Οι λεγόμενοι τελικοί πελάτες, δηλαδή οι επιχειρήσεις που έχουν κλείσει και εξακολουθούν να χρωστούν στη ΔΕΗ ή οι καταναλωτές που έχουν αλλάξει ΑΦΜ και έχουν απλήρωτους λογαριασμούς αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα όσον αφορά στο μείζον θέμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών, όπως δήλωσε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Μανώλης Παναγιωτάκης.
Οι οφειλές των περίπου 600.000 καταναλωτών που ανήκουν στην κατηγορία αυτή φθάνουν στα 800 εκατ. ευρώ και όπως δείχνουν οι μέχρι στιγμής εξελίξεις είναι μάλλον αδύνατον να εισπραχθούν.
Το σύνολο των οφειλών στη Μέση και Χαμηλή Τάση ανέρχεται στα 1,7 δις ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των 800 εκατ ευρώ, από τους τελικούς πελάτες. Οι βιομηχανίες στην Υψηλή Τάση χρωστούν περί τα 400 εκατ ευρώ (πάνω από 280 εκατ. ευρώ είναι μόνον οι οφειλές της ΛΑΡΚΟ) και γύρω στα 200 εκατ ευρώ είναι οι οφειλές του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
ΛΑΡΚΟ
Κρίσιμοι παράμετροι για τον τρόπο αποπληρωμής των οφειλών της ΛΑΡΚΟ προς τη ΔΕΗ που δημιουργήθηκαν στο μεσοδιάστημα από την υπογραφή της προηγούμενης σύμβασης, το 2017, θα πρέπει να διευθετηθούν ως το τέλος Ιανουαρίου, στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο εταιριών, προκειμένου να υπογραφεί η νέα σύμβαση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, όπως δήλωσε χθες ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Μανώλης Παναγιωτάκης.
Πρόσθεσε ότι οι οφειλές αυτές ανέρχονται σε περίπου 90 εκατ. ευρώ και άφησε να εννοηθεί ότι για τα υπόλοιπα βασικά σημεία της νέας σύμβασης φαίνεται να έχει επέλθει συμφωνία.
Ας σημειωθεί ότι το σύνολο των οφειλών της ΛΑΡΚΟ προς τη ΔΕΗ ανέρχεται σε περίπου 300 εκατ. ευρώ.
Πάντως ο κ Παναγιωτάκης δεν έκρυψε και την επιφυλακτικότητά του για την τελική έκβαση της διαπραγμάτευσης, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι δεν μπορεί να είναι ήσυχος με δεδομένο το ιστορικό της ΛΑΡΚΟ και τις προηγούμενες συμπεριφορές της.
Από τα πιο βασικά προαπαιτούμενα της ΔΕΗ για να προχωρήσει στην όποια συμφωνία είναι η εξόφληση των τρεχόντων λογαριασμών και η παροχή εγγυήσεων από τη ΛΑΡΚΟ για την εξόφληση των παλαιών οφειλών. Προς το σκοπό αυτό, η ΛΑΡΚΟ πρέπει να μειώσει την παραγωγής της κατά 20%, ώστε να περιοριστεί και η κατανάλωση ρεύματος, αλλά να μειώσει και το υπόλοιπο λειτουργικό κόστος της, για το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει παρουσιάσει κάποιο business plan.