Η νέα μεγάλη επένδυση του ομίλου Ελληνικά Καλώδια για το διπλασιασμό της δυναμικότητας παραγωγής του εργοστασίου παραγωγής υποβρύχιων καλωδίων στο εργοστάσιο της Fulgor στην Κόρινθο αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε δύο χρόνια. Ήδη, όπως τόνισε ο γενικός διευθυντής της Ελληνικά Καλώδια Κ. Σαββάκης, έχει καλυφθεί με παραγγελίες για αρκετό χρονικό διάστημα και σχεδόν όλη η παραγωγή της επένδυσης είναι προπωλημένη. Στόχος της εταιρείας είναι να πρωταγωνιστήσει τα επόμενα χρόνια καλύπτοντας τη ζήτηση για καλώδια στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης.
Η ετήσια παραγωγική δυναμικότητα της Fulgor είναι στον παρόντα χρόνο 1200 χιλιόμετρα καλωδίων inter array, 600 έως 700 χιλιόμετρα export και 400 χιλιόμετρα DC. Στην πορεία αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά η ζήτηση για καλώδια λόγω της πράσινης ενεργειακής μετάβασης, ενώ, έως το 2030 αναμένεται να επταπλασιαστούν τα αιολικά, τα δε project για καθαρή ενέργεια αναμένεται να λάβουν επιπλέον ώθηση από τα πακέτα χρηματοδότησης του Ταμείου Ανάκαμψης -έργα 220 δις. για το κλίμα συν 400 δις. δολάρια στις ΗΠΑ.
Τελευταία, έχουν προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς έργα διασυνδεσιμότητας που διασυνδέουν χώρες με στόχο την ενεργειακή ασφάλεια. Η ΕΕ έχει θέσει ως στόχο η διασυνδεσιμότητα μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ να φτάσει στο 15%. Η νέα επένδυση της Ελληνικά Καλώδια έχει ως στόχο την παραγωγή καλωδίων για υπεράκτια αιολικά που συνδέουν ανεμογεννήτριες inter array μεταξύ τους, καλώδια export που συνδέουν τα θαλάσσια πάρκα με το χερσαίο δίκτυο και καλώδια DC που συνδέουν χώρες μεταξύ τους. Στην Κόρινθο, σήμερα, παράγονται καλώδια μέχρι 300KV και τελούν υπό ανάπτυξη στη διαδικασία της πιστοποίησης και τα καλώδια δυναμικότητας 500KV.
Η μητρική Cenergy και ο όμιλος Ελληνικά Καλώδια κατέχει ποσοστό άνω του 50% της διεθνούς αγοράς στα καλώδια inter array για την εσωτερική διασύνδεση των ανεμογεννητριών στα θαλάσσια αιολικά πάρκα και θεωρείται παγκόσμιος ηγέτης της συγκεκριμένης αγοράς. Τέλος, στα καλώδια export για τη διασύνδεση των αιολικών πάρκων με υποσταθμούς στην ξηρά κατέχει μερίδιο 21-22% και κατατάσσεται μεταξύ των τεσσάρων μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου.