Σε διελκυνστίδα μεταξύ της βαριάς βιομηχανίας της Ευρώπης, των εταιριών τσιμέντου, χάλυβα και αλουμινίου με τα διεθνή επενδυτικά fund τείνει να εξελιχθεί η διαβούλευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επιβολή φόρου άνθρακα στα σύνορα της ΕΕ.
Η βιομηχανία φαίνεται να τάσσεται υπέρ του μέτρου ενώ τα funds θεωρούν ο φόρος άνθρακα μαζί με τη διατήρηση άλλων μέτρων, όπως τα δωρεάν δικαιώματα ρύπων που κατανέμονται στις ρυπογόνες βιομηχανίες δημιουργούν ένα διπλό προστατευτισμό, που δεν βοηθά στους στόχους για τη μείωση του CO 2. Aυτό τουλάχιστον προκύπτει από τις περισσότερες από 200 απαντήσεις που έχει συγκεντρώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης για την επιβολή τέλους άνθρακα στα σύνορα και εάν το μέτρο αυτό θα αντικαταστήσει ή θα εφαρμοστεί ανεξάρτητα από το υφιστάμενο σύστημα διανομής δωρεάν δικαιωμάτων ρύπων.
Με δηλώσεις τους στο Reuters οι διαχειριστές κεφαλαίων μιλούν για «διπλή αποζημίωση», ενώ από την πλευρά τους οι εκπρόσωποι των βιομηχανιών δηλώνουν ότι αυτό που ζητούν είναι οι εισαγωγείς από τρίτες χώρες να αντιμετωπίζονται όπως η ευρωπαϊκή παραγωγή.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει να δημοσιεύσει την πρόταση για την επιβολή τελών άνθρακα στα σύνορα της ΕΕ το 2021.
Τα επενδυτικά funds ανησυχούν μήπως οι πιέσεις της ευρωπαϊκής βιομηχανίας υπονομεύσουν τους στόχους για την κλιματική ουδετερότητα ως το 2050, υποστηρίζοντας ότι η βιομηχανία να διατηρήσει η ΕΕ το υφιστάμενο καθεστώς στήριξης μέσω δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων και παράλληλα να προστατευτεί από εισαγωγές από το εξωτερικό.
Εκπρόσωποι εταιριών τσιμέντου και χάλυβα που μίλησαν στο Reuters δήλωσαν ότι οι ανησυχίες αυτές είναι άστοχες και δεσμεύτηκαν πλήρως για το στόχο της ΕΕ να μηδενίσει τις εκπομπές CO 2 μέχρι το 2050.
«Ως εταιρεία το καλωσορίζουμε τους στόχους της ΕΕ», δήλωσε ο Cedric de Meeus, εκπρόσωπος της ελβετικής τσιμεντοβιομηχανίας LafargeHolcim. «Θα είναι μια σύνθετη μετάβαση. Είμαστε έτοιμοι να παίξουμε το ρόλο μας», πρόσθεσε ο de Meeus.
Η επιβολή τέλους CO2 στα σύνορα ΕΕ αποτελεί κεντρικό πυλώνα πολιτικής της προέδρου της Κομισιόν Ursula von der Leyen και αποσκοπεί στην προστασία των επιχειρήσεων που επιβαρύνονται με το κόστος των κλιματικών στόχων, ώστε να αποτραπεί η λεγόμενη “διαρροή άνθρακα” δηλαδή η μεταφορά της παραγωγής των επιχειρήσεων σε περιοχές του πλανήτη με λιγότερο αυστηρές πολιτικές για το κλίμα.
Ωστόσο όπως δήλωσε στο Reuters η Stephanie Pfeifer επικεφαλής του Institutional Investors Group on Climate Change «οι εταιρείες δεν θα πρέπει να αποζημιώνονται δύο φορές για τους πιθανούς κινδύνους διαρροής άνθρακα». T
Τo Institutional Investors Group on Climate Change είναι ένας ευρωπαϊκός φορέας που εκπροσωπεί κυρίως συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικούς φορείς, οι οποίοι διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία ύψους 30 τρις. ευρώ. Τα 230 επενδυτικά μέλη του έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους, μετοχές και ομόλογα σε ευρωπαϊκές επιχειρήσεις χάλυβα και τσιμέντου.
«Ο δρόμος για τις μηδενικές εκπομπές CO2 των τσιμεντοβιομηχανιών φαίνεται να χάνει το σήμα», δήλωσε στο Reuters ο Bruce Duguid, επικεφαλής του βρετανικού κλάδου του Hermes. «Δεν συμφωνούμε ότι είναι απαραίτητο να υπάρχουν ταυτόχρονα δωρεάν δικαιώματα εκπομπών και μηχανισμός προσαρμογής», πρόσθεσε.
«Η αποφυγή της διαρροής άνθρακα - επιτρέποντας την παραγωγή περισσότερου χάλυβα εκτός ΕΕ με λιγότερο αυστηρά περιβαλλοντικά πρότυπα - είναι απολύτως απαραίτητη, εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί η Ευρώπη να φθάσει σε μηδενικές εκπομπές άνθρακα 2050», δήλωσε εκπρόσωπος της ArcelorMittal, της μεγαλύτερης εταιρίας παραγωγής χάλυβα στον κόσμο .
Πάντως ενώσεις επιχειρήσεων όπως η Cembureau, η Eurofer που αντιπροσωπεύει τους χαλυβουργούς και η European Aluminium, θεωρούν ότι ο φόρος CO2 στα σύνορα πρέπει να συμπληρώνει και να μην αντικαθιστά τα δωρεάν δικαιώματα ρύπων.
Μεταξύ των εταιριών που έχουν υιοθετήσει αυτή τη στάση είναι η LafargeHolcim και η ArcelorMittal, ενώ η μεγαλύτερη γερμανική χαλυβουργία ThyssenKrupp δήλωσε στο Reuters ότι έχει την ίδια θέση.
«Είναι απαραίτητο να ενισχυθεί και να συνεχιστεί η δωρεάν διάθεση δικαιωμάτων εκπομπής στο πλαίσιο του ETS μέχρι το 2030, εφαρμόζοντας ρεαλιστικά κριτήρια αναφοράς και χωρίς πρόσθετη μείωση των πιστώσεων», δήλωσε η ThyssenKrupp.
Η Cembureau, η Eurofer και η LafargeHolcim δήλωσαν ότι δεν επιδιώκουν διπλή αποζημίωση, αλλά προτείνουν ένα υβριδικό σύστημα στο πλαίσιο του οποίου θα αποφεύγεται να καλύπτονται οι ίδιες εκπομπές και από τις δύο μορφές προστασίας.
Σύμφωνα με την πρότασή τους, οι εταιρείες της ΕΕ θα συνεχίσουν να λαμβάνουν δωρεάν δικαιώματα άνθρακα, ενώ οι εταιρείες που εξάγουν στην Ευρώπη θα λάβουν ένα μερίδιο των «ελεύθερων» δικαιωμάτων εκπομπών και θα καταβάλλουν φόρο συνοριακής εκπομπής διοξειδίου άνθρακα για τυχόν επιπλέον εκπομπές.
«Αυτό που ζητάμε είναι οι εισαγωγείς από τρίτες χώρες να αντιμετωπίζονται όπως οι ευρωπαίοι παραγωγοί», δήλωσε ο επικεφαλής της Cembureau Koen Coppenholle στο Reuters.
Η European Aluminium δήλωσε ότι τα υφιστάμενα μέτρα προστασίας θα πρέπει να μείνουν ανέγγιχτα καθώς ένας συνοριακός φόρος δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει πλήρως το κόστος του άνθρακα του κλάδου, το οποίο οφείλεται κυρίως στις μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτούνται για την παραγωγή αλουμινίου.