Πάνω από 2,6 δισ. ευρώ έχει αποδώσει μέχρι σήμερα στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ) η παρακράτηση εσόδων από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά, από τις 8 Ιουλίου που ξεκίνησε να εφαρμόζεται ο σχετικός μηχανισμός.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πηγή εσόδων του ΤΕΜ, του Ταμείου το οποίο χρηματοδοτεί τα επιδόματα στους ενεργειακούς λογαριασμούς. Βέβαια δεν είναι η μόνη πηγή εσόδων, αφού στο ΤΕΜ, τη διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει ο ΔΑΠΕΕΠ εισρέουν και πολλοί άλλοι πόροι.
Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του πρόεδρου του ΤΕΜ κ. Γιάννη Γιαρέντη ως τα τέλη Νοεμβρίου το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης είχε χρηματοδοτηθεί με 1,1 δις ευρώ από τον Ειδικό Λογαριασμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ), 1,8 δις ευρώ από τις δημοπρασίες ρύπων, 2,5 δις ευρώ από τον μηχανισμό παρακράτησης εσόδων των ηλεκτροπαραγωγών στο Χρηματιστήριο Ενέργειας, 1,6 δις ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό, με 400 εκατ. ευρώ από το πλεόνασμα του λογαριασμού των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) και τέλος με επιπλέον 400 εκατ ευρώ από τη φορολόγηση των υπερεσόδων των ηλεκτροπαραγωγών για την περίοδο Οκτωβρίου 2021-Ιουνίου 2022.
Ο ΔΑΠΕΕΠ έχει γίνει η εταιρία με τον μεγαλύτερο τζίρο στην Ελλάδα, όπως είπε ο κ. Γιαρέντης, αφού μετά και τη δημιουργία του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης διαχειρίζεται συνολικά κονδύλια της τάξης των 12 δις ευρώ. Πιο αναλυτικά ο Διοχειριστής των ΑΠΕ διαχειρίζεται 2,5 δια ευρώ που είναι ο ετήσιος τζίρος του ΕΛΑΠΕ, 1,5 δις ευρώ που είναι τα έσοδα από τις δημοπρασίες ρύπων και 7,7 δις ευρώ στα οποία υπολογίζεται ο ετήσιος τζίρος του ΤΕΜ.
Οπως προκύπτει από τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΡΑΕ, ως τις 7 Δεκεμβρίου, τα συνολικά κεφάλαια που έχουν συγκεντρωθεί από την παρακράτηση των εσόδων των παραγωγών ηλεκτρισμού ανέρχονταν στα 2.659.272.502,38 ευρώ, εκ των οποίων η μεγαλύτερη εισφορά προέρχεται από τις ΑΠΕ με 1.636.213.725.37 ευρώ. Ακολουθούν οι λιγνιτικές μονάδες και τα μεγάλα υδροηλεκτρικά της ΔΕΗ με ποσά ύψους 440.205.101,39 ευρώ και 332.638.834,35 ευρώ, αντίστοιχα, οι μονάδες φυσικού αερίου συνδυασμέου κύκλου της ΔΕΗ και των ιδιωτών με 250.088.378,64 ευρώ και οι μονάδες αερίου ανοικτού κύκλου με 126.462,63 ευρώ.
Συνολικά για τον Δεκέμβριο, στο διάστημα από 1 ως και 6/12, είχε συγκεντρωθεί το ποσόν των 90.859.780,56 ευρώ. Τα υπερέσοδα από τις μονάδες φυσικού αερίου είχαν μειωθεί σημαντικά στο διάστημα κατά το οποίο οι τιμές χονδρικής ηλεκτρισμού είχαν υποχωρήσει, δείχνουν όμως να αυξάνονται και πάλι μετά την τελευταία άνοδο της μέση τιμής στη χονδρική αγορά.
Την 6η Δεκεμβρίου (με ημερομηνία φυσικής παράδοσης 7/12) η διαφορά μεταξύ της αγοραίας τιμής και της ρυθμιζόμενης τιμής για τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής αερίου συνδυασμένου κύκλου ήταν περίπου 20 ευρώ/MWh, καθώς η Mεσοσταθμική Τιμή Εσόδου Παραγωγού ήταν 346,62 ευρώ/MWh και η ρυθμιζόμενη τιμή με την οποία αποζημιώνονται βάσει του μηχανισμού παρακράτησης οι εν λόγω μονάδες ήταν 326,92 ευρώ/MWh. Aντίθετα στον λιγνίτη, το ΤΕΜ και η ΔΕΗ δείχνουν να μοιράζονται το έσοδο χονδρικής της ημέρας, καθώς το πλαφόν έχει τεθεί στα 196,49 ευρώ/MWh και η μεσοσταθμική τιμή εσόδου παραγωγού ήταν 353,79 ευρώ/MWh. Aκόμα μεγαλύτερη είναι η παρακράτηση στα μεγάλα υδροηλεκτρικά, με το πλαφόν να έχει οριστεί στα 112 ευρώ/MWh και την τιμή που θα ίσχυε προ της εφαρμογής του μηχανισμού να φθάνει στα 459,84 ευρώ/MWh, ενώ για τις ΑΠΕ το πλαφόν είναι τα 85 ευρώ/MWh και το μέσο έσοδο που θα αντιστοιχούσε προ του μηχανισμού φθάνει στα 354,92 ευρώ/MWh.
Παρότι χθες, η μέση τιμή ηλεκτρισμού στην Αγορά Επόμενης Ημέρας υποχώρησε στα 337,52 ευρώ/MWh (αλλά η τιμή του φυσικού αερίου TTF, η οποία θα επηρεάσει την εγχώρια χονδρική ηλεκτρισμού τον Ιανουάριο, ανέβηκε κατά 8,024% στα 149,600 ευρώ/MWh) έντονη είναι η ανησυχία της κυβέρνησης για την κάλυψη του επιδόματος από το ΤΕΜ, προκειμένου να μην επιβαρυνθεί ο προϋπολογισμός. Στο πλαίσιο αυτό προχωρούν οι διεργασίες για την επιβολή φόρου υπερεσόδων στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ δεν αποκλείεται να αυξηθεί περαιτέρω η εισφορά από τον λογαριασμό των ΥΚΩ