Eπαναλαμβανόμενα EBITDA (Κέρδη προ Τόκων, Φόρων και Αποσβέσεων) για τη ΔΕΗ της τάξης των 900 εκατ. ευρώ το 2021, όπως και για το 2020 αναμένει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας κ. Γιώργος Στάσσης, σύμφωνα με την παρουσίαση στο Investor Day, στην τηλεδιάσκεψη με περίπου 500 αναλυτές και επενδυτές που διοργάνωσε χθες η εταιρία για τα οικονομικά αποτελέσματα του εννεαμήνου 2020.
Το 2021 τοποθετείται και η ολοκλήρωση κατασκευής της μονάδας “Πτολεμαϊδα V”, που θα είναι και η τελευταία λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ
Για τη χρονική περίοδο ως το 2023, στην οποία αναφέρεται η παρουσίαση, προβλέπεται περαιτέρω αύξηση των EBITDA άνω των 1,1 δισ. ευρώ, στόχος που θα επιτευχθεί μέσω της μείωσης της εξάρτησης από τον λιγνίτη και την έκθεση στις εκπομπές CO 2, τη βελτίωση της ρευστότητας και της δανειακής θέσης της ΔΕΗ, καθώς και τον αναπροσανατολισμό της στις ΑΠΕ και στις δραστηριότητες εκσυχρονισμού του δικτύου διανομής. Πάντως το μερίδιο της ΔΕΗ στη λιανική θα έχει πέσει στο 54% το 2023, από περίπου 64% στο τέλος του 2020, σύμφωνα πάντα με τις εκτιμήσεις που παρουσιάστηκαν στο Investor Day.
Tα έσοδα της εταιρίας προβλέπονται πάνω από τα 4 δισ. ευρώ, οι κεφαλαιουχικές της δαπάνες γύρω στο 1,1 δισ. ευρώ.
Στη διαμόρφωση των EBITDA της τάξης του 1,1 δισ. ευρώ του 2023, αναμένεται η λιανική να συμβάλλει σε ποσοστό 41%, η συμβατική παραγωγή κατά 11%, οι ΑΠΕ κατά 6% και το δίκτυο διανομής κατά 42%. Ας σημειωθεί ότι στο τέλος του 2023 προγραμματίζεται να έχουν κλείσει όλες οι υφιστάμενες λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ.
Η συμβατική παραγωγική ισχύς της εταιρίας θα μειωθεί το 2023 στις 8,5 GW από 11 GW το 2019, ενώ η ισχύς παραγωγής ηλεκτρισμού από ΑΠΕ θα αυξηθεί στα 1,5 GW από 0,2 GW το 2019. Οι πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας θα μειωθούν στα 28,9 Twh από 38,4 TWh το 2019, ενώ η ρυθμιζόμενη περιουσιακή βάση του δικτύου διανομής (ΔΕΔΔΗΕ) θα αυξηθεί από τα 3 δισ. ευρώ στα 3,5 δισ. ευρώ.
Η ΔΕΗ κατά την περίδιο 2020-2023 προγραμματίζει κεφαλαιουχικές δαπάνες της τάξης των 3,4 δισ. ευρώ (σωρευτικό CAPEX) , εκ των οποίων το 42% στα δίκτυα διανομής, το 21% σε συμβατικές μονάδες, μέρος του οποίου, το 7% αφορά στα υδροηλεκτρικά, , το 34% σε ΑΠΕ, ενώ το υπόλοιπο 3% αφορά σε λοιπές δραστηριότητες.
Για τη χρηματοδότηση των σωρευτικών κεφαλαιουχικών της δαπανών η ΔΕΗ σκοπεύει να χρησιμοποιήσει ίδιους και δανειακούς πόρους, ενώ παραμένει προσηλωμένη στο στόχο της είσπραξης των ληξιπρόθεσμων οφειλών, καθώς εκτιμά ότι μπορεί να εισρεύσουν στα ταμεία της ποσά άνω των 500 εκατ. ευρώ κατά την περίοδο 2020-2023.
Το σχέδιο αποπληρωμής χρέους της εταιρίας ξεκινά από τα 100 εκατ. ευρώ για το 2020 για να φθάσει στο 1,2 δισ. ευρώ μετά το 2024, με ενδιάμεσους σταθμούς τα 600 εκατ. ευρώ το 2021, τα 700 εκατ. ευρώ το 2022, το 1 δισ. ευρώ το 2023 και τα 400 εκατ. ευρώ το 2024. Για την αύξηση της ρευστότητάς της η εταιρία δίνει έμφαση στη βελτιστοποίηση του κεφαλαίου κίνησης, στην πρόσβαση στις κεφαλαιακές αγορές και στη χρήση χρηματοδότησης με βάση τα περιουσιακά της στοιχεία.
Ας σημειωθεί ότι τα διαθέσιμά της ανέρχονται σε 643 εκατ. ευρώ και οι μη χρησιμοποιημένες πιστωτικές γραμμές σε 671 εκατ. ευρώ.
Η εταιρία έχει ήδη αναθεωρήσει θετικά τον στόχο για επαναλαμβανόμενο EBITDA €650-700 εκατ. το 2020 αναθεωρείται σε €850-900 εκατ.Ο στόχος για παραγωγή 1GW από ΑΠΕ το 2024 αναθεωρείται σε 1,5 GW ήδη από το 2023 , ενώ η λιγνιτική μονάδα «Μεγαλόπολη 3» κλείνει το 2021 αντί του 2022.
Εξάλλου στο επενδυτικό της πρόγραμμα έχει εντάξει την ανάπτυξη δικτύου φόρτισης ηλεκτρικών αυτοκινήτων και την εγκατάσταση οπτικών ινών στο δίκτυο διανομής, ώστε να μπορέσει να αξιοποιηθεί στο πεδίο των τηλεπικοινωνιών
Όπως ανέφερε κατά την παρουσίαση ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ κ. Γιώργος Στάσσης, «Σήμερα είμαστε σε διαφορετική θέση σε σχέση με ένα χρόνο πριν. Συνεχίζουμε τον μετασχηματισμό των δραστηριοτήτων μας. Η Ομάδα είναι στη θέση της και τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά. Το πλάνο που παρουσιάσαμε δείχνει ότι μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους που είχαμε θέσει για το 2024 ήδη από το 2023. Πιστεύουμε ότι στα επόμενα χρόνια μπορούμε να επιταχύνουμε περαιτέρω. Η μερική ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ με διατήρηση του management στη ΔΕΗ θα λειτουργήσει ως επιταχυντής για μεγαλύτερη ανάπτυξη, ώστε να αλλάξουμε πολύ γρηγορότερα και να πολλαπλασιάσουμε τη δυνατότητα “πράσινης” παραγωγής, να εξισορροπήσουμε πιο γρήγορα την μακροπρόθεσμη θέση μας και να μετατρέψουμε τη ΔΕΗ σε μία πραγματικά “Πράσινη Εταιρεία”. Σε αυτό το πλαίσιο αναζητούμε νέες επενδυτικές ευκαιρίες, ειδικά στον τομέα της ηλεκτροκίνησης, που είναι και στρατηγική μας προτεραιότητα, καθώς και στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υποδομών».