Συνολικές επενδύσεις άνω των 468 δισ. ευρώ στον τομέα της ενέργειας, εκ των οποίων η ηλεκτρική ενέργεια απορροφά τη μερίδα του λέοντος με 260 δισ. ευρώ προγραμματίζονται στη ΝΑ Ευρώπη ως το 2030, σύμφωνα με τη μελέτη ‘South East Europe Outlook 2021/22”, που παρουσίασε χθες το ΙΕΝΕ
Σύμφωνα με τη μελέτη, που αφορά στις 15 χώρες της περιοχής, οι επενδυτικές προοπτικές παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση σε σχέση με τις προβλέψεις της προηγούμενης ανάλογης μελέτης που είχε εκπονηθεί το 2017 για την περίοδο 2016-2025.
Αναλυτικότερα, για την παραγωγή ηλεκτρισμού από συμβατικές πηγές, δηλαδή θερμοηλεκτρικές μονάδες, πυρηνικά και μεγάλα υδροηλεκτρικά οι επενδύσεις αναμένεται να ξεπεράσουν τα 150 δισ. ευρώ, ενώ για τις ΑΠΕ οι προβλεπόμενες επενδύσεις υπερβαίνουν τα 110 δισ. ευρώ.
Για τα δίκτυα αερίου προγραμματίζονται επενδύσεις της τάξης των 25 δισ. ευρώ και για τις υποδομές μεταφοράς αερίου, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών έργων, προβλέπονται έργα 23 δισ. ευρώ. Το αντίστοιχο ποσό για τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις ανέρχεται στα 8,5 δισ. ευρώ.
Οι προγραμματιζόμενες επενδύσεις σε ΑΠΕ και κυρίως σε μεγάλα φωτοβολταϊκά, αιολικά, μικρά υδροηλεκτρικά και βιομάζα, αντιστοιχούν σε εγκατάσταση συνολικής ισχύος 30 GW πράσινης ενέργειας και αντιπροσωπεύουν περίπου το 25% της συνολικής επενδυτικής δαπάνης, αποτελώντας τον κορμό της επενδυτικής δραστηριότητας στην περιοχή.
Ας σημειωθεί ότι οι επενδύσεις στον ηλεκτρισμό αποτελούν το 34% του συνόλου των ενεργειακών επενδύσεων στη ΝΑ Ευρώπη.
Παρά τις επενδυτικές προοπτικές που παρουσιάζει ο ενεργειακός τομέας στην περιοχή, η μελέτη σημειώνει ότι η προοδευτική απόσυρση των ορυκτών καυσίμων σε συνδυασμό με τις επιδιώξεις της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ επιβάλλουν επικαιροποιημένους επενδυτικούς στόχους, μεγάλες επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά και αιολικά, κίνητρα για την ανάπτυξη σύγχρονων μονάδων βιομάζας, γεωθερμίας και μικρών υδροηλεκτρικών. Η διασύνδεση των εθνικών ηλεκτρικών συστημάτων της περιοχής θα μπορούσε να αποδώσει πολλαπλά οφέλη για την ενσωμάτωση της μεταβλητής ενέργειας των ΑΠΕ. Προς την κατεύθυνση αυτή θα απαιτηθεί μεγαλύτερη περιφερειακή συνεργασία καθώς και ισχυρότερα συστήματα ηλεκτρισμού και μέτρα ολοκλήρωσης της αγοράς, προκειμένου να μειωθεί το κόστος για τους καταναλωτές και να ενισχυθεί η ασφάλεια εφοδιασμού.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής ΑΠΕ του ΙΕΝΕ κ. Νίκος Σοφιανός, παρουσιάζοντας τη μελέτη επισήμανε πάντως ότι ο στόχος των Βρυξελλών για κλιματική ουδετερότητα ως το 2050 είναι υπερβολικά φιλόδοξος, ειδικά για τις χώρες της περιοχής, που παρουσιάζουν και τα υψηλότερα ποσοστά ενεργειακής φτώχειας. Ταυτόχρονα πρόκειται για χώρες με αρκετά υψηλή εξάρτηση από τον άνθρακα/λιγνίτη, με υψηλό και πολύπλευρο κόστος μετάβασης για να πετύχουν τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας, οπότε και η ΕΕ πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή.
Η εφαρμογή της πράσινης συμφωνίας με το όποιο κόστος, χωρίς την απαιτούμενη οικονομική αποζημίωση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ενεργειακή ασφάλεια, τη γεωπολιτική θέση και να προκαλέσει προβλήματα ανταγωνιστικότητας ακόμα και σε τοπικό επίπεδο, δήλωσε ο κ. Σοφιανός. Επισήμανε ακόμα τις σοβαρές ανησυχίες για τις ΑΠΕ και τη φθίνουσα αποδοχή τους από τις τοπικές κοινωνίες και τόνισε ότι όσο δεν υπάρχει σοβαρή πολιτική και επαρκές θεσμικό πλαίσιο, παραμένει το ρίσκο για τις επενδύσεις σε ΑΠΕ στην περιοχή. Πρόσθεσε ότι το υψηλό κόστος της ανανεώσιμης ενέργειας επιβάλλει την ύπαρξη επιδοτήσεων και επενδύσεων στα απαρχαιωμένα δίκτυα που δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στα μεγάλα και μεταβλητά φορτία των ΑΠΕ.
Η μελέτη επισημαίνει επίσης την υψηλή εξάρτηση της ΝΑ Ευρώπης από τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, την έννοια του Διευρυμένου Νότιου Διαδρόμου για το φυσικό αέριο, που περιλαμβάνει όλους τους μεγάλους αγωγούς φυσικού αερίου, τους τερματικούς σταθμούς LNG και τις υπόγειες εγκαταστάσεις αποθήκευσης αερίου, καθώς και τη σημασία της πυρηνική ενέργειας, η οποία αν και συμβάλλει μόνο κατά 4,1% στη συνολική ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση στη ΝΑ Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας), παραμένει βιώσιμη επιλογή.