Aντίστροφα μετρά πλέον ο χρόνος για την εξαγορά από τη ΔΕΗ της Enel Ρουμανίας, καθώς σε λιγότερο από τέσσερις εβδομάδες, θα έχουν ληφθεί οι οριστικές αποφάσεις για την ολοκλήρωση ή μη του deal.
Aυτό προκύπτει από δηλώσεις κορυφαίου στελέχους της ΔΕΗ, το οποίο πρόσθεσε ότι το due diligence βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και ότι η παράταση που δόθηκε για την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης αφορούσε κυρίως στην πιο ενδελεχή εξέταση των δεδομένων και για να αναπληρωθεί ο χρόνος που “χάθηκε” την περίοδο των εορτών. ‘Αλλωστε και η ίδια η συμφωνία αποκλειστικών διαπραγματεύσεων με την Enel για την εξαγορά της ρουμανικής θυγατρικής της, προέβλεπε τη δυνατότητα παράτασης κατά δύο εβδομάδες της αρχικής προθεσμίας για την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, που κανονικά λήγει στα τέλη Ιανουαρίου.
Το ίδιο στέλεχος δήλωσε κατηγορηματικά ότι η ΔΕΗ δεν ενδιαφέρεται για την εξαγορά της θυγατρικής της Εnel στην Ελλάδα και αιτιολόγησε την “προτίμηση” για τα ρουμανικά περιουσιακά στοιχεία του ιταλικού ομίλου με τη μεγάλη διαφορά στην αποτίμηση των παγίων, καθώς είναι σημαντικά χαμηλότερο το κόστος για τα ρουμανικά assets σε σχέση με τις ΑΠΕ που αναπτύσσονται στην Ελλάδα. Πέραν του κόστους, ρόλο για την απόφαση της ΔΕΗ να εξαγοράσει την Enel Ρουμανίας, η οποία εκτός από ΑΠΕ έχει και δραστηριότητα στο δίκτυο διανομής ηλεκτρισμού, έπαιξαν βέβαια και άλλοι παράγοντες, όπως η δυνατότητα επέκτασης σε μία μεγάλη αγορά του εξωτερικού, η άμεση απόκτηση σημαντικού χαρτοφυλακίου ΑΠΕ, η ενίσχυση της γεωστρατηγικής θέσης της Ελλάδας στα Βαλκάνια κλπ.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η ΔΕΗ επιβαρύνθηκε με αύξηση επιτοκίου κατά 0,5% στο πράσινο ομόλογο που είχε εκδώσει, επειδή το 2022 αύξησε τις εκπομπές ρύπων, λόγω χρήσης λιγνιτικών μονάδων και της καθυστέρησης στο πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης. Μονάδες που επρόκειτο να αποσυρθούν παρέμειναν σε λειτουργία εξ αιτίας της ενεργειακής κρίσης και της αβεβαιότητας σχετικά με την επάρκεια φυσικού αερίου. Ωστόσο παραμένει ο στόχος της απολιγνιτοποίησης, καθώς θεωρείται πλέον μονόδρομος.