Σε μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα οδηγήσει η συμφωνία στα δημοσιονομικά μέτρα Ελλάδας και πιστωτών, σύμφωνα με ανάλυση της Moody’s. Παράλληλα η συμφωνία οδηγεί σε ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος και είναι όρος για την εκταμίευση δόσης ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ.
Οποιαδήποτε ουσιαστική μείωση των υποχρεώσεων εξόφλησης στον επίσημο τομέα, και ειδικότερα στους ευρωπαίους πιστωτές θα βελτιώσει τις προοπτικές εξόφλησης κρατικού χρέους στους ομολογιούχους, σημειώνεται στην ανάλυση. Θα είναι ένα θετικό σήμα, τονίζεται, για την ικανότητα της χώρας να επιστρέψει στις αγορές κεφαλαίου. Το υφιστάμενο πρόγραμμα λήγει τον Αύγουστο του 2018 αφήνοντας την Ελλάδα μετά στην χρηματοδότηση των αναγκών της από τις αγορές, θυμίζει.
Η ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης είναι επίσης πιθανό να ανοίξει το δρόμο για να ενταχθούν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης,προσφέροντας περαιτέρω στήριξη στο να επανακτηθεί πρόσβαση στις αγορές καθώς και βελτίωση του κλίματος για τους εγχώριους καταθέτες.
Η χώρα οφείλει περίπου το 66 του χρέους της στους ευρωπαίους πιστωτές με τα δάνεια του EFSF να αντιστοιχούν σε 130,9 δισ. ευρώ. Ο ESM δάνεισε 31,7 δισ. ευρώ ως τώρα από το πρόγραμμα των 86 δισ. ευρώ. Επιπλέον 53 δισ. ευρώ οφείλονται σε κράτη-μέλη με τη μορφή διμερών δανείων από το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης. Επιπρόσθετα η Ελλάδα οφείλει 12,7 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ και υπάρχουν 56,6 δισ. ομολόγων μέσης και μακράς λήξεως (περιλαμβανομένων τίτλων που κατέχει η ΕΚΤ και αρκετές κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης).
Η Moody’s θυμίζει ότι μια σειρά βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης χρέους εγκρίθηκαν ήδη από τον EFSF και τον ESM τον Ιανουάριο, ωστόσο αυτά είναι πολύ περιορισμένα ώστε να επηρεάσουν ουσιαστικά το συνολικό βάρος χρέους της χώρας και τις υποχρεώσεις εξόφλησης. Το ΔΝΤ επιμένει, υπενθυμίζει, σε αποσαφήνιση των επιπλέον μέτρων ελάφρυνσης ως όρο για τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα, την τρίτη μετά το 2010. Ως τώρα οι ευρωπαϊκή πλευρά ήταν πρόθυμη να μελετήσει τέτοια βήματα μετά το τέλος του προγράμματος και μόνο αν ήταν απαραίτητο.
Το βασικό σημείο, γράφει η Moody’s, διαμάχης μεταξύ του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων ήταν το μέγεθος των πρωτογενών πλεονασμάτων που η χώρα μπορεί ρεαλιστικά να πετύχει για αρκετά χρόνια. Η ελληνική κυβέρνηση ξεπέρασε τις εκτιμήσεις και κατάφερε να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4% πέρυσι και συνολικό πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ, συγκρινόμενο με έλλειμμα σχεδόν 6% του ΑΕΠ την αμέσως προηγούμενη χρονιά.
Ωστόσο η Moody’s τονίζει ότι, όπως το ΔΝΤ, είναι δύσπιστη για το εάν η χώρα μπορεί να διατηρήσει τόσο υψηλά πλεονάσματα για εκτεταμένη χρονική περίοδο. Προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα γύρω στο 2,5% του ΑΕΠ φέτος και το 2018, γεγονός που σημαίνει απόκλιση 0,5-1% του ΑΕΠ. Δεδομένης της αρνητικής επίδρασης των καθυστερήσεων στην ανάπτυξη αναμένει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,5% φέτος, σε σύγκριση με τον στόχο για 2,7% του ΑΕΠ. Τα πρωτογενή πλεονάσματα θα συζητηθούν και πάλι μεταξύ των δανειστών, σημειώνει.
Υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να νομοθετήσει τα μέτρα που συμφωνήθηκαν, περιλαμβανομένης νέας μείωσης συντάξεων κατά μέσο όρο 9% το 2019 και σημαντική μείωση του αφορολόγητου ορίου που θα γίνει το 2020. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι αυτά θα μέτρα θα φέρουν συνολικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα 2% του ΑΕΠ στα δυο χρόνια. Αν χαθούν οι στόχοι η μείωση του αφορολόγητου θα γίνει το 2019.