Σε ποσό της τάξης του 1,5-2 δισ. ευρώ εκτιμάται ότι μπορεί να φθάσουν το 2022 τα έσοδα από τη διάθεση των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα, όπως δήλωσε χθες ο πρόεδρος του ΔΑΠΕΕΠ Γιάννης Γιαρέντης.
Η Ελλάδα το 2022 θα διαθέσει 20 εκατ. δικαιώματα και οι εκτιμήσεις έχουν γίνει με την υπόθεση ότι η μέση τιμή έτους θα διαμορφωθεί στα 72 ευρώ/τόνο, χωρίς να αποκλείεται να ανέλθει και στα 82 ευρώ/τόνο, δεδομένου ότι παραμένουν οι ανοδικές τάσεις στην αγορά των ρύπων.
Από τα έσοδα των δικαιωμάτων, μεγάλο μέρος - περί το 1 δισ.ευρώ, ίσως και περισσότερα, θα διατεθούν στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης, το οποίο χρηματοδοτεί τα επιδόματα στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου. Από τον Σεπτέμβριο που ξεκίνησε η επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης στου λογαριασμούς ηλεκτρισμού και κατόπιν στους λογαριασμούς φυσικού αερίου, μέσω του ΤΕΜ έχουν διατεθεί περί τα 1,4 δισ ευρώ.
Ο κ. Γιαρέντης διαβεβαίωσε πάντως ότι η υψηλή χρηματοδότηση του ΤΕΜ από τα έσοδα ρύπων δεν απειλεί τον ΕΛΑΠΕ, τον Λογαριασμό που αποζημιώνει τους παραγωγούς με ΑΠΕ. Ας σημειωθεί ότι το 2020 ο ΕΛΑΠΕ είχε εισπράξει άνω του 70% των εσόδων από τους ρύπους, ενώ με τις τελευταίες αποφάσεις το ποσοστό αυτό έχει πέσει σε μονοψήφιο αριθμό.
Στην ομιλία του ο πρόεδρος του ΔΑΠΕΕΠ τόνισε ότι οι ΑΠΕ συνεισφέρουν άμεσα και έμμεσα στη συγκράτηση της χονδρικής τιμής ηλεκτρισμού, πράγμα που απεικονίζεται και στη καμπύλη με τη διακύμανση της ημερήσιας τιμής στην Αγορά Επόμενης Ημέρας: ‘Οταν η διείσδυση των ΑΠΕ είναι υψηλή, όπως φαίνεται από τη διαμόρφωση της ωριαίας τιμής, τότε η καμπύλη πέφτει και το αντίστροφο, όταν μειώνεται η συμμετοχή των ΑΠΕ οι τιμές ανεβαίνουν. “Αν δεν είχαμε τις ΑΠΕ στο σύστημα η μέση τιμή Ιανουαρίου θα διαμορφωνόταν άνω των 260 ευρώ/MWh, έναντι των περίπου 220 ευρώ/MWh, που εκτιμάται ο μέσος όρος των τιμών Ιανουαρίου” είπε.
Η συνεισφορά των ΑΠΕ, όπως τόνισε ο κ. Γιαρέντης, φάνηκε και κατά τη διάρκεια της πρόσφατης κακοκαιρίας, κατά την οποία δεν χρειάστηκε να επιστρατευτούν ιδιαίτερες εισαγωγές για την κάλυψη της αυξημένης ζήτησης. ‘Οσον αφορά στις νέες επενδύσεις σε ΑΠΕ, ο επικεφαλής του ΔΑΠΕΕΠ επισήμανε ότι οι επενδυτές αναζητούν ασφαλές περιβάλλον, απλοποίηση των διαδικασιών και σύντμηση των χρόνων της αδειοδοτικής διαδικασίας μέχρι την έναρξη λειτουργία της επένδυσης
Στη συνεισφορά των ΑΠΕ αναφέρθηκε εξάλλου και ο υπουργός Περιβάλλοντος - Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, υπεραμυνόμενος της πολιτικής απολιγντιτοποίησης της κυβέρνησης. Σε ομιλία του στο Επαγγελματικό Επιμελητήριο παρουσίασε στοιχεία πρόσφατης μελέτης του ΑΠΘ σύμφωνα με την οποία εάν δεν υπήρχαν ΑΠΕ στο σύστημα το Δεκέμβριο η μέση χονδρική τιμή αντί για 235 ευρώ/MWh θα ξεπερνούσε τα 430 ευρώ/μεγαβατώρα. Τόνισε ότι όσο μεγαλύτερη και ταχύτερη είναι η διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, τόσο θα μειώνεται η εξάρτηση από εισαγόμενα καύσιμα και οι τιμές ηλεκτρισμού θα είναι πιο χαμηλές και πιο σταθερές. Είπε ακόμα ότι στη χώρα δεν έχουν γίνει νέα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρισμού με φυσικό αέριο, εκτός από τη νέα μονάδα της Μυτιληναίος που θα λειτουργήσει στο τέλος του καλοκαιριού. Πρόσθεσε ότι δεν έχουν κλείσει ακόμα οι λιγνιτικές μονάδες που μπορούν να λειτουργήσουν, ενώ υπενθύμισε ότι όταν η ΔΕΗ λειτουργούσε περισσότερο με τις μονάδες λιγνίτη “έμπαινε μέσα” περί τα 400 εκατ. ευρώ το χρόνο.