Το ιδιαίτερα υψηλό κόστος του βιομηχανικού ρεύματος σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ αποτελεί ανταγωνιστικό μειονέκτημα για την ελληνική βιομηχανία, πράγμα που υπογραμμίζει την ανάγκη λήψης μέτρων για τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των βιομηχανιών της χώρας, ιδιαίτερα όσων εκτίθενται στη διεθνή αγορά.
Πρόκειται για ένα από τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης για τη Μεταποίηση, που εκπόνησε το ΙΟΒΕ για λογαριασμό της Ελληνικής Παραγωγής. Η μελέτη παρουσιάστηκε χθες.
Παρότι η συμμετοχή της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) του τομέα μεταποίησης στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας αυξήθηκε σε 9,1% το 2022, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008, και ενώ οι εξαγωγές επίσης αυξήθηκαν σημαντικά, οι προκλήσεις παραμένουν.
Η Ελλάδα είναι η 4η περισσότερο εξαρτώμενη χώρα στην ενέργεια, με τον δείκτη ενεργειακής εξάρτησης στο 81,4% το 2020, πράγμα που την καθιστά, ιδιαίτερα ευάλωτη στις ενεργειακές κρίσεις. Στο πλαίσιο αυτό χρειάζονται παρεμβάσεις σε όλες τις επιμέρους παραμέτρους που συνδιαμορφώνουν το τελικό κόστος ενέργειας. Προς αυτή την κατεύθυνση, είναι κρίσιμο να αξιοποιηθούν όλα τα εργαλεία που προβλέπονται από το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο (CEEAG) και εφαρμόζονται ήδη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εξασφαλίζοντας τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους για την εφαρμογή τους, ώστε να υπάρχουν όροι ισότιμου ανταγωνισμού της εγχώριας βιομηχανίας με τους ευρωπαίους ανταγωνιστές της, τονίζει η μελέτη.
Η πράσινη μετάβαση αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την ελληνική μεταποίηση. Οι επιχειρήσεις καλούνται να προσαρμόσουν τον τρόπο που παράγουν και λειτουργούν, καθώς και να εναρμονίσουν τα χαρακτηριστικά των προϊόντων τους σε μία κλιματικά ουδέτερη κυκλική οικονομία. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, με επενδυτικό σχέδιο ύψους τουλάχιστον €1 τρισεκ. για την επόμενη δεκαετία, προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες για την αναβάθμιση της παραγωγικής υποδομής και στην ελληνική οικονομία. Ωστόσο, απαιτούνται κατάλληλες παρεμβάσεις, θεσμικές αλλαγές, κίνητρα και άρση εμποδίων σε εθνικό επίπεδο ώστε, πέραν της επίτευξης του στόχου, να διασφαλίζεται παράλληλα και η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που θα αναλάβουν το επιπλέον κόστος της μετάβασης στην πράσινη οικονομία. Αναγκαία βήματα για την επιτυχή υλοποίηση της πράσινης μετάβασης, αποτελούν οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα, με την επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης, και την ταχεία απεξάρτηση από το ορυκτό αέριο με την χρήση εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Ειδικά για τις ΑΠΕ, απαιτείται πέρα από τον εκσυγχρονισμό του σχετικού νομοθετικού πλαισίου και ο κατάλληλος χωροταξικός σχεδιασμός σε στεριά και θάλασσα, καθώς και μονάδες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Η μελέτη κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον ψηφιακό μετασχηματισμό, την καινοτομία και το ανθρώπινο δυναμικό και υπογραμμίίζει την κατάλληλη αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων, προκειμένου να ενσωματωθούν οι νέες τεχνολογίες.
Ας σημειωθεί τέλος, ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, η αξία των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι ξεπέρασε το 100% του ετήσιου ΑΕΠ της χώρας στα μέσα του 2023, μετά τη σημαντική αύξηση που κατέγραψε το πρώτο εξάμηνο του έτους. Ωστόσο, η χώρα παραμένει σε μεγάλη απόσταση από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (186% το δεύτερο τρίμηνο του 2023). Συνδυαστικά και με τη χαμηλή θέση της Ελλάδας στην κατάταξη με βάση το ύψος τραπεζικής χρηματοδότησης προς ΑΕΠ, προκύπτει ότι η συνολική χρηματοδότηση επιχειρήσεων στην Ελλάδα βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα.