Παράλληλα προχωρεί τελικά ο σχεδιασμός και η αδειοδότηση των δύο γραμμών ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης με την ηπειρωτική Ελλάδα, της «μικρής» ως την Πελοπόννησο και της «μεγάλης» ως την Αττική, όπως αναφέρει ο ΑΔΜΗΕ στο Πρόγραμμα Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς, 2018-2027, το οποίο έθεσε σε δημόσια διαβούλευση.
Ας σημειωθεί ότι στο προηγούμενο αντίστοιχο πρόγραμμα, η πρόταση του ΑΔΜΗΕ να υλοποιηθεί πρώτα η «μικρή γραμμή» και στη συνέχεια, ανάλογα με τις ανάγκες να δρομολογηθεί η μεγάλη γραμμή, είχε προκαλέσει έντονες επικρίσεις.
Ωστόσο, ούτε για τη μία, ούτε για την άλλη γραμμή μεταφοράς ηλεκτρισμού υπάρχει αναφορά σε χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης.
Οι διαδικασίες αδειοδότησης της έργων που αφορούν στην «μικρή» γραμμή έχουν ήδη δρομολογηθεί, ενώ το επόμενο χρονικό διάστημα ξεκινούν οι αντίστοιχες διαδικασίες για τα έργα της μεγάλης γραμμής.
Η διασύνδεση Κρήτη- Πελοπόννησος θα είναι Εναλλασσόμενης Ροής 150 kV, ονομαστικής ικανότητας 2 Χ200 ΜVA με σημεία σύνδεσης στον Υποσταθμό Χανιά 1 στην Κρήτη και θέση στην ευρύτερη περιοχή του ακρωτηρίου Μαλέα στην Πελοπόννησο. Το κόστος, μαζί με τα συνοδευτικά έργα που θα απαιτηθούν, είχε τοποθετηθεί απο παλαιότερες μελέτες κοντά στα 300 εκατ. ευρώ και η εκτίμηση είναι ότι μπορεί να υλοποιηθεί σχετικά γρήγορα, καθώς η ολοκλήρωσή του δεν απαιτεί πολύπλοκα και πολυέξοδα έργα ούτε και χρονοβόρες διαδικασίες.
Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως με τη «μεγάλη διασύνδεση», Συνεχούς Ροής και ονομαστικής ικανότητας 2Χ 350 MW Kρήτη – Αττική, η οποία αντιμετωπίζει αρκετές τεχνολογικές προκλήσεις, λόγω των ιδιαίτερων απαιτήσεων των συστημάτων Συνεχούς Ροής. Η προσαιγιάλωση του καλωδίου στην Αττική σχεδιάζεται για την ευρύτερη περιοχή του κόλπου της Ελευσίνας, ενώ στην Κρήτη για τη σύνδεση έχει επιλεγεί η ευρύτερη περιοχή Λινοπεραμάτων (θέση Κορακιά), η οποία διαθέτει ένα ισχυρό σύστημα ικανό να τροφοδοτήσει την ισχύ που θα μεταφέρεται από το ηπειρωτικό σύστημα , χωρίς να απαιτούνται, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, νέα έργα ενίσχυσης της Κρήτης.
Ο προϋπολογισμός του έργου είχε εκτιμηθεί από προηγούμενες μελέτες σε ποσό της τάξης του 1 δισ. ευρώ.
Η ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα θεωρείται αναγκαία, κατ' αρχήν εξαιτίας του πολύ υψηλού κόστους ηλεκτροπαραγωγής στο νησί, που σήμερα γίνεται με πετρέλαιο και η δαπάνη αυτή αντανακλάται στη σημαντική επιβάρυνση των καταναλωτών για την κάλυψη των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας, άνω των 300 εκατ. ευρώ ετησίως. Η διασύνδεση θα βελτιώσει την ασφάλεια εφοδιασμού της Κρήτης, όπου το καλοκαίρι λόγω του τουρισμού η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια καλύπτεται οριακά και θα συμβάλει αποφασιστικά στην αξιοποίηση του πλούσιου δυναμικού των ΑΠΕ του νησιού.
Σήμερα, λόγω των προβλημάτων ευστάθειας που μπορεί να προκαλέσει η μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ σε ένα αυτόνομο ηλεκτρικό σύστημα, η εγκατάσταση ΑΠΕ στην Κρήτη περιορίζεται, ενώ με τη διασύνδεση θα μπορέσει να αυξηθεί το δυναμικό παραγωγής, καθώς πράσινη ενέργεια θα μπορεί να μεταφέρεται στο ηπειρωτικό σύστημα.
Μάλιστα το πρόγραμμα του ΑΔΜΗΕ αναφέρει ότι η ικανότητα μεταφοράς του συνδέσμου που έχει καθοριστεί στα 700 MW, τα επόμενα χρόνια θα μπορεί να αναθεωρηθεί ως τα 1.000 MW, ανάλογα με τις τεχνικές εξελίξεις και την πορεία ωρίμανσης και υλοποίησης μεγάλων έργων ΑΠΕ στην Κρήτη.