Με κυρώσεις από τις ΗΠΑ απειλούνται όσες εταιρίες συνεργαστούν στην κατασκευή και τη λειτουργία των ρωσικών συμφερόντων αγωγών μεταφοράς αερίου TurkStream και Nordstream ΙΙ, όπως κατέστησε σαφές ο πρέσβης των ΗΠΑ στη Γερμανία.
Mε επιστολή του, που επικαλείται το γαλλικό πρακτορείο AFP, ο Αμερικανός πρέσβης στο Βερολίνο, κ. Richard Grenell φαίνεται να διαμηνύει σε κάθε εταιρεία που δραστηριοποιείται στον τομέα των αγωγών εξαγωγής ενέργειας της Ρωσίας ότι κινδυνεύει με αντίποινα από τις ΗΠΑ.
Ο Turkish Stream ή το TurkStream είναι ο αγωγός που μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο στην ευρωπαϊκή πλευρά της Τουρκίας. Οι Ρώσοι είχαν ως προοπτική την επέκταση του αγωγού στην Ευρώπη, μέσω Ελλάδας ή Βουλγαρίας . Οσο για τον Nord Stream II, ένα πρότζεκτ που έχει προκαλέσει την έριδα Βερολίνου- Ουάσιγκτον (..και όχι μόνον), είναι η επέκταση του υφιστάμενου αγωγού μέσω κατασκευής δεύτερης γραμμής που θα συνδέει απ’ απευθείας τη Ρωσία με τη Γερμανία από τη Θάλασσα της Βαλτικής, παρακάμπτοντας την Ουκρανία.
Το ενδεχόμενο περαιτέρω εξάρτησης της ΕΕ από το ρωσικό αέριο και η παράκαμψη της Ουκρανίας στη διαδρομή μεταφοράς του αερίου από τη Ρωσία στην ΕΕ, είναι οι δύο βασικοί λόγοι για τους οποίους αντιδρούν οι ΗΠΑ, οι οποίες μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, έχουν γίνει και εξαγωγείς αερίου και ενδιαφέρονται να αυξήσουν τις ποσότητες που πωλούν στην Ευρώπη.
Στην πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η τότε κυβέρνηση είχε “φλερτάρει” με το πέρασμα του Turkish Stream από την Ελλάδα, στη συνέχεια άλλαξε στάση, ακολουθώντας την κοινή αμερικανο-ευρωπαϊκή γραμμή. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρόσφατη επίσκεψή του στη Μόσχα, τον περασμένο Δεκέμβριο, ο Αλέξης Τσίπρας, εντός του Κρεμλίνου τόνισε ότι η Ελλάδα υποστηρίζει ανοιχτά την πολιτική της διαφοροποίησης των πηγών της ενέργειας προς την ΕΕ. Η αρχή αυτή σημαίνει πολλαπλασιασμό των πηγών κι όχι αποκλεισμό, είχε δηλώσει, συμπλέοντας στο συγκεκριμένο ζήτημα με τις πάγιες ευρωπαϊκές και αμερικανικές θέσεις.
Ενδιαφέρον για την επέκταση του Turkish Stream στην ΕΕ έχει επιδείξει και η Βουλγαρία, μάλιστα προς στιγμή φάνηκε να παίρνει το χρίσμα της `Μόσχας, στην προσπάθειά της να αναδειχθεί σε κόμβο διαμετακόμισης ενέργειας. Ωστόσο οι φιλοδοξίες αυτές δεν φαίνεται να ευοδώνονται, όσο Βρυξέλλες και Ουάσινγκτον αντιτίθενται στον αγωγό.
Ειδικά για τον Nord Stream II, πρότζεκτ στο οποίο είχαν δηλώσει συμμετοχή μεγάλοι δυτικοί ενεργειακοί όμιλοι, όπως η Shell, η γαλλική Engie, η γερμανική Wintershal, η ολλανδική Gasunie κλπ φαίνεται ότι διακυβεύεται ένα μείγμα οικονομικών συμφερόντων και πολιτικών σκοπιμοτήτων για τη Μόσχα, την Ουάσινγκτον, το Βερολίνο και το Παρίσι - με εξίσου άμεσες συνέπειες για την Ουκρανία και άλλα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης.
"Αν ολοκληρωθεί, ο Nord Stream 2 και η δεύτερη γραμμή του TurkStream, τότε θα διευκολυνθούν οι ρωσικές προσπάθειες για την παράκαμψη της Ουκρανίας από τη διαδρομή μεταφοράς φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Αν συμβεί αυτό, θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάργηση ενός βασικού στρατηγικού, αποτρεπτικού μέσου κατά της ρωσικής επιθετικής συμπεριφοράς στην Ουκρανία. Ως αποτέλεσμα, οι εταιρείες που υποστηρίζουν την κατασκευή αυτών των αγωγών υπονομεύουν ενεργά την Ουκρανία και την ασφάλεια της Ευρώπης ", φέρεται να γράφει ο πρέσβης στην επιστολή του.
Η επιστολή του Γκρενέλ, στενού συνεργάτη του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπ, "δεν είναι απειλή, αλλά ένα σαφές μήνυμα της αμερικανικής πολιτικής", δήλωσε ο εκπρόσωπος του Αμερικανού αξιωματούχου στο πρακτορείο AFP.
Η πίεση των Αμερικανών στο Βερολίνο, προκειμένου η Γερμανία να λάβει αποστάσεις από το έργο, έχει γίνει ιδιαίτερα αισθητή τους τελευταίους μήνες.
Ο Ντόναλντ Τραμπ κατηγόρησε την περασμένη χρονιά τη Γερμανία ότι είναι «εξ ολοκλήρου εξαρτημένη» και ότι «είναι αιχμάλωτη» της Μόσχας, λόγω του φυσικού αερίου που προμηθεύεται.
Το Βερολίνο όμως δείχνει να ακολουθεί το δικό του δρόμο.
Η καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ , υποστηριζόμενη από τη Γαλλία και την Αυστρία, επέμεινε στο παρελθόν ότι ο αγωγός είναι ένα "καθαρά οικονομικό έργο" που θα εξασφαλίσει φθηνότερες και πιο αξιόπιστες προμήθειες φυσικού αερίου.
Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χέικο Μάας δήλωσε ότι "η ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική πρέπει να αποφασίζεται στην Ευρώπη και όχι στις Ηνωμένες Πολιτείες".
Εντονη ήταν και η αντίδραση των Ρώσων στην τελευταία αμερικανική παρέμβαση.
Την Κυριακή, ο γερουσιαστής Αλεξέι Πούσκοφ έγραψε στον λογαριασμό του στο Twitter ότι ο Tραμπ χρησιμοποιεί "άμεσες απειλές" για να πουλήσει "ακριβότερο αμερικανικό αέριο στην Ευρώπη".
Ο εκπρόσωπος της αμερικανικής πρεσβείας δήλωσε ότι "το μόνο πράγμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως εκβιασμός σε αυτή την κατάσταση θα ήταν το Κρεμλίνο να αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερο ρόλο στις μελλοντικές προμήθειες φυσικού αερίου της Ευρώπης".
Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η δρομολόγηση μεγαλύτερης ποσότητας αερίου μέσω της Βαλτικής και ο προγραμματισμένος αγωγός TurkStream από τη Μαύρη Θάλασσα στερούν από την Ουκρανία ζωτικά εισοδήματα από τη διαμετακόμιση αερίου και την απομονώνουν από τους συμμάχους της. Πρόκειται για μία αρνητική εξέλιξη για το Κίεβο, το οποίο είδε τη χερσόνησο της Κριμαίας να προσαρτάται από τη Ρωσία το 2014 και αγωνίζεται κατά των Ρώσων αυτονομιστών σε μια σύγκρουση που έχει μέχρι στιγμής στοιχίσει περισσότερες από 10.000 ζωές.
"Οι επιχειρήσεις που υποστηρίζουν την κατασκευή των δύο αγωγών υπονομεύουν ενεργά την ασφάλεια της Ουκρανίας και της Ευρώπης", έγραψε ο Πρεσβευτής Γκρένελ.
Τις αντιρρήσεις των ΗΠΑ μοιράζονται και πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Πολωνία και άλλες, κυρίως εκείνες που σήμερα κερδίζουν από την “ουκρανική διαδρομή”, καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ.
Η Γερμανίδα καγκελάριος πάντως σε πρόσφατες δηλώσεις της έχει υπογραμμίσει ότι τα συμφέροντα της Ουκρανίας θα προστατευθούν, καθώς κάποιες ποσότητες ρωσικού αερίου θα συνεχίσουν να μεταφέρονται μέσω της χώρας, ακόμα και όταν ο Nord Stream 2 τεθεί σε λειτουργία.
Παράλληλα το Βερολίνο δρομολογεί την κατασκευή τερματικών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στη βόρεια ακτή της Γερμανίας για να δεχτεί φορτία δια θαλάσσης, από τις ΗΠΑ.
Πέρα από την Ουκρανία, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει συνδέσει ρητά τις καταγγελίες για το ρωσικό αέριο με την προσπάθειά του να πείσει τις ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ να διαθέσουν περισσότερα κονδύλια από τον προϋπολογισμό τους για τον αμυντικό εξοπλισμό τους
Η Γερμανία, που έχει δεσμευτεί εδώ και καιρό να επιτύχει το στόχο της διάθεσης του 2% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες, πέρυσι διέθεσε μόνον το 1,24% του ΑΕΠ έναντι 3,5% του ΑΕΠ που δίνουν οι ΗΠΑ για τον ίδιο σκοπό.