, αλλά και κάθε Κρητικός γενικά, μπορούν να βρουν στην προσπάθεια μας κάποια στοιχειά που θα διευρύνουν τη σκέψη τους. Η παρούσα μελέτη φιλοδοξούμε να ανοίξει έναν ευρύ διάλογο τόσο για τις αναπτυξιακές δυνατότητες του νησιού όσο και για τις κινήσεις που πρέπει να γίνουν όσον αφορά την καλύτερη υποδοχή της τουριστικής κίνησης. Η ΕΣΕΕ πάντοτε θα αναζητά εκείνες τις θεματικές που βρίσκονται στον πυρήνα των αναπτυξιακών προσπαθειών και δεν θα περιορίζεται στην περιγραφή, αλλά, αντίθετα, θα προτείνει ρεαλιστικές και προσεγμένες λύσεις».