Η πανδημία του κορωνοϊού μπορεί να έχει φέρει τα πάνω-κάτω στην ευρωπαϊκή οικονομία και να προκαλεί κλυδωνισμούς στο νέο “Green Deal”, όμως στην Ευρώπη επιμένουν: Mελέτη του Bloomberg NEF εκτιμά ότι θα χρειαστεί αύξηση κατά περίπου 75% της εγκατεστημένης ισχύος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές ρύπων κατά 60% έως το 2050.
Η άμεση και έμμεση ηλεκτροδότηση των μεταφορών, των κτιρίων και της βιομηχανίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση κατά 60% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε ολόκληρη την Ευρώπη μέχρι το 2050, αλλά αυτό θα απαιτήσει μαζική αύξηση της καθαρής παραγωγής ενέργειας, αναφέρει η μελέτη, υπογραμμίζοντας ότι ένας παράγων που θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά είναι η σύνδεση του φυσικού αερίου με την ηλεκτρική ενέργεια.
Οι μεταφορές, τα κτίρια και η βιομηχανία είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές ενέργειας στην Ευρώπη και μάλιστα μόνο η θέρμανση είναι υπεύθυνη για περίπου το μισό της ενεργειακής κατανάλωσης της ΕΕ. Πρόκειται δε για τομείς που εξακολουθούν να βασίζονται κυρίως στα ορυκτά καύσιμα, τα οποία ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος των ανθρωπογενών εκπομπών ρύπων του πλανήτη.
Η σύνδεση όλων αυτών των τομέων σε ένα «υβριδικό» ενεργειακό σύστημα που να συνδυάζει φυσικό αέριο και ηλεκτρικό ρεύμα αποτελεί μέρος των τελευταίων σχεδιασμών στις Βρυξέλλες, ώστε να επιτευχθεί η βαθιά μείωση των εκπομπών στις μεταφορές, τα κτίρια και τη βιομηχανία.
Ωστόσο, αυτό θα απαιτήσει τεράστιες επενδύσεις στην καθαρή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και διαρθρωτικές αλλαγές στους κανόνες της ΕΕ για την ενεργειακή αγορά, αναφέρει η έκθεση.
Το μοντέλο της “σύζευξης” του ενεργειακού τομέα, στο οποίο αναφέρεται το Bloomberg NEF περιλαμβάνει ηλεκτρικά οχήματα στις μεταφορές, ηλεκτρικά συστήματα θέρμανσης όπως αντλίες θερμότητας σε κτίρια και σε ορισμένα τμήματα της βιομηχανίας, καθώς και μετάβαση στο «πράσινο υδρογόνο», το οποίο παράγεται με ηλεκτρόλυση με ενέργεια από ΑΠΕ για την παροχή θερμότητας σε κτίρια και τη βιομηχανία.
Η σύζευξη των τομέων θα απαιτήσει την εγκατάσταση πρόσθετης δυναμικότητας και τη δημιουργία υποδομών σε γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ηλεκτρολύτες και εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο, κάτι το οποίο θα συνεπάγονται επιπλέον κόστος.
Μέχρι το 2050, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας σε μια χώρα όπως το Ηνωμένο Βασίλειο ή η Γερμανία αναμένεται να είναι «σχεδόν διπλάσια από ό, τι θα ήταν χωρίς τη σύνδεση του τομέα», αναφέρει η έκθεση. Συνολικά, το Bloomberg NEF εκτιμά ότι το σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας θα απαιτήσει «περίπου 75% περισσότερη παραγωγική ικανότητα» μέχρι το 2050 σε σύγκριση με αυτό που θα χρειαζόταν χωρίς τη σύνδεση.
Οι δαπάνες αυτές αναμένεται να εξισορροπηθούν σε κάποιο βαθμό με συνέργειες σε άλλες περιοχές, π.χ. όταν οι αντλίες θερμότητας χρησιμοποιούνται για την ψύξη ενός κέντρου δεδομένων και η υπερβολική θερμότητα παραδίδεται σε ένα δίκτυο τηλεθέρμανσης.