Παράταση ενός μήνα αναγκάστηκε να δώσει η Κομισιόν στην εφαρμογή της πρώτης φάσης του CBAM, του μέτρου για την επιβολή φόρου άνθρακα σε εισαγόμενες πρώτες ύλες και προϊόντα από τρίτες χώρες, λόγω των δυσκολιών που αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις για να ανταποκριθούν στον τρόπο υλοποίησης του μέτρου.
Η πρώτη φάση αφορά στην υποβολή δηλώσεων από τους ευρωπαίους εισαγωγείς πρώτων υλών και προϊόντων που υπόκεινται στο νέο φόρο, για τις φορτία που παρέλαβαν το τέταρτο τρίμηνο του 2023. Οι δηλώσεις αυτές θα έπρεπε κανονικά να υποβληθούν ως τις 31 Ιανουαρίου 2024, όμως η αδυναμία πολλών επιχειρήσεων να συμπληρώσουν τις απαιτούμενες φόρμες, σε συνδυασμό με την επιφυλακτικότητα όσον αφορά στη δήλωση στοιχείων, που θεωρούνται εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες, οδήγησε τελικώς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην απόφαση να παρατείνει κατά 30 ημέρες τη σχετική προθεσμία.
Ο φόρος CBAM (Συνοριακός Μηχανισμός Προσαρμογής Άνθρακα) θα αρχίσει να πληρώνεται σταδιακά από το 2026 έως το 2034, αλλά ήδη από φέτος ξεκίνησε η πρώτη φάση εφαρμογής που έχει κυρίως ενημερωτικό χαρακτήρα.
Πρόκειται για έναν φόρο που έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, καθώς εκτιμούν ότι η επιβολή του θα οδηγήσει σε σημαντικές επιβαρύνσεις στο κόστος της ενέργειας και βασικών πρώτων υλών.
Ο φόρος άνθρακα επιβάλλεται στις εισαγωγές σιδήρου, χάλυβα, τσιμέντου, αλουμινίου, λιπασμάτων, ηλεκτρικής ενέργειας και υδρογόνου από τρίτες χώρες, όταν δεν πληρούν τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές για τις εκπομπές ρύπων. Ο φόρος θα καλύπτει τη διαφορά τιμής μεταξύ της τιμής των ρύπων που καταβάλλεται στη χώρα παραγωγής και της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο ρύπων (EU ETS). Θα πρέπει δηλαδή οι εισαγωγείς να αγοράζουν επιπλέον δικαιώματα ρύπων για την κάλυψη αυτής της διαφοράς. Στόχος των Βρυξελλών είναι μέσω του CBAM να καταστήσει λιγότερο ανταγωνιστικές τις εισαγωγές από τρίτες χώρες με χαμηλότερο περιβαλλοντικό κόστος, προστατεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Την ίδια ώρα όμως, η επιβολή του CBAM απειλεί να καταστήσει ακριβότερα τα ευρωπαϊκά προϊόντα, τόσο αυτά που χρησιμοποιούνται ως πρώτες ύλες όσο και τα τελικά πρϊόντα που φθάνουν στον Ευρωπαίο καταναλωτή.
Στην τρέχουσα φάση, η συμμόρφωση με τα προβλεπόμενα για τον CBAM αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες όχι μόνον γιατί είναι μια νέα διαδικασία αλλά και γιατί δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εσωτερικές δομές παρακολούθησης των εκπομπών ρύπων. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Κινέζοι εξαγωγείς, αντιμετώπισαν δυσκολίες όσον αφορά την κατανόηση και τη συμπλήρωση των απαιτούμενων εντύπων.
Σύμφωνα με την τελευταία ανακοίνωση της Κομισιόν, οι εταιρίες που αντιμετώπισαν δυσκολίες με τη συμπλήρωση των απαιτούμενων εντύπων μπορούν από την 1η Φεβρουαρίου να ζητήσουν επιπλέον 30 ημέρες για την υποβολή αναφορών CBAM χωρίς κυρώσεις. Το σχετικό αίτημα μπορεί να υποβληθεί μέσω του Μεταβατικού Μητρώου CBAM, στο οποίο από σήμερα θα είναι διαθέσιμη η ειδική λειτουργία για το αίτημα της παράτασης των 30 ημερών.
Ο Κανονισμός που διέπει τη μεταβατική περίοδο δίνει τη δυνατότητα στις εταιρίες να τροποποιήσουν και να διορθώσουν τις τρεις πρώτες εκθέσεις CBAM έως τις 31 Ιουλίου 2024.
Σημειώνεται ότι οι εταιρείες που εισάγουν αλουμίνιο, τσιμέντο, ηλεκτρική ενέργεια, λιπάσματα, υδρογόνο, σίδηρο και χάλυβα θα πρέπει από το 2026 να αγοράζουν πιστοποιητικά CBAM που συνδέονται με την τιμή του CO2 στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων (ETS) για να καλύψουν τις εκπομπές των εισαγόμενων προϊόντων από χώρες εκτός ΕΕ.
Στη μεταβατική φάση, οι εταιρείες δεν αγοράζουν δικαιώματα αλλά υποχρεούνται να υποβάλουν τριμηνιαία έκθεση σχετικά με τις ποσότητες εισαγωγής και τα αέρια θερμοκηπίου που εκπέμπονται κατά την παραγωγή των προϊόντων που εισάγονται στην ΕΕ, καθώς και τυχόν υποχρεώσεις ή πληρωμές για την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα στη χώρα παραγωγής, χωρίς τυχόν εκπτώσεις ή αποζημιώσεις.