Να επιστραφούν στην Αθήνα τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ζητάει με εκτενές άρθρο του ο δημοσιογράφος και κριτικός τέχνης Τζόναθαν Τζόουνς, συνεργάτης της εφημερίδας Guardian εδώ και 15 χρόνια.
Τα γλυπτά δημιουργήθηκαν στην Αθήνα τον 5ο αιώνα π.Χ. για να διακοσμήσουν τον Παρθενώνα, τον ναό της Αθηνάς, που ακόμα και σήμερα δεσπόζει στον ορίζοντα της ελληνικής πρωτεύουσας, αναφέρει ο Τζόναθαν Τζόουνς στο άρθρο του, που έχει τίτλο «Τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι τα ωραιότερα έργα τέχνης στον κόσμο και γι' αυτό πρέπει να τα επιστρέψουμε».
«Η λυπηρή αλήθεια», αναφέρει ο δημοσιογράφος και κριτικός τέχνης, «είναι ότι στο Βρετανικό Μουσείο τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν μπορεί να τα θαυμάσει κανείς στην τελειότητά τους. Κυρίως γιατί παρουσιάζονται σε μια γκρίζα, νεοκλασική αίθουσα όπου οι πέτρινοι τοίχοι της δεν κάνουν αντίθεση με τα λίθινα έργα τέχνης και σε καμία περίπτωση δεν τα αναδεικνύει». Επομένως, κατά την άποψή του, το Βρετανικό Μουσείο πρέπει είτε να βρει τα χρήματα για να τα εκθέτει με σύγχρονο τρόπο ή να τα επιστρέψει στην Ελλάδα, όπου τα γλυπτά μπορούν να ιδωθούν ως ένα σύνολο, με θέα μάλιστα τον Παρθενώνα.
Ο Τζόναθαν Τζόουνς παραδέχεται ότι αρχικά έβρισκε τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς υπέρ της επιστροφής των Μαρμάρων ως υπέρμετρα εθνικιστικά, θεωρώντας ότι δεν αποδιδόταν επαρκής σημασία στην καλλιτεχνική αξία τους και στη σημασία τους ως ενιαίο έργο τέχνης.
Για το λόγο αυτό μάλιστα, όπως υπενθυμίζει, είχε πάρει μέρος σε πανεπιστημιακό αγώνα επιχειρηματολογίας τασσόμενος κατά της επιστροφής των Γλυπτών στην Αθήνα. Σημειώνει, επίσης, ότι η ελληνική πλευρά πρέπει να αναγνωρίσει ότι τα γλυπτά έχουν συντηρηθεί καλά στο Βρετανικό Μουσείο, σε αντίθεση με τα γλυπτά που είχαν απομείνει εκτεθειμένα στη ρύπανση της αττικής ατμόσφαιρας. «Όμως αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Τη δεκαετία του 1970, όταν ο ίδιος ο Παρθενώνας διαβρωνόταν από τον κακό αέρα, τα γλυπτά ήταν ασφαλέστερα στο Λονδίνο. Σήμερα ανήκουν στο Μουσείο Ακρόπολης», είναι το τελικό συμπέρασμά του.
«Εθνικιστική ή όχι, η Ελλάδα έχει αποδείξει πως αγαπάει την τέχνη και την αντιμετωπίζει ως αυτό που είναι. Η Ελλάδα και όχι το Βρετανικό Μουσείο αξίζει να είναι ο θεματοφύλακας της μεγαλύτερης τέχνης του κόσμου. Για τον κόσμο. Και για την τέχνη», καταλήγει το άρθρο.