Η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού, η ψηφιοποίηση της εσωτερικής λειτουργίας και των συστημάτων, καθώς και η αξιοποίηση σύγχρονου φορητού εξοπλισμού, οδήγησαν τον ΔΕΔΔΗΕ στην αύξηση των ελέγχων για τον εντοπισμό των ρευματοκλοπών κατά 65% το πρώτο πεντάμηνο του τρέχοντος έτους.
Αναλυτικότερα, τους πρώτους πέντε μήνες του 2024, συγκριτικά με το μέσο όρο για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα την περασμένη χρονιά, αλλά και το 2022, οι έλεγχοι πιθανών ρευματοκλοπών που διενεργήθηκαν ανέρχονται σε 13.000 έναντι 8.000, καταγράφοντας αύξηση 65%.
Στην ίδια κατεύθυνση, το σύνολο των διαπιστωμένων ρευματοκλοπών, για τις οποίες μάλιστα καταλογίστηκε η σχετική οφειλή και απεστάλη η επιστολή στον οφειλέτη, είναι αυξημένο κατά 50%, καθώς ανέρχεται σε 6.000 έναντι 4.000 το αντίστοιχο χρονικό διάστημα το 2023 και 2022.
Ταυτόχρονα, όμως, παρατηρείται και μεγάλη βελτίωση στους ρυθμούς εισπράξεων οφειλών από τις ρευματοκλοπές. Εισπράξεις, που επιστρέφουν εμμέσως στους καταναλωτές. Ειδικότερα, από τις αρχές του έτους έως σήμερα, ο ΔΕΔΔΗΕ έχει εισπράξει περί τα 8,5 εκατ. ευρώ από υποθέσεις ρευματοκλοπών τελευταίων ετών, ενώ το αντίστοιχο ποσό πέρυσι και προπέρυσι είχε διαμορφωθεί στα 6,5 εκατ. ευρώ, κατά μέσο όρο.
Βάσει του τρέχοντος ρυθμού των εργασιών, αναμένεται έως το τέλος του έτους να έχουν διενεργηθεί πάνω από 30.000 έλεγχοι ρευματοκλοπών πανελλαδικά, ενώ οι εισπράξεις αναμένεται να ξεπεράσουν τα 20 εκατ. ευρώ.
Στο στόχαστρο του ΔΕΔΔΗΕ βρίσκονται και οι μεγάλοι πελάτες στη χαμηλή, αλλά και στη μέση τάση, καθώς με την αξιοποίηση κατάλληλων εργαλείων για την ανάλυση μετρητικών δεδομένων από πολλαπλές πηγές πληροφόρησης, όπως για παράδειγμα από το Κέντρο Τηλεμέτρησης, πλέον αναδεικνύονται καθημερινά περιπτώσεις πιθανολογούμενων ρευματοκλοπών. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι από 400 στοχευμένους ελέγχους σε μεγάλους πελάτες (παροχές Νο 5-6-7 και μέσης τάσης) σε ένα χρονικό διάστημα 10 ημερών, προέκυψαν 35 ρευματοκλοπές που εκτιμάται ότι αντιστοιχούν σε απολεσθείσα ενέργεια 4.800 MWh. Η ενέργεια αυτή ισοδυναμεί με 700 βεβαιώσεις ρευματοκλοπών σε παροχές χαμηλής τάσης. Το ποσό που θα κληθούν να πληρώσουν οι χρήστες αυτών των παροχών εκτιμάται ότι ξεπερνά το 1,3 εκατ. ευρώ.
Ο ΔΕΔΔΗΕ έχει θέσει ως προτεραιότητα την πάταξη του φαινομένου των ρευματοκλοπών, που αποτελούν έμμεση επιβάρυνση για τους συνεπείς καταναλωτές και την τελευταία διετία υλοποιεί δράσεις που επικεντρώνονται σε αύξηση δυναμικότητας κυρίως σε τεχνικό προσωπικό με νέες προσλήψεις, αξιοποίηση φορητού εξοπλισμού, π.χ. tablet από το σύνολο των αρμόδιων συνεργείων, ψηφιακών εργαλείων, καθώς και στον εκσυγχρονισμό του σχετικού εξοπλισμού διενέργειας ελέγχων. Οι έλεγχοι αυτοί συντονίζονται και παρακολουθούνται κεντρικά, σε καθημερινή βάση και με προηγμένα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης. Η ωρίμανση όλης αυτής της προσπάθειας που γίνεται τα τελευταία χρόνια έχει ως αποτέλεσμα τον ταχύτερο και πιο αποτελεσματικό εντοπισμό των παραβατικών αυτών συμπεριφορών.
Παράλληλα, σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει αυστηροποιηθεί το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, με τον ν.5106/2024 που εισηγήθηκε στη Βουλή ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, με αποτέλεσμα την καθιέρωση αυστηρών μέτρων κατά των ρευματοκλοπών και των στρατηγικών κακοπληρωτών λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος.
Ο νόμος προβλέπει -μεταξύ άλλων- την υποχρέωση προσκόμισης νέας Υπεύθυνης Δήλωσης του αδειούχου ηλεκτρολόγου εγκαταστάτη αν αλλάξει ο φορέας επιχείρησης, την αφαίρεση επαγγελματικής άδειας ηλεκτρολόγου σε περίπτωση συμμετοχής σε ρευματοκλοπή, τη δυνατότητα του ΔΕΔΔΗΕ να λαμβάνει πληροφορίες από την ΑΑΔΕ για φορολογικά στοιχεία απαραίτητα για την αντιμετώπιση των ρευματοκλοπών και τον ρητό χρόνο παραμονής στην καθολική υπηρεσία (τέσσερις μήνες), για μη ευάλωτους καταναλωτές ρεύματος που δεν πληρώνουν τον λογαριασμό τους.
Ο ΔΕΔΔΗΕ δεσμεύεται να συνεχίσει τον εκσυγχρονισμό του λειτουργικού του μοντέλου, και ταυτόχρονα να εντείνει ακόμη περισσότερο τις δράσεις του για τον εντοπισμό ρευματοκλοπών σε βιομηχανικές, βιοτεχνικές και εμπορικές παροχές, μέσω στοχευμένων ελέγχων, επιδιώκοντας συχνότητα ελέγχων μεγαλύτερη και από την προβλεπόμενη βάσει των ρυθμιστικών υποχρεώσεών του.