Ο κ. Παναγιωτάκης μιλώντας στο συνέδριο του Economist τόνισε την επιβάρυνση του ενεργειακού κόστους της εταιρίας. Όπως είπε «η αύξηση των τιμών του πετρελαίου, του φυσικού αερίου αλλά και των δικαιωμάτων ρύπων CO2 πιέζουν για άνοδο των τιμών», είπε χαρακτηριστικά. Ο ίδιος σημείωσε με έμφαση τις αρνητικές επιπτώσεις λόγω και του γεγονότος πως η χώρα μας τα προηγούμενα χρόνια δεν μερίμνησε για τη διασφάλιση δωρεάν δικαιωμάτων ρύπων.
Ο πρόεδρος της εισηγμένης σημείωσε και τα εμπόδια που αντιμετωπίζει η ελληνική βιομηχανία λόγω της ανόδου του ενεργειακού κόστους, εκτιμώντας ότι θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί ο στόχος της αύξησης της συμμετοχής της στο ΑΕΠ από το 9% στο 12% τα επόμενα δύο με τρία χρόνια. Κατά τον ίδιο, η επόμενη 15ετία θα είναι η περίοδος της μετάβασης από τον άνθρακα και τον λιγνίτη στην καθαρή ενέργεια και θα απαιτηθεί επιπλέον κόστος για τις υποδομές εκείνες που θα χρειαστούν προκειμένου να αντικατασταθεί ο λιγνίτης από το φυσικό αέριο. Επανέλαβε δε, με έμφαση τη στήριξη του λιγνίτη.
Ο κ. Παναγιωτάκης επανέλαβε τη στρεβλή εικόνα της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, όπου η ΔΕH έχει αφενός το 82% σε φορτία αλλά σε όρους μετρητών κατέχει το 95%. Με τον τρόπο αυτό ο πρόεδρος της εταιρίας επιδίωξε να καταδείξει τις δυσκολίες του ανοίγματος της αγοράς τονίζοντας επίσης και την αρνητική συνεισφορά των ΝΟΜΕ.