Σε αναμονή εξακολουθούν να βρίσκονται οι μεγάλες βιομηχανίες, που ηλεκτροδοτούνται στην Υψηλή Τάση, όσον αφορά στην ανανέωση των συμβάσεών τους με τη ΔΕΗ, παρότι τα χρονικά περιθώρια εκπνέουν, καθώς οι σχετικές συμβάσεις, των οποίων η ισχύς ήδη έχει παραταθεί για δύο μήνες, λήγουν στις 28 Φεβρουαρίου.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι ακόμα οι περισσότερες βιομηχανίες στην Υψηλή Τάση δεν έχουν κληθεί από τη ΔΕΗ για να διαπραγματευτούν τη νέα σύμβαση, μία διαβούλευση που θα έπρεπε κανονικά να είχε ολοκληρωθεί πριν τη λήξη του προηγούμενου χρόνου.
Ωστόσο, η αβεβαιότητα σε σχέση με την έκβαση των δράσεων που έχουν δρομολογηθεί, όπως η πώληση λιγνιτικών μονάδων, η πορεία των δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας (ΝΟΜΕ) κλπ, σε συνδυασμό με την ανανέωση του στελεχιακού δυναμικού και του επικεφαλής της γενικής διεύθυνσης εμπορίας της ΔΕΗ φαίνεται ότι έχουν καθυστερήσει την όλη διαδικασία.
Λίγο πριν το τέλος του 2017, η δημόσια εταιρία έδωσε δίμηνη παράταση, ως τις 28 Φεβρουαρίου, στην ισχύ των μέχρι τότε υφιστάμενων συμβάσεων, που κανονικά έληγαν στο τέλος του προηγούμενου χρόνου. Ωστόσο η αβεβαιότητα για το τι μέλλει γενέσθαι με το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος απασχολεί ιδιαίτερα τη βιομηχανία, η οποία δεν μπορεί με ασφάλεια να προϋπολογίσει το ενεργειακό της κόστος και να τιμολογήσει τις παραγγελίες της.
Ας σημειωθεί ότι οι διμερείς διαπραγματεύσεις με τις βιομηχανίες στην Υψηλή Τάση αποτελούν υποχρέωση της ΔΕΗ, με βάση τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς και το μνημόνιο.
Η ΔΕΗ έχει ζητήσει από τις αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές οι πελάτες της στην Υψηλή Τάση, κατά κανόνα οι μεγάλες, ενεργοβόρες βιομηχανίες, να μην συνυπολογίζονται στο μερίδιο που κατέχει στη λιανική αγορά και το οποίο βάσει του μνημονίου πρέπει να να μειωθεί κάτω του 50% ως το τέλος του 2019. Και τούτο, γιατί όπως υποστηρίζει η εταιρία, οι πελάτες της κατηγορίας αυτής είναι κατά κάποιο τρόπο σαν «δεσμευμένοι» μαζί της, επειδή δεν μπορούν να βρουν φθηνότερο ρεύμα από άλλο προμηθευτή.
Ανάλογο αίτημα έχει υποβάλει η ΔΕΗ και για τους πελάτες του ΚΟΤ. Ωστόσο κανένα από τα δύο δεν έχει γίνει δεκτό από την ΕΕ, η οποία αντιμετωπίζει τα αιτήματα αυτά με μεγάλη επιφύλαξη.
Το μερίδιο της ΔΕΗ στη λιανική παραμένει κοντά στο 85%, ενώ θα έπρεπε ήδη να έχει μειωθεί κάτω από το 75% με βάση τη συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές, τον Αύγουστο του 2015.