Oi διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς για τα ενεργειακά και κυρίως τα ζητήματα που πηγάζουν από τη δέσμευση για τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ και τη λύση που θα διαδεχθεί τα ΝΟΜΕ, αναμένεται να συνεχιστούν και μετά την αποχώρησή τους από την Αθήνα, παρότι την ερχόμενη την Πέμπτη, 23 Ιανουαρίου, έχει οριστεί το ραντεβού του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστή Χατζηδάκη με τους εκπροσώπους των δανειστών.
Οι θεσμοί και ειδικά η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ δείχνει να επιμένει ιδιαίτερα στην εξεύρεση μίας φόρμουλας, που θα εξασφαλίζει τη διάθεση ενός μέρους - κατ’αρχήν του 40%- της λιγνιτικής παραγωγής της ΔΕΗ σε τρίτους, προκειμένου να εφαρμοστεί η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που έχει καταδικάσει την Ελλάδα για το μονοπώλιο της ΔΕΗ στους λιγνίτες. Η εξαγγελία της ελληνικής πλευράς για απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων ως το τέλος του 2023, πλην της υπό κατασκευή “Πτολεμαϊδας 5” που θα λειτουργήσει το 2021 και θα σταματήσει να καίει λιγνίτη το 2028 αντιμετωπίζεται πολύ επιφυλακτικά από τους Ευρωπαίους, οι οποίοι δεν έχουν πειστεί ούτε ότι το μέτρο θα εφαρμοστεί όπως εξαγγέλλεται, ούτε ότι αρκεί για να λειτουργήσει ως εναλλακτική “ισοδύναμη” λύση για την εφαρμογή τόσο της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όσο και των ΝΟΜΕ, που καταργήθηκαν πρόωρα.
Από τις επαφές που είχαν ως σήμερα τα τεχνικά κλιμάκια των δύο πλευρών προκύπτει , σύμφωνα με πληροφορίες, ότι DGComp ζητεί να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα που θα διασφαλίζουν ότι η ΔΕΗ διαθέτει στον ανταγωνισμό ποσοστό της λιγνιτικής της παραγωγής, το οποίο θα μειώνεται, ανάλογα με την πορεία του προγράμματος απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων. Στο πλαίσιο αυτό έχει τεθεί στο τραπέζι η σύσταση μίας εταιρίας ειδικού σκοπού, η οποία κατ’ ουσίαν θα λειτουργεί ως virtual power plant και μέσω της οποίας η ΔΕΗ θα πουλά ενέργεια στον ανταγωνισμό. Τα δύο βασικά ερωτήματα που προκύπτουν είναι σε ποια τιμή θα πουλά η εταιρία αυτή το ρεύμα στον ανταγωνισμό αλλά και τι ρεύμα θα πουλά, αν δηλαδή θα προέρχεται μόνον από τα λιγνιτικές ή και από τις υδροηλεκτρικές μονάδες.
‘Οσον αφορά στην τιμή, προκύπτει το ζήτημα του πώς θα καθορίζεται, με την ελληνική πλευρά να προτείνει τον προσδιορισμό της με βάση υπουργικές αποφάσεις , οι οποίες θα λαμβάνουν υπόψη το κόστος παραγωγής. Η DG Comp όμως έχει διαφορετική άποψη, θωρώντας ότι η τιμή θα πρέπει να προκύπτει ανταγωνιστικά και στο πλαίσιο αυτό αντιπροτείνει τη διεξαγωγή δημοπρασιών ηλεκτρισμού…..μια πρακτική που θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τα ΝΟΜΕ.
Το άλλο “αγκάθι” της διαβούλευσης είναι αν τα πακέτα ηλεκτρισμού που θα διαθέτει το virtual power plant θα περιέχουν εκτός από λιγντικό και υδροηλεκτρικό ρεύμα. Και τούτο γιατί κα’αρχην η Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ επιμένει ότι αποδέκτες των πακέτων πρέπει να είναι τόσο οι μεγάλοι καταναλωτές ηλεκτρισμού (δηλαδή οι βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας) όσο και οι προμηθευτές. Οι βιομηχανίες, καθώς έχουν τη δυνατότητα να αντισταθμίσουν το κόστος του CO2 θα μπορούσαν να αγοράσουν “πακέτα λιγντικού ηλεκτρισμού” σε ενδιαφέρουσες τιμές. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τους προμηθευτές, οι οποίοι δεν αντισταθμίζουν το CO2, οπότε τα “πακέτα των λιγντικών μεγαβατωρών”, μπορεί να μην είναι φθηνά γι’ αυτούς. Έτσι επανέρχεται στη συζήτηση η υδροηλεκτρική ενέργεια και αν το μείγμα του virtural power plant θα πρέπει να περιέχει εκτός από λιγντικές μεγαβατώρες και μία ποσότητα μεγαβατωρών από τα υδροηλεκτρικά της ΔΕΗ, προκειμένου να δημιουργηθούν ελκυστικά πακέτα τόσο για τις βιομηχανίες όσο και τους προμηθευτές ηλεκτρισμού.
Η πολυπλοκότητα του θέματος και οι διαφορετικές προσεγγίσεις της κάθε πλευράς είναι μάλλον ο λόγος, που εντός της ερχόμενης εβδομάδας αναμένεται να μεταβεί στις Βρυξέλλες η γενική γραμματέας Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου, ενώ δεν αποκλείεται την έδρα της ΕΕ να επισκεφθεί και ο υφυπουργός Ενέργειας Γεράσιμος Θωμάς. Στο πλαίσιο αυτό δε, κύκλοι του υπουργείου δεν αποκλείουν οι διαπραγματεύσεις να συνεχιστούν και μετά την ολοκλήρωση των επαφών της Αθήνας για την πέμπτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση της οικονομίας και να κρατήσουν ως τα μέσα Φεβρουαρίου.