H πολιτική διαμάχη για το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων μπορεί να “έχει ανάψει¨ για τα καλά, με τις εκατέρωθεν ανακοινώσεις της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, όμως η Ευρώπη επιμένει στους δικούς της ρυθμούς.
Νέα έκθεση του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Κομισιόν (JRC) υποστηρίζει ότι η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια μπορεί να δημιουργήσει περισσότερες θέσεις εργασίας από αυτές που προσφέρει σήμερα ο τομέας του άνθρακα.
Η μελέτη, που δημοσιοποιήθηκε μετά την ανακοίνωση του ευρωπαϊκού Green Deal επικαλείται στοιχεία από περιοχές της ΕΕ, των οποίων η οικονομική δραστηριότητα είναι συνδεδεμένη με τον άνθρακα και μάλιστα όπως αναφέρει η θετική προοπτική για την απασχόληση συναντάται σε περισσότερο από το 50% των περιοχών αυτών.
Tαυτόχρονα άλλη έρευνα του οργανισμού Agora Energiewende and Sandbag δείχνει ότι το 2019 στην ΕΕ μειώθηκαν με ρυθμούς ρεκόρ οι εκπομπές CO2 του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας, καταγράφοντας πτώση 12% ή κατά 120 εκατομμύρια τόνους
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιθάνθρακα και λιγνίτη ελαττώθηκε σε όλες τις χώρες της ΕΕ, και συνολικά μειώθηκε κατά 24%.
Η έκθεση του JRC στηρίζει την αισιοδοξία της για την απασχόληση στη μετα- ανθρακική εποχή στην ανάπτυξη τεχνολογιών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στις περιοχές που είναι συνδεδεμένες με τον άνθρακα και εκτιμά ότι οι ΑΠΕ μπορεί να δημιουργήσουν έως και 315.000 θέσεις εργασίας έως το 2030 και έως 460.000 έως το 2050.
Σήμερα ο τομέας του άνθρακα στην Ευρώπη απασχολεί περί τα 200.000 άτομα στον τομέα του άνθρακα.
Σύμφωνα πάντα με την έκθεση, το μέγιστο τεχνικό δυναμικό στις περιοχές αυτές μόνο για αιολική ενέργεια υπολογίζεται σε 821 GW και θα μπορούσε να πενταπλασιάσει την εγκατεστημένη ισχύ των αιολικών πάρκων στην ΕΕ (~ 169 GW).
Ας σημειωθεί ότι οι επενδύσεις καθαρής ενέργειας στις περιοχές, όπου σήμερα εξορύσσεται άνθρακας, μπορούν να αξιοποιήσουν τις υποδομές ηλεκτρισμού που ήδη υπάρχουν.
Η σταδιακή κατάργηση του άνθρακα είναι ήδη μια συνεχής πραγματικότητα στην Ευρώπη και σε πολλές περιφέρειες έχει ήδη αρχίσει η ενεργειακή μετάβαση.
Στο Visonta της Ουγγαρίας έχουν εγκατασταθεί 72.500 φωτοβολταϊκά πάνελ σε ανθρακωρυχεία, καθώς και στο Klettwitz της Γερμανίας, όπου πέντε αιολικά πάρκα τοποθετούνται σε ορυχεία άνθρακα.
Πολλά κράτη μέλη, όπως η Πολωνία και η Τσεχία, έχουν τροποποιήσει τα προγράμματα περιφερειακής ανάπτυξης που συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ για την αύξηση της οικονομικής στήριξης στις περιοχές άνθρακα.
Περαιτέρω, οι εκπρόσωποι από τις περιφέρειες άνθρακα συναντώνται και συζητούν έργα και ορθές πρακτικές με τη χρήση της ειδικής για τον σκοπό αυτό πλατφόρμας που σχεδίασε και έθεσε σε λειτουργία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Δεκέμβριο του 2017
Από τη μελέτη στοιχείων σε 42 περιφέρειες άνθρακα της ΕΕ προκύπτει ότι είκοσι οκτώ περιοχές παρουσιάζουν υψηλό δυναμικό για την ανάπτυξη πρόσθετων τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας. Επτά περιφέρειες παρουσιάζουν μεσαίες δυνατότητες, ενώ στις υπόλοιπες επτά περιφέρειες το δυναμικό μπορεί να μην είναι αρκετό για να αντισταθμίσει την απασχόληση στις τρέχουσες δραστηριότητες.
Ρύποι
Εν τω μεταξύ, καθώς πολλές ανθρακικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής κλείνουν, το 2019 οι εκπομπές ρύπων από τον τομέα της παραγωγής ηλεκτρισμού περιορίστηκαν κατά 12%. Οι ανθρακικές μονάδες που αποσύρθηκαν αντικαταστάθηκαν κατά το ήμισυ από το φυσικό αέριο και κατά το υπόλοιπο μισό από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αναφέρει η έκθεση του εξειδικευμένου οργανισμού Agora Energiewende and Sandbag
Η μείωση της εκπομπής ρύπων το 2019 ήταν η μεγαλύτερη που έχει σημειωθεί σε ετήσια βάση τουλάχιστον από το 1990 και οφείλεται κυρίως στη Γερμανία, την Ισπανία, τις Κάτω Χώρες, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία, οι οποίες μαζί καλύπτουν το 80% της μείωσης
Τα επόμενα πέντε χρόνια στη Δυτική Ευρώπη, το 70% του συνόλου των μονάδων άνθρακα θα έχει αποσυρθεί, σύμφωνα με τις εξαγγελίες που έχουν κάνει ως σήμερα διάφορες χώρες. Το 2030 εκτιμάται ότι μόνον σε ένα περιορισμένο αριθμό χωρών-μελών της ΕΕ, στη Γερμανία, τη Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, τη Τσεχία και τη Σλοβενία, θα λειτουργούν ακόμα ανθρακικές μονάδες.
Σε παγκόσμιο επίπεδο η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον άνθρακα εκτιμάται ότι μειώθηκε κατά περίπου 3% το 2019.
Μετακίνηση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και φυσικό αέριο
Περίπου το ½ της ανθρακικής ηλεκτροπαραγωγής αντικαταστάθηκε από ΑΠΕ, των οποίων το μερίδιο ανήλθε σε 34,6% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, καταρρίπτοντας νέο ρεκόρ. Το άλλο μισό αντικαταστάθηκε από φυσικό αέριο το οποίο είναι μεν ορυκτό καύσιμο αλλά εκπέμπει περίπου 50% λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα σε σχέση με τον άνθρακα, όταν καίγεται σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής.
Σε μεγάλο βαθμό, η μείωση της χρήσης άνθρακα για ηλεκτροπαραγωγή στην Ευρώπη προκλήθηκε από την αύξηση της τιμής των εκπομπών CO2 σε περίπου 25 ευρώ ανά τόνο, πράγμα που κατέστησε το ρεύμα που παράγεται από καύση άνθρακα πιο ακριβό από την ηλεκτροπαραγωγή από το φυσικό αέριο, την πυρηνική ενέργεια και τις ΑΠΕ
Η έκθεση της Agora Energiewende and Sandbag χαρακτηρίζε το 2019 χρονιά αποφασιστικής καμπής, καθώς για πρώτη φορά, οι σταθμοί αιολικής ενέργειας και τα φωτοβολταϊκά στην ΕΕ παρήγαγαν περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια, από ό, τι οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργούν με καύση άνθρακα.
Οι χώρες που είχαν τους πιο φιλόδοξους στόχους, όσον αφορά στην επέκταση της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας βίωσαν τη μεγαλύτερη πτώση στις τιμές αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας, ανέφερε η έκθεση.
Οι ΑΠΕ το 2018 κάλυψαν το 18% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας της ΕΕ, σύμφωνα με τη Eurostat.
Ο στόχος για το 2020 είναι οι ΑΠΕ να καλύπτουν το 20% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας.
Ανσλυτές πάντως εκτιμούν ότι ενώ ο στόχος για τις ΑΠΕ το 2020 είναι εφικτός, παραμένουν οι ανησυχίες σχετικά με την ικανότητα της Ευρώπης να ανεβάσει ταχύτητα και να ανταποκριθεί στον πιο απαιτητικό στόχο για το 2030, καθώς θα πρέπει να εξασφαλιστεί η αποδοχή από το κοινό για την πληθώρα των νέων έργων και να απλουστευτεί η αδειοδότηση, που είναι οι δύο πιο κρίσιμοι παράγοντες επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης των νέων αιολικών και ηλιακών εκμεταλλεύσεων σε πολλές χώρες της ΕΕ. Το άλλο μεγάλο ερώτημα είναι η ταχύτητα με την οποία μπορούν να επεκταθούν τα δίκτυα και οι άλλες εγκαταστάσεις που χρειάζονται για την υποδοχή των πρόσθετων ΑΠΕ