Ανεβαίνουν οι τόνοι στην αντιπαράθεση της ΔΕΗ με τη βιομηχανία για τα τιμολόγια ρεύματος και τις νέες συμβάσεις προμήθειας.
Χθες η ΔΕΗ εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία αποδίδει σε συνδικαλιστικού τύπου διεκδικήσεις, με υπερβολικές και λανθασμένες στοχεύσεις τις διάφορες τοποθετήσεις που εμφανίζουν εικόνα διαμάχης μεταξύ ΔΕΗ και βιομηχανίας. Τονίζει ότι, για τις συμβάσεις πέραν του Φεβρουαρίου 2019 πρέπει να υπάρξουν ρήτρες λόγω της λιγνιτικής αποεπένδυσης και υποστηρίζει ότι η ίδια προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει την επιβάρυνση αλλά το κόστος έχει αυξηθεί σημαντικά εξ αιτίας εξωγενών παραγόντων όπως η άνοδος της οριακής τιμής κατά 30% και η αλματώδης αύξηση των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων.
Καλεί τη βιομηχανία σε συνεργασία και διαμόρφωση κοινών αιτημάτων προς την ΕΕ και επναλαμβάνει τη θέση της, υπέρ της εξαίρεσης των καταναλωτών στην Υψηλή Τάση από το μερίδιο της ΔΕΗ στη λιανική, εκφράζοντας παράλληλα τη δυσαρέσκειά της για την άρνηση κάποιων βιομηχανιών να υπογράψουν τις αναγκαίες συμβάσεις προμήθειας.
Κύκλοι της ΕΒΙΚΕΝ, του φορέα που εκπροσωπεί τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, χαρακτήριζαν πάντως την ανακοίνωση της ΔΕΗ “προκλητική” , υποστηρίζοντας ότι στην πράξη επιδιώκει αύξηση της τάξης του 30%, που ισοδυναμεί με μία επιβάρυνση 45 εκατ. ευρώ στο κόστος ρεύματος για τις βιομηχανίες στην Υψηλή Τάση. Το ποσό αυτό, κατά τις ίδιες πηγές, προκύπτει από την κατάργηση της έκπτωσης όγκου - περίπου 30 εκατ. ευρώ, συνολικά και από αύξηση των τιμολογίων κατά 10%, που θα στοιχίσει περίπου 15 εκατ. ευρώ για το σύνολο των βιομηχανιών της κατηγορίας αυτής.
Πάντως το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις ΔΕΗ- βιομηχανίας για τα τιμολόγια απασχολεί πάντως σοβαρά την κυβέρνηση, με πληροφορίες να κάνουν λόγο για συσκέψεις των αρμόδιων υπουργών και συναντήσεις με τη διοίκηση της ΔΕΗ, προκειμένου να βρεθεί λύση, που θα εξισορροπήσει το κόστος και για τις δύο πλευρές.
Αναλυτικότερα, στην ανακοίνωσή της η ΔΕΗ αναφέρει τα εξής :
- Το τελευταίο διάστημα παρακολουθούμε διάφορα δημοσιεύματα, «διαρροές» αλλά και τοποθετήσεις κάποιων παραγόντων, με τα οποία εμφανίζεται μια εικόνα «διαμάχης» μεταξύ ΔΕΗ και Μεγάλων Βιομηχανικών Καταναλωτών, σχετικά με το θέμα της σύναψης συμβάσεων προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας.
Κατανοούμε τις συνδικαλιστικού τύπου διεκδικήσεις και αναφορές έστω και με υπερβολικό τρόπο και λανθασμένη στόχευση.
Εκφράζουμε ωστόσο την πεποίθηση ότι τα ανωτέρω δεν απηχούν τις απόψεις των εν λόγω καταναλωτών – πελατών της ΔΕΗ, οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλά όχι μόνο την στήριξη, που παρέχει διαχρονικά η επιχείρηση στην Ελληνική Βιομηχανία, αλλά και τις σημερινές προσπάθειες της Διοίκησης για την ελαχιστοποίηση κατά το δυνατό της επιβάρυνσής τους από τη μεγάλη αύξηση του κόστους συνεπεία μη ελεγχόμενων παραγόντων , όπως ή άνοδος της οριακής τιμής κατά 30% και η αλματώδης άνοδος των δικαιωμάτων CO2.
Έκφραση άλλωστε αυτής της προσπάθειας και της φιλικής προς τη βιομηχανία πολιτικής της ΔΕΗ ήταν η εισήγηση του Δ.Σ της ΔΕΗ, στην Γ.Σ των Μετόχων για παράταση ισχύος των τιμολογίων που έληγαν τον 2ο 2018, για ένα ακόμη χρόνο (28.2.2019).
Στο σημείο αυτό ας μάς επιτραπεί να διατυπώσουμε τη δυσαρέσκεια μας για την άρνηση εκ μέρους κάποιων από αυτούς τους πελάτες μας να υπογράψουν τις αναγκαίες συμβάσεις.
Σχετικά με τη μελλοντική, μετά το Φεβρουάριο 2019 τιμολόγηση, ειδικότερα των πλέον ενεργοβόρων βιομηχανιών, για τις οποίες το ενεργειακό κόστος είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητα τους, η θέση της επιχείρησης, όπως έχει γνωστοποιηθεί ώστε να γίνουν οι απαραίτητες συζητήσεις και διαπραγματεύσεις συνοψίζεται στα εξής:
α. Η ΔΕΗ, προκειμένου να στηρίξει τη Βιομηχανία, από την πώληση Ηλεκτρικής Ενέργειας προς τους πελάτες αυτούς δεν επιδιώκει να αποκομίσει το παραμικρό κέρδος.
Για το λόγο αυτό άλλωστε οι ίδιοι επιλέγουν ως πάροχο αποκλειστικά τη ΔΕΗ, ακόμη και εκείνοι που είναι οι ίδιοι παραγωγοί. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πάγια θέση της ΔΕΗ είναι η εξαίρεση των πελατών Υ.Τ από το μερίδιο της επιχείρησης στην αγορά.
β. Επιδίωξη της Διοίκησης της ΔΕΗ είναι η ελαχιστοποίηση της επιβάρυνσης των εν λόγω πελατών. Ωστόσο η επίτευξη αυτού του στόχου υπερβαίνει τις δυνατότητες της Διοίκησης. Αποτελεί γενικότερο ζήτημα, το οποίο ευελπιστούμε ότι θα αντιμετωπιστεί.
γ. Ειδικότερα για τη σύναψη συμβάσεων πέραν του έτους (π.χ μέχρι τέλους του 2020) πρέπει να ληφθούν υπόψη τα ακόλουθα αντικειμενικά δεδομένα.
Πρώτον: Μετά την αποεπένδυση της λιγνιτικής παραγωγής η ΔΕΗ θα παράγει αισθητά κάτω του 50% της συνολικής κατανάλωσης.
Αρα η επιχείρηση θα είναι μεν ο μεγαλύτερος παραγωγός, αλλά όχι ο δεσπόζων. Η μόνη διαφοροποίησή της έναντι των άλλων θα είναι ο έλεγχός της από το κράτος... Δεύτερον: Οι διακυμάνσεις του κόστους, συνεπεία μη ελεγχόμενων από τη ΔΕΗ παραγόντων, θα εξακολουθήσουν να είναι μεγάλες. Αρα σε οποιαδήποτε σύμβαση, πέραν του έτους, απαραίτητα θα τεθούν ρήτρες.
Τρίτον: Το μοντέλο της αγοράς θα αλλάξει στο πλαίσιο του Τarget Model. Αυτό, σε συνδυασμό με την επικείμενη είσοδο ισχυρών παραγωγών Ηλεκτρικής Ενέργειας θα διαμορφώσει ένα εντελώς διαφορετικό τοπίο, κατά την εκτίμηση μας, σε θετική κατεύθυνση ειδικότερα για τους μεγάλους πελάτες. Αντίστοιχα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι ενόψει αυτής της μεγάλης αλλαγής κάθε μακροχρόνια δέσμευση της ΔΕΗ χωρίς κάποια αντιστάθμιση θα είναι παρακινδυνευμένη.
Με βάση τα ανωτέρω η ΔΕΗ επεξεργάζεται τις προτάσεις της προς τους μεγάλους πελάτες της, και τους καλεί σε συνεργασία για την επίτευξη του βέλτιστου για όλες τις πλευρές αποτελέσματος.
Ενόψει μάλιστα της επιτακτικής ανάγκης της χώρας μας να ενισχυθεί η βιομηχανία, προϋπόθεση για την σταθερή ανάπτυξη και την περαιτέρω μείωση της ανεργίας, όπως το έχει ξεκάθαρα διατυπώσει και ο Πρωθυπουργός, η ΔΕΗ καλεί τους φορείς των βιομηχανιών σε συνεργασία και διαμόρφωση κοινών θέσεων και αιτημάτων προς την Ε.Ε. και ανάληψη κοινών δράσεων.
Περιττό να τονιστεί ότι στείρες αντιπαραθέσεις κάθε άλλο παρά συμβάλλουν θετικά. “