Kρατική ενίσχυση ύψους 1 δισ. ευρώ, με τη μορφή των CfD (Συμβολαίων για τη Διαφορά) για δύο μεγάλες μονάδες φωτοβολταϊκών με αποθήκευση, ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Πρόκειται για τα έργα Faethon Project, συμφερόντων του ομίλου Τσάκου και της γερμανικής Altus και για το “Seli”, το οποίο προωθούν οι επιχειρηματίες Κωνσταντίνος Μητσιολίδης και Χριστόδουλος Μποζατζίδης, της Agrotec, της εταιρίας που εισάγει τα τρακτέρ John Deere.
Πρόκειται για επενδύσεις που έχουν κριθεί ως στρατηγικές, είναι ώριμες αδειοδοτικά και μέσω της κρατικής επιδότησης ουσιαστικά θα “κλειδώσουν” μέσω των CfD, τις τιμές για την απορρόφηση της ενέργειας που θα παράγουν για 20 χρόνια.
Το Faethon Project, προϋπολογισμού της τάξης των 500 εκατ. ευρώ, αφορά στην κατασκευή δύο φωτοβολταϊκών μονάδων, η καθεμία με ισχύ 251,904 MWρ, μαζί με ενσωματωμένες μονάδες θερμικής αποθήκευσης λιωμένου άλατος και έναν υποσταθμό εξαιρετικά υψηλής τάσης. Το έργο θα παράγει ηλεκτρική ενέργεια την ημέρα και θα μπορεί να αποθηκεύει πλεονάζουσα ενέργεια. Το πλεόνασμα θα μετατραπεί σε ηλεκτρισμό που θα χρησιμοποιείται σε περιόδους αιχμής κατανάλωσης, το βράδυ. Στην κοινοπραξία Faethon οι όμιλοι Τσάκος και Altus έχουν συνεργαστεί μέσω των θυγατρικών τους Ενέργεια Υπερίωνας και Ilos New Energy Greece. Κάθε Φωτοβολταϊκός Σταθμός, ισχύος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, εγκατεστημένης ισχύος 251,904 MWp έκαστος, με τον καθένα να διαθέτει Εσωτερική Μονάδα Αποθήκευσης Θερμικής Ενέργειας ικανότητας 250 Mwh. Η επένδυση σχεδιάζεται να εγκατασταθεί σε έκταση περίπου 6.724 στρεμμάτων στο Δομοκό (Φθιώτιδα).
Το έργο Seli, των επιχειρηματιών Μητσιολίδη-Μποζατζίδη αφορά στην κατασκευή φωτοβολταϊκής μονάδας 309 MW με ενσωματωμένο σύστημα αποθήκευσης ενέργειας μπαταρίας ιόντων λιθίου, δυναμικότητας της τάξης των 320 MWh. Η μονάδα θα εγκατασταθεί στην Ημαθία. Ας σημειωθεί ότι οι δύο επιχειρηματίες έχουν ήδη σημαντική παρουσία στα φωτοβολταϊκά, ιδιαίτερα στη Βόρειο Ελλάδα
Και τα δύο έργα προγραμματίζεται να ολοκληρωθούν μέχρι τα μέσα του 2025.
Οπως αναφέρει η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, που ενέκρινε την κρατική ενίσχυση του 1 δισ. ευρώ για τα δύο έργα μετά από σχετικό αίτημα της Ελλάδας “Η ενίσχυση θα λάβει τη μορφή αμφίδρομης σύμβασης για διαφορά (CfD) για περίοδο είκοσι ετών. Η τιμή εξάσκησης θα καθοριστεί από τεχνική επιτροπή βάσει, μεταξύ άλλων, ανάλυσης κόστους-οφέλους και εκτίμησης κινδύνου. Η τιμή αναφοράς θα υπολογιστεί ως ο μηνιαίος σταθμισμένος μέσος όρος της αγοραίας τιμής ηλεκτρικής ενέργειας στις αγορές της επόμενης ημέρας.
Όταν η τιμή αναφοράς είναι χαμηλότερη από την τιμή εξάσκησης, οι δικαιούχοι θα δικαιούνται να λάβουν πληρωμές ίσες με τη διαφορά μεταξύ των δύο τιμών. Ωστόσο, όταν η τιμή αναφοράς είναι πάνω από την τιμή εξάσκησης, οι δικαιούχοι θα πρέπει να καταβάλουν τη διαφορά στις ελληνικές αρχές. Το καθεστώς θα εξασφαλίσει μακροπρόθεσμη σταθερότητα τιμών για τους παραγωγούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, διασφαλίζοντας ένα ελάχιστο επίπεδο απόδοσης, ενώ ταυτόχρονα θα διασφαλίζει ότι οι δικαιούχοι δεν θα αποζημιώνονται υπερβολικά για περιόδους που η τιμή αναφοράς είναι υψηλότερη από την τιμή εξάσκησης. Η στήριξη για τα έργα θα καταβάλλεται ετησίως σε περίοδο 20 ετών.
Και τα δύο έργα αναμένεται να αυξήσουν την ετήσια καθαρή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στο ελληνικό μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας κατά περίπου 1,2 TWh. Αυτό αντιπροσωπεύει περίπου το 2,1% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα το 2020. Επιπλέον,θα ενισχύσουν την παραγωγή ΑΠΕ κατά 8% σε σύγκριση με το 2020, ενώ οι αποθηκευτικές μονάδες και θα μετριάσουν έτη διαλείπουσα φύση της ηλιακής ενέργειας, ενισχύοντας τη σταθερότητα του ελληνικού δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας” αναφέρει, μεταξύ άλλων η Επιτροπή
Προσθέτει ακόμα ότι η ενίσχυση έχει περιορισμένο αντίκτυπο στον ανταγωνισμό και το εμπόριο εντός της ΕΕ, καθώς τονίζει ότι η ενίσχυση είναι αναλογική και κάθε αρνητική επίπτωση στον ανταγωνισμό και το εμπόριο θα είναι περιορισμένη, εν όψει του σχεδιασμού των συμβάσεων για τη διαφορά, που θα διασφαλίσει ότι το ποσό της ενίσχυσης διατηρείται στο ελάχιστο.
Οι ελληνικές αρχές θα διασφαλίσουν ότι η τεχνογνωσία που θα αποκτηθεί ως αποτέλεσμα των έργων θα διατεθεί σε κάθε εταιρεία που επιθυμεί να αναπτύξει τέτοιες τεχνολογίες στην Ελλάδα, καταλήγει η ανακοίνωση.