Tην επέκταση του CBAM, του αμφιλεγόμενου νέου φόρου άνθρακα στα σύνορα της ΕΕ, ακόμα και στα τελικά καταναλωτικά προϊόντα κλάδων όπως το αλουμίνιο, ο χάλυβας ή το τσιμέντο εξετάζουν οι Βρυξέλλες, παρά τις έντονες αντιδράσεις της βιομηχανίας, που διαφωνεί με το μέτρο, που σήμερα αφορά στην επιβολή του διασυνοριακού φόρου στις εισαγωγές πρώτων υλών και υλικών για μία σειρά βιομηχανικών κλάδων.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σκοπεύει να υποβάλει έκθεση ως το τέλος του χρόνου σχετικά με την επέκταση του CBAM σε προϊόντα στα ενδιάμεσα ή και στα τελικά στάδια της αλυσίδας αξίας στους τομείς που σήμερα καλύπτει ο CBAM, δηλαδή το αλουμίνιο, το τσιμέντο, τα λιπάσματα, το υδρογόνο, το σίδηρο, το χάλυβα και την ηλεκτρική ενέργεια
Κατά την Κομισιόν, ο στόχος του CBAM, είναι να περιορίσει τον κίνδυνο διαρροής άνθρακα, δηλαδή της μετεγκατάστασης βιομηχανιών σε τρίτες χώρες με χαλαρότερους περιβαλλοντικούς όρους και άρα φθηνότερου κόστους. Ωστόσο, οι βιομηχανίες υποστηρίζουν ότι το μέτρο θα αυξήσει το κόστος των εντός Ευρώπης παραγόμενων προϊόντων, πλήττοντας ταυτόχρονα τη διεθνή τους ανταγωνιστικότητα, ενώ είναι αμφίβολο αν θα πετύχει τους στόχους, καθώς θεωρείται ότι οι παραγωγοί από τις τρίτες χώρες και κυρίως την Κίνα θα βρουν τρόπους να ξεπεράσουν τα εμπόδια του CBAM.
Παρά τις διαμαρτυρίες όμως της ευρωπαϊκής βιομηχανίας - είναι χαρακτηριστικές οι τοποθετήσεις του προέδρου της Eurometeaux κ. Ευάγγελου Μυτιληνάιου, όπως και της εγχώριας βιομηχανίας, του ΣΕΒ, της ΕΒΙΚΕΝ κλπ- η Κομισιόν διερευνά το ενδεχόμενο να επεκτείνει το φόρο αυτό και στα τελικά προϊόντα, σύμφωνα με πληροφορίες του Montel. Σε πρόσφατο σεμινάριο, ο επικεφαλής του τμήματος CBAM της Ευρωπαϊκής Επιτροπής φέρεται να δήλωσε ότι η μη εφαρμογή του διασυνοριακού φόρου σε προϊόντα μεταποίησης στην αλυσίδα αξίας στους τομείς χάλυβα και του αλουμινίου, για παράδειγμα, θα μπορούσε να ενθαρρύνει τις εταιρείες να μεταφέρουν την παραγωγή τους εκτός ΕΕ για να αποφύγουν επιπλέον κόστος άνθρακα.
Τέτοια προϊόντα περιλαμβάνουν εξαρτήματα για ανεμογεννήτριες, τα οποία κατά περισσότερο από τα δύο τρίτα κατασκευάζονται από χάλυβα, και περιλαμβάνουν σίδηρο και αλουμίνιο.
Προς το παρόν, η Ευρώπη βρίσκεται στο πρώτο στάδιο της εφαρμογής του CBAM, βασικά στη μεταβατική φάση, που αναγκάζει τις υπόχρεες βιομηχανίες να ενημερώνουν τις υπηρεσίες της EE για τις διαδικασίες παραγωγής των πρώτων υλών που εισάγουν και την περιεκτικότητά τους σε CO 2. Aπό το 2026 όμως, οι εταιρείες που εισάγουν αλουμίνιο, τσιμέντο, λιπάσματα, υδρογόνο, σίδηρο, χάλυβα και ηλεκτρική ενέργεια στην ΕΕ θα πρέπει να αγοράζουν πιστοποιητικά CBAM, τα οποία συνδέονται με την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα, για την κάλυψη της ενσωματωμένης περιεκτικότητας σε άνθρακα.
Ταυτόχρονα, οι παραγωγοί των συγκεκριμένων βασικών προϊόντων εντός ΕΕ θα αρχίσουν να χάνουν σταδιακά τα δωρεάν δικαιώματα εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα. Τα δωρεάν δικαιώματα θα καταργηθούν πλήρως σε διάστημα 9 ετών., οπότε οι βιομηχανίες παραγωγής στους κλάδους που προαναφέρθηκαν θα πρέπει να αγοράζουν δικαιώματα για το σύνολο των εκπομπών τους.
Ο CBAM σχεδιάστηκε με τη λογική ότι θα εξισώσει το κόστος άνθρακα για τους παραγωγούς εντός και εκτός ΕΕ, ώστε να μην υπάρχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην παραγωγή εκτός ΕΕ.
Στην τρέχουσα φάση, οι υπηρεσίες της ΕΕ αναλύουν ποια προϊόντα, στα πιο κάτω τμήματα της αλυσίδας αξίας ως το τελικό προϊόν, περιλαμβάνουν υψηλό ποσοστό των υπόχρεων σε CBAM πρώτων υλών και υλικών, ποιο θα μπορούσε να είναι το έμμεσο κόστος άνθρακα και πόσο εκτεθειμένα είναι τα προϊόντα αυτά στον ανταγωνισμό εκτός ΕΕ. Επίσης εξετάζονται οι επιπτώσεις του CBAM το 2030, όταν σχεδόν τα μισά δωρεάν δικαιώματα θα έχουν καταργηθεί για τους υπόχρεους βιομηχανικούς κλάδους. Παράλληλα, επιχειρείται να εκτιμηθεί ποιά θα είναι τότε η τιμή των δικαιωμάτων διοξειδίου του άνθρακα και ταυτόχρονα τα μέτρα να μην είναι δύσκολα, περίπλοκα στην εφαρμογή, ή εύκολο να παρακαμφθούν, καθώς δεν θα πετύχουν τον επιθυμητό στόχο.
Πάντως, ήδη οι βιομηχανίες στην ΕΕ διαμαρτύρονται για το υψηλό διοικητικό κόστος του μεταβατικού μέτρου, δεδομένων όλων των εγγράφων και πιστοποιήσεων από τους προμηθευτές τρίτων χωρών που πρέπει να συγκεντρώσουν και να υποβάλουν στις Βρυξέλλες κατά στην τρέχουσα φάση εφαρμογής, η οποία ακόμα δεν περιλαμβάνει την πληρωμή του CBAM.
Για τα προϊόντα μεταποίησης, μία επιλογή για τη μείωση του διοικητικού φόρτου, που συζητείται στους κόλπους της ΕΕ, όπως αναφέρθηκε στο σεμινάριο, είναι η χρήση προεπιλεγμένων τιμών για τον άνθρακα, που ενσωματώνουν τα εν λόγω προϊόντα.
Η συνεχής επιβολή φόρων πάντως, όπως προειδοποιούν τόσοι οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας όσο και αναλυτές κινδυνεύει να οδηγήσει στην πλήρη αποβιομηχανοποίηση της Ευρώπης σε βασικούς τομείς και να επιφέρει υψηλότερες τιμές για τους Ευρωπαίους καταναλωτές.