Σαφές μήνυμα προς την κεντρική εξουσία ότι εάν δεν έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη η παρούσα δημοσιονομική ισορροπία δεν θα είναι διαχειρίσιμη, κατά συνέπεια, «κλειδί» των εξελίξεων αποτελούν οι μεταρρυθμίσεις, έστειλαν τα 7 μεγαλύτερα διμερή Επιμελητήρια, επί τη βάσει μελέτης που εκπονήθηκε από το 'Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανιών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και την The Boston Consulting Group (BCG), με τίτλο «O ρόλος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και οι προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας», σε συνέντευξη που έδωσαν οι επικεφαλής τους στο ξενοδοχείο Μεγ.Βρετανία.
Δίνοντας τον τόνο της εκδήλωσης, ο Πρόεδρος Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Σίμος Αναστασόπουλος, τόνισε ότι είναι αδήριτη ανάγκη να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Οικονομίας, να τονωθεί η εξωστρέφεια και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Ειδικότερα, οι κύριες διαπιστώσεις της μελέτης του ΙΟΒΕ, όπως τις παρουσίασε ο Γεν. Διευθυντής του, καθηγητής, Νίκος Βέττας, συνοψίζονται στα εξής:
-Η ελληνική οικονομία σταθεροποιείται μετά από έξι χρόνια βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης. Η ισορροπία επανέρχεται τόσο στο δημοσιονομικό τομέα, όσο και στο εξωτερικό ισοζύγιο.
-Σε πολλούς και σημαντικούς τομείς παρατηρείται σαφής τάση αποκλιμάκωσης των τιμών. Επιπλέον, το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω, μετά την επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος. Θετικές εξελίξεις τεκμηριώνονται επίσης στον τομέα των τραπεζών, στην ανεργία και στον εξωτερικό τουρισμό.
-Παρά τις θετικές εξελίξεις, παραμένει ισχυρός ο κίνδυνος η ελληνική οικονομία να μην πετύχει σταθερά θετικούς και σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ο βιώσιμος δρόμος για την ανάπτυξη διέρχεται από την ουσιαστική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της οικονομίας σε σχέση με το παρελθόν.
-Ο εξωτερικός δανεισμός της χώρας, τόσο του δημόσιου, όσο και του τραπεζικού τομέα, αναμένεται να συνεχίσει να αντιμετωπίζει περιορισμούς στο προβλεπόμενο μέλλον, προερχόμενους κυρίως από το κόστος του. Έτσι, η αναπτυξιακή ώθηση αναγκαστικά θα πρέπει να προέλθει από εξαγωγές, υποκατάσταση εισαγωγών και άμεσες επενδύσεις, από επιχειρήσεις και επενδυτές που βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα αλλά και από εισροή κεφαλαίων στην πραγματική οικονομία από το εξωτερικό, παρά, όπως στο πρόσφατο παρελθόν, από κατανάλωση ωθούμενη από δανεισμό.
Σύμφωνα με τους αναλυτές του ΙΟΒΕ, βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη αξιοσημείωτης αύξησης εξαγωγών και επενδύσεων αποτελούν η αναβάθμιση του εγχώριου επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Πολυάριθμες μεταρρυθμίσεις προς αυτές τις δύο βασικές κατευθύνσεις έχουν ενσωματωθεί στο Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής. Ωστόσο, συνολικά δεν φαίνεται να έχει εμπεδωθεί μια ισχυρή δυναμική ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, καθώς σε πολλούς τομείς παρατηρούνται καθυστερήσεις, αντιδράσεις και αδυναμία για πραγματικές τομές.
Η μεταρρυθμιστική πολιτική πρέπει να εστιάσει σε τέσσερα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, τα οποία καθορίζουν κατά κύριο λόγο τις προοπτικές κάθε χώρας, δηλαδή τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητά της, την εξωστρέφειά της, το ρόλο του κράτους στην οικονομία και το βαθμό πρόσβασης-συμμετοχής της κοινωνίας στις οικονομικές-τεχνολογικές εξελίξεις.
Για την υλοποίηση των τεσσάρων κατευθύνσεων του μεταρρυθμιστικού κύματος αναλύονται στην μελέτη οι μεταρρυθμίσεις που έχουν ολοκληρωθεί ή βρίσκονται στο στάδιο της εφαρμογής, καθώς και όσες είναι απαραίτητες για την ολοκλήρωση της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας, σε εννέα επιμέρους περιοχές παρεμβάσεων: Δικαιοσύνη, Φορολογικό πλαίσιο, Ασφαλιστικό σύστημα, Νεανική ανεργία, Εκπαιδευτικό Σύστημα, Έρευνα και καινοτομία, Διαφθορά, γραφειοκρατία και πολυνομία, Προμήθειες δημοσίου, Εξαγωγικός τομέας. Συγκεκριμένα, έμφαση δίδεται στις ακόλουθες περιοχές παρεμβάσεων: Ταχύτερη και αποτελεσματικότερη απονομή δικαιοσύνης, σταθερό, απλό και προβλέψιμο φορολογικό πλαίσιο, βιώσιμο και δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα, καταπολέμηση της νεανικής ανεργίας, μεγαλύτερη ευελιξία του εκπαιδευτικού συστήματος, με συνεχή αξιολόγηση για την αναβάθμισή του, προώθηση της έρευνας και εμπορική αξιοποίηση καινοτομιών, πάταξη της διαφθοράς, γραφειοκρατίας, και πολυνομίας, επιτάχυνση διαδικασιών και διαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις, ενίσχυση της διεθνοποίησης της ελληνικής οικονομίας.
Όπως εξήγησε ο κ. Βέττας, η απαραίτητη προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί να εξαντληθεί στο δημοσιονομικό πεδίο, που έχει ασκήσει ισχυρές πιέσεις στην οικονομική δραστηριότητα. Δεδομένης της παρατεταμένης και υψηλής ύφεσης στην Ελλάδα από το 2008, προκειμένου η χώρα να εισέλθει και να παραμείνει σε φάση ανάκαμψης, με υψηλούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, απαιτείται άμεσα εξέλιξη της παραγωγικής της βάσης και η διαφοροποίηση σε σύγκριση με το παρελθόν, μέσω εκτεταμένων επενδύσεων. Καθοριστική συμβολή στην εδραίωση της ανάκαμψης μπορεί να έχει η ουσιαστική βελτίωση της εξωστρέφειας. Χωρίς αυτές τις αλλαγές σε βασικές παραμέτρους του αναπτυξιακού προτύπου, -πρόσθεσε-, η σχετική ισορροπία που έχει επιτευχθεί σε δημοσιονομικό επίπεδο, στο ισοζύγιο συναλλαγών του εξωτερικού τομέα, αλλά και στο πεδίο της παραγωγικής δραστηριότητας θα παραμένει εύθραυστη και επισφαλής. Για την υποστήριξη-διευκόλυνση της αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας, είναι επιτακτική η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων στα πεδία διοικητικών παρεμβάσεων που επηρεάζουν τους βασικούς άξονες του παραγωγικού συστήματος. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η αποτύπωση της σχετικής προόδου που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια και η ανάδειξη των απαραίτητων μελλοντικών προτεραιοτήτων και ενεργειών για την ολοκλήρωση του μεταρρυθμιστικού φάσματος.
Προκειμένου εφεξής να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αποτελεσματική η μεταρρυθμιστική πολιτική και σε σύντομο χρονικό διάστημα, απαιτείται ο κατάλληλος σχεδιασμός της. Στη συγκεκριμένη διαδικασία είναι αρχικά απαραίτητος ο καθορισμός των βασικών κατευθύνσεων των μεταρρυθμιστικών αποφάσεων και ενεργειών. Η ίδιας έντασης μεταρρυθμιστική προσπάθεια σε όλα τα επίπεδα, χωρίς να έχουν τεθεί ορισμένες προτεραιότητες, ούτε μεγιστοποιεί την αποτελεσματικότητά της, ούτε επισπεύδει τις επιδιωκόμενες εξελίξεις. Στο σχεδιασμό πρέπει να ληφθούν υπόψη σε μεγάλο βαθμό οι βασικοί παράγοντες ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας που αναλύθηκαν παραπάνω, καθώς και οι πτυχές της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας που αποτελούν διαχρονικά ή τα τελευταία χρόνια τροχοπέδη στην εξέλιξή της, όπως πχ. η χαμηλή ανταγωνιστικότητά της, η αναποτελεσματικότητα της λειτουργίας του κράτους, η έντονη όξυνση της ανεργίας, ιδίως των νέων, με επακόλουθο την εξάπλωση φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού.
Τούτων δεδομένων, η μεταρρυθμιστική πολιτική πρέπει να εστιάσει, κατά το ΙΟΒΕ, σε τέσσερα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, τα οποία καθορίζουν κατά κύριο λόγο τις προοπτικές κάθε χώρας, δηλαδή τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητά της, την εξωστρέφειά της, το ρόλο του κράτους στην οικονομία και το βαθμό πρόσβασης-συμμετοχής της κοινωνίας στις οικονομικές-τεχνολογικές εξελίξεις. Αναλυτικά, λαμβάνοντας υπόψη τη σταδιακή διεύρυνση του χάσματος ανταγωνιστικότητας διαχρονικά ανάμεσα στην ελληνική οικονομία και στο μέσο όρο των ανεπτυγμένων χωρών, χρειάζονται συντονισμένες δράσεις για την ενίσχυση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας. Αυτή δεν εξαρτάται μόνο από τo σχετικό κόστος παραγωγής – στο οποίο έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια εκτεταμένες προσαρμογές – και τις τιμές των τελικών προϊόντων και υπηρεσιών. Συσχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ποιότητά τους, το τεχνολογικό τους περιεχόμενο και το βαθμό διαφοροποίησής τους. Η σημαντική βελτίωση ως προς αυτά τα χαρακτηριστικά επέρχεται διεθνώς όλο και περισσότερο μέσω της δημιουργίας και ενσωμάτωσης καινοτομιών.
Η σταδιακή αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών αποτελεί μια εκ των πλέον βασικών προϋποθέσεων για την άρση της εσωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας. Δεν επαρκεί όμως για την απαιτούμενη σημαντική και σταθερή ενίσχυση της διεθνοποίησής της, προκειμένου να μεταβληθεί το αναπτυξιακό πρότυπό της. Η συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων δεν έχει έρθει σε επαφή με διεθνείς αγορές, συνεπώς δεν γνωρίζει τους κανόνες λειτουργίας τους. Από την άλλη πλευρά, οι διαχρονικά εξωστρεφείς ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά και όσες προσπαθούν τα τελευταία χρόνια να βγουν έξω από τα σύνορα της χώρας, αντιμετωπίζουν σημαντικά προσκόμματα, τα οποία προέρχονται από τον τρόπο λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο των εξαγωγικών/εισαγωγικών ροών. Ακολούθως, για την επίτευξη υψηλής εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας, που είναι βασικό δομικό χαρακτηριστικό των ανεπτυγμένων οικονομιών, απαιτείται σειρά μεταρρυθμίσεων στις εξαγωγικές διαδικασίες, αλλά και για την κατάλληλη προετοιμασία-ενημέρωση των επιχειρήσεων για το διεθνές περιβάλλον και τη διευκόλυνση της δικτύωσής τους.
Για την άρση, εξ άλλου, των εμποδίων στην επιχειρηματική δραστηριότητα και για τη διευκόλυνση των πολιτών, απαιτείται ριζική αλλαγή στο ρόλο του ελληνικού κράτους στην οικονομία, στη δομή και στον τρόπο λειτουργίας σε όλα τα επίπεδά του. Η αναποτελεσματικότητά του ως παραγωγός, στην Ελλάδα και διεθνώς, καταδεικνύει ότι η συμμετοχή του στην παραγωγική δραστηριότητα πρέπει να περιοριστεί σε βασικά δημόσια αγαθά και υπηρεσίες (πχ. εθνική άμυνα, υγεία, παιδεία). Σε ότι αφορά τη διάρθρωση και τη λειτουργία του, απαιτείται συγχώνευση υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων, αποσαφήνιση της ιεραρχίας, μείωση και απλοποίηση διαδικασιών στις συναλλαγές με πολίτες και επιχειρήσεις. Ο ρόλος της αποκεντρωμένης διοίκησης πρέπει να ενισχυθεί σημαντικά στη νέα δομή, περιορίζοντας τον υδροκεφαλισμό του κράτους και αναδεικνύοντας τοπικές ανάγκες και δυνατότητες. Η καθιέρωση και λειτουργία αξιόπιστων, αδιάβλητων μηχανισμών ελέγχου θα αποσοβήσει φαινόμενα διαφθοράς και παραμέλησης-παράβασης καθηκόντων, βελτιώνοντας την αποδοτικότητα της νέας δομής.
Ως ο πλέον καθοριστικός παράγοντας για την επιτυχία της παραγωγικής αναδιάρθρωσης και της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, προβάλλεται, αναμφίβολα η συμμετοχή όσο το δυνατόν μεγαλύτερου τμήματος της κοινωνίας σε αμφότερα. Η ώθηση του νέου αναπτυξιακού προτύπου στην οικονομία και η αποδοτικότητα των δυνατοτήτων που δημιουργούνται από τις μεταρρυθμίσεις θα μεγιστοποιηθούν από την παροχή πρόσβασης σε αυτά στη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας. Κρίσιμος παράγοντας επιτυχίας είναι η προσέγγισή τους από κοινωνικές ομάδες που πλήγηκαν έντονα από την ύφεση των τελευταίων ετών, όπως για παράδειγμα οι νέοι. Η γρήγορη ένταξη στο καινούργιο πλαίσιο εξελίξεων και προοπτικών δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη. Αντιθέτως, είναι απαραίτητο να ενθαρρυνθεί και να υποστηριχθεί με κατάλληλες πρωτοβουλίες. Συγκεκριμένα, απαιτείται ένα σύνολο σχετικών ενεργειών, που θα λειτουργήσει ως δίχτυ επανένταξης κοινωνικών ομάδων οι οποίες βιώνουν τα τελευταία χρόνια συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτές οι δράσεις θα συγκροτήσουν τρόπον τινά ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, παρέχοντας ευκαιρίες και κίνητρα συμμετοχής στη προσπάθεια της χώρας. Πρέπει να καλύπτουν την εκπαίδευση από τις αρχικές της βαθμίδες, την κατάρτιση-επανακατάρτιση ανέργων και εργαζομένων, την αγορά εργασίας, την κοινωνική ασφάλιση κ.ά.