Διμερή συμβόλαια με τη ΔΕΗ για τη προμήθεια ρεύματος, στη φιλοσοφία των συμβάσεων προμήθειας με την “Αλουμίνιον της Ελλάδος” και τη “ΛΑΡΚΟ”, ζητούν και οι άλλες μεγάλες βιομηχανίες της χώρας, που τροφοδοτούνται στην Υψηλή Τάση, όπως οι τσιμεντοβιομηχανίες “Τιτάν” και “ΑΓΕΤ” και άλλες.
Σε συνάντηση που είχαν χθες με δημοσιογράφους, εκπρόσωποι της ΕΒΙΚΕΝ του φορέα των μεγάλων, ενεργοβόρων βιομηχανιών, δήλωσαν ότι δέχονται να πληρώσουν προκαταβολικά το ρεύμα για ένα χρόνο αρκεί να έχουν σοβαρή έκπτωση στα τιμολόγιά τους και ότι θα ήθελαν να προχωρήσουν σε συμβάσεις με τη ΔΕΗ, οι οποίες να διαμορφώνονται με βάση το προφίλ τους αλλά και επί των αρχών, που διέπουν τις συμβάσεις προμήθειας των δύο μεγαλύτερων καταναλωτών ενέργειας της χώρας, της ΑτΕ και της ΛΑΡΚΟ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μία τουλάχιστον μεγάλη βιομηχανία είναι έτοιμη να υπογράψει σύμβαση με τη ΔΕΗ αποδεχόμενη την επιπλέον έκπτωση του 6%, που έχει θεσπίσει η ΔΕΗ για όσους από τους πελάτες της δεχθούν να προπληρώσουν την κατανάλωση ενός έτους. Η συγκεκριμένη βιομηχανία εκτιμά ότι με το μέτρο αυτό, συν την έκπτωση του 5% στο υφιστάμενο τιμολόγιο που ισχύει για την έγκαιρη εξόφληση του λογαριασμού μπορεί να εξοικονομεί από τη δαπάνη ρεύματος περί τα 12-14 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Οι τσιμεντοβιομηχανίες ωστόσο φαίνονται αποφασισμένες να διεκδικήσουν μεγαλύτερη έκπτωση της τάξης του 15% για την προπληρωμή της ετήσιας κατανάλωσής τους σε ρεύμα, από το 6% και μέχρι στιγμής δεν έχουν δεχθεί την πρόταση της ΔΕΗ και δεν έχουν ανανεώσει τις συμβάσεις τους.
Μεταχείριση ανάλογη με τις βιομηχανίες στην Υψηλή Τάση, ζητούν και μεταποιητικές επιχειρήσεις στη Μέση Τάση, ειδικά οι πιο ενεργοβόρες από τις εταιρίες της κατηγορίας αυτής. Οπως δήλωσαν στελέχη τους, το ενεργειακό τους κόστος παραμένει υψηλό και καθόλου ανταγωνιστικό σε σχέση με επιχειρήσεις του κλάδου τους σε άλλες χώρες της ΕΕ.
Παρότι το κόστος ηλεκτρισμού για τη βιομηχανία έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια, εν τούτοις, όπως δήλωσαν οι περισσότεροι εκπρόσωποι των εταιριών, παραμένει αισθητά υψηλότερο σε σχέση με των ανταγωνιστών τους στην ΕΕ και κυρίως στη Γερμανία, η οποία την περίοδο αυτή φαίνεται να έχει εξασφαλίσει για τη βιομηχανία της, ίσως τις πιο ανταγωνιστικές χρεώσεις ηλεκτρισμού.
Ενδεικτική ήταν η αναφορά στελέχους της ΑΓΕΤ, που ως γνωστόν ανήκει στον γαλλικό όμιλο Lafarge, ότι στη Γαλλία τα εργοστάσια της Lafarge έχουν πάψει να αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια μέσω των δημοπρασιών, ΝΟΜΕ, και προμηθεύονται το ρεύμα από τη γερμανική αγορά ηλεκτρισμού, που είναι φθηνότερο.
Αρκετά ανταγωνιστικές τιμές έχει και η Βουλγαρία, λίγο πιο κάτω από την τιμή εκκίνησης των ελληνικών ΝΟΜΕ. Ωστόσο οι διάφορες, ρυθμιστικού κυρίως τύπου επιβαρύνσεις στην Ελλάδα, καθιστούν ασύμφορη την απ’ ευθείας εισαγωγή του από τις εγχώριες βιομηχανίες για ιδιοκατανάλωση.
Οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας δεν έκρυψαν την ανησυχία τους για το μέλλον της ΔΕΗ, εκφράζοντας έντονο προβληματισμό για την “επόμενη ημέρα”. Εκτιμούν ότι τα μέτρα που συμφωνήθηκαν πρόσφατα με τους δανειστές και κυρίως η υποχρέωση να διαθέτει μέρος της λιγνιτικής παραγωγής κάτω από το πλήρες λογιστικό κόστος (100 εκατ. ευρώ κάτω από τη χονδρομπορική) σε συνδυασμό με τις γνωστές επισφάλειες και τα ληξιπρόθεσμα οδηγούν την εταιρία σε οικονομική ασφυξία.
Και βέβαια επανέφεραν το αίτημά τους για την παράταση της διακοψιμότητας, μέτρο που αποζημιώνει τη βιομηχανία για τη μείωση της κατανάλωσης ρεύματος όποτε το απαιτεί ο ΑΔΜΗΕ για λόγους επάρκειας ή ευστάθειας τους συστήματος, ζητώντας από τον υπουργό Περιβάλλοντος - Ενέργειας Γιώργο Σταθάκη να υποβάλει άμεσα στην Κομισιόν το σχετικό αίτημα.
Ας σημειωθεί ότι ο μηχανισμός της διακοψιμότητας, ο οποίος έχει εγκριθεί για μία τριετία, λόγω των διαφόρων καθυστερήσεων, εφαρμόστηκε μόλις πριν από ένα χρόνο και ήδη πλησιάζει στην λήξη του (Οκτώβριος 2017).