Νέα δεδομένα στην ενεργειακή κρίση μετά το διάταγμα που υπέγραψε, χθες, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν, για απαγόρευση των εξαγωγών πετρελαίου και των παραγώγων του στα κράτη που συμφώνησαν να μπει πλαφόν στην τιμή.
Υπενθυμίζεται πως το πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου ήταν ένα μέτρο που επέβαλε στις 9 Δεκεμβρίου, η G7, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Αυστραλία, και το οποίο θα ισχύσει από την 1η Φεβρουαρίου έως και την 1η Ιουλίου 2023. Ο ίδιος ο Ρώσος Πρόεδρος είχε χαρακτηρίσει την εν λόγω απόφαση «ανόητη», λέγοντας ότι το ανώτατο όριο των 60 δολαρίων ανά βαρέλι προσεγγίζει την ισχύουσα τιμή πώλησης από την Ρωσία.
Ο ενεργειακός εκβιασμός της Ευρώπης προς τον Πούτιν -αλλά και το αντίστροφο θα μπορούσε να πει κάποιος- αντιπροσωπεύει, πιθανότατα, το «τέλος της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου», όπως σημείωσε ευφυώς ο κορυφαίος ιστορικός ενέργειας Daniel Yergin, αντιπρόεδρος της S&P Global σε άρθρο του στη Wall Street Journal, λίγες ώρες πριν από το διάταγμα. «Από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης τη δεκαετία του 1990 και χώρες, όπως η Ρωσία και η Κίνα, μπήκαν στην παγκόσμια οικονομία, η ενέργεια έχει γίνει παγκόσμιο εμπόρευμα και το πετρέλαιο πάνω από όλα», έγραψε ο Yergin. «Μεγάλοι προμηθευτές, όπως η Ρωσία, θα μπορούσαν να βασίζονται σε χώρες από οπουδήποτε στον κόσμο για να δώσουν σε αυτές το πετρέλαιο τους, παρέχοντας μια σταθερή πηγή εσόδων που έχει στηρίξει την οικονομία της χώρας εδώ και χρόνια. Όμως, ο πόλεμος της Ουκρανίας και η αυξανόμενη αποστροφή της Δύσης για τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας μπορεί να σημάνει το τέλος της ακμής της διεθνούς αγοράς πετρελαίου, που θα αντικατασταθεί από μια πολύ πιο διασπασμένη και περιφερειακή εκδοχή του καθορισμού των συνόρων από την πολιτική», εξήγησε.
«Το πλαφόν της Ευρώπης, σε συνδυασμό με το «ανώτατο όριο» που ορίζεται από τις ΗΠΑ στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου, σηματοδοτεί το τέλος της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου. Στη θέση της είναι μια κατακερματισμένη αγορά της οποίας τα σύνορα διαμορφώνονται όχι μόνο από την οικονομία και την επιμελητεία αλλά και από τη γεωπολιτική στρατηγική», πρόσθεσε.
Ο Yergin προειδοποίησε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να ανταποδώσει τα νέα ενεργειακά μέτρα της ΕΕ (και να που έγινε το πρώτο "κτύπημα") μειώνοντας την παραγωγή πετρελαίου και αυξάνοντας τις τιμές, περιπλέκοντας περαιτέρω τα πράγματα για τα έθνη που υποστηρίζουν την Ουκρανία.
Σημαντικό, πάντως, είναι ότι η απαγόρευση εξαγωγών πετρελαίου στους πολέμιους της Μόσχας, αναμένεται να περιορίσει στην πορεία τα έσοδα από τις εξαγωγές. Έτσι, το έλλειμα στον προϋπολογισμό της Ρωσίας για το 2023 μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το προβλεπόμενο 2%. Από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον περασμένο Φεβρουάριο, το αγαπημένο εργαλείο του Πούτιν με σκοπό να διαβρώσει την υποστήριξη προς τη χώρα ήταν η ενέργεια. Οι ρωσικές ενεργειακές εταιρείες έχουν περιορίσει τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, έναν από τους μεγαλύτερους πελάτες ενέργειας της Ρωσίας, με αποτέλεσμα οι τιμές να αυξάνονται και οι χώρες να προσπαθούν να βρουν αντικαταστάτες πριν μπει ο χειμώνας.
Πάντως, ως τώρα, τα έσοδα από το ρωσικό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο έχουν πάει στα ύψη, καθώς χώρες σε όλο τον κόσμο ήταν πρόθυμες να πληρώσουν ένα ασφάλιστρο για υψηλότερους όγκους ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ο Πούτιν απειλεί την Ευρώπη με αυτού του είδους τον ενεργειακό εκβιασμό εδώ και χρόνια, αλλά το 2022 έμελε να κάνει πράξη την απειλή του.
Ωστόσο, υπάρχει μια αδυναμία σε αυτή τη στρατηγική: η οικονομία της Ρωσίας έχει παραμείνει ζωντανή επειδή η αγορά ενέργειας είναι τόσο παγκοσμιοποιημένη. Η επιθετικότητα του Πούτιν καθ' όλη τη διάρκεια του 2022 θα μπορούσε να αποτύχει, ίσως και θεαματικά, στην πορεία, λένε αναλυτές...