Στην επιβολή φόρου επί του CO2, μετά τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων, φαίνεται πως προσανατολίζεται η Ευρώπη, προωθώντας ταυτόχρονα την κατάργηση του δικαιώματος βέτο των χωρών-μελών, όσον αφορά στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τους περιβαλλοντικούς φόρους. Πρόκειται για μία ακόμα δραστική ενέργεια στο πλαίσιο της πολιτικής για το Κλίμα. Αν τελικώς υιοθετηθεί ο νέος πράσινος φόρος, μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση του ενεργειακού κόστους, όχι μόνον στην ηλεκτρική ενέργεια, πλήττοντας ιδιαίτερα χώρες, όπως η Ελλάδα, που χρησιμοποιούν λιγνίτη, αλλά και στη θέρμανση και στην κίνηση (πετρέλαιο-φυσικό αέριο).
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σκοπεύει να υποβάλει πρόταση κατάργησης της δυνατότητας των κρατών μελών να ασκούν βέτο στην επιβολή περιβαλλοντικών φόρων, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το Euractiv. Μέχρι σήμερα όλοι οι φόροι, συμπεριλαμβανομένων των πράσινων φόρων, λαμβάνονται με ομόφωνη απόφαση των 28 χωρών- μελών. Το δικαίωμα αυτό προβλέπεται ρητά στη Συνθήκη της Λισαβόνας , η οποία αναφέρει ότι η ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική διαμορφώνεται με ομόφωνη απόφαση των χωρών- μελών. Τώρα η Επιτροπή επιδιώκει οι αποφάσεις για τους περιβαλλοντικούς φόρους να λαμβάνονται με ψηφοφορία κατά πλειοψηφία και τα κράτη - μέλη να μην μπορούν να ασκούν βέτο, υποστηρίζοντας ότι το βέτο έχει κατ΄ επανάληψη αποτρέψει την υιοθέτηση «πράσινων φόρων», αφαιρώντας ένα σημαντικό όπλο από τη φαρέτρα των Βρυξελλών στη μάχη για την Κλιματική Αλλαγή.
Ο αρμόδιος Επίτροπος για το Κλίμα Miguel Arias Cañete, δήλωσε στο EURACTIV ότι «το σημερινό πλαίσιο φορολόγησης της ενέργειας, ηλικίας 16 ετών, είναι σαφώς ξεπερασμένο» και ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να συμμετέχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο μέλλον. Πρόσθεσε δε ότι η οικοδόμηση της Ενεργειακής Ένωσης ήταν δυνατή διότι θέματα όπως η ανανεώσιμη ενέργεια και η ασφάλεια του εφοδιασμού δεν χρειάζονται ομοφωνία.
Η πρώτη απόπειρα για την επιβολή φόρου CO 2 έγινε από την Κομισιόν το 2011 και απέτυχε λόγω της απαίτησης ομοφωνίας. Ας σημειωθεί ότι οι κοινοί κανόνες για τη φορολογία της ενέργειας χρονολογούνται από το 2003.
Υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Επιτροπής, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 , έχουν πιέσει για την υιοθέτηση φόρου CO2, χωρίς αποτέλεσμα μέχρι στιγμής λόγων της αντίδρασης ορισμένων χωρών. Υπάρχουν πάντως χώρες, όπως η Βρετανία που εφαρμόζει φόρο άνθρακα και άλλες όπως η Γαλλία, όπου η προσπάθεια του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να εισάγει ένα πράσινο φόρο προσέκρουσε στην αντίδραση των Κίτρινων Γιλέκων.
Αναλυτές πάντως εκτιμούν ότι η επιβολή του φόρου CO 2 θα είναι ένα από τα πρώτα μέτρα που θα τεθούν στο τραπέζι σε περίπτωση που τελικώς περάσει η πρόταση της Κομισιόν για τη λήψη αποφάσεων κατά πλειοψηφία αντί με ομοφωνία, όσον αφορά στην επιβολή περιβαλλοντικών φόρων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε σχετικό κείμενο με τις θέσεις της Κομισιόν τονίζεται ότι οι φορολογικές απαλλαγές σε τομείς όπως οι αεροπορικές, θαλάσσιες και οδικές μεταφορές αποδυναμώνουν σημαντικά τα κίνητρα για επενδύσεις σε ενεργειακά αποδοτικότερα μέσα και υποδομές.
Οπως αναφέρει το Εuractiv, η Κομισιόν υποστηρίζει ότι δεν χρειάζεται να αλλάξουν οι θεμελιώδεις κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καλεί τους ηγέτες της να χρησιμοποιήσουν την «προφανή διαδρομή» που προσφέρει η Συνθήκη της Λισαβόνας για να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο αποφασίζονται τα ζητήματα της περιβαλλοντικής φορολογίας. Σύμφωνα πάντα με την Κομισιόν η Συνθήκη του 2007, η οποία διέπει τη λειτουργία της ΕΕ, περιλαμβάνει ήδη τον οδικό χάρτη για να αρθεί το δικαίωμα του βέτο χωρίς να χρειάζεται πλήρης αλλαγή της Συνθήκης.
Πάντως η πρόταση για κατάργηση της ομοφωνίας ενδέχεται να απαιτήσει ομόφωνη απόφαση από το Συμβούλιο, καθώς και έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Μελέτη της εσωτερικής ομάδας προβληματισμού της Κομισιόν, του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πολιτικής Στρατηγικής, αναφέρει ότι η κατάργηση του βέτο θα μεταβάλλει τη δυναμική του τρόπου με τον οποίο διαπραγματεύονται οι νόμοι.
«Η απλή δυνατότητα ψηφοφορίας ενθαρρύνει την αλλαγή στις συμπεριφορές, αναγκάζοντας τα κράτη μέλη να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις και να επιτύχουν συμβιβασμό».
Παράλληλα με την κατάργηση του βέτο των χωρών- μελών για τους πράσινους φόρους, η Κομισιόν προωθεί και την αναθεώρηση της συνθήκης για την πυρηνική ενέργεια Euratom, η οποία χρονολογείται από το 1957.
Το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει εντάξει στο ίδιο κείμενο τον πράσινο φόρο και την αναθεώρηση της Euratom δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού τα δύο αυτά θέματα θεωρούνται εγγενώς συνδεδεμένα, καθώς η πυρηνική ενέργεια εκλαμβάνεται ως πράσινη επειδή δεν εκπέμπει CO2 και έτσι οι χώρες που στηρίζονται σε αυτή, όπως η Γαλλία, είναι από τις πρώτες που υποστηρίζουν την ανάγκη υιοθέτησης φόρου CO2.