Με έντονο προβληματισμό παρακολουθούν οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας την πορεία της χρέωσης υπέρ ΑΠΕ, καθώς διαμορφώνουν την τιμολογιακή πολιτική τους για την επόμενη χρονιά.
Πρόκειται για την νέα επιβάρυνση που έχει επιβληθεί σε όλους τους προμηθευτές, με τον νέο νόμο για τις ΑΠΕ, προκειμένου να καλυφθεί το έλλειμμα του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ χωρίς να αυξηθεί το ΕΤΜΕΑΡ, το διοικητικά ρυθμιζόμενο τέλος υπέρ της πράσινης ενέργειας που πληρώνουμε με τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος (ανεξαρτήτως παρόχου).
Σύμφωνα με πληροφορίες στις αρχές Δεκεμβρίου η χρέωση υπέρ ΑΠΕ για τους προμηθευτές έφθασε μέχρι και τα 13 ευρώ/Mwh, έναντι μίας μέσης τιμής της τάξης των 6,5 ευρώ/MWh σε ετήσια βάση, που έδινε η μελέτη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης επί της οποίας βασίστηκαν η ΡΑΕ και το υπουργείο Περιβάλλοντος - Ενέργειας όταν θεσπίστηκε το μέτρο.
Τη χρέωση αυτή, που υπολογίζεται ανά εβδομάδα ανάλογα με τη διαφορά μεταξύ της πραγματικής Οριακής Τιμής Συστήματος (ΟΤΣ) στη χονδρική αγορά και της “εικονικής”, αυτής δηλαδή που θα διαμορφωνόταν αν δεν έμπαιναν οι ΑΠΕ στο σύστημα, επιβαρύνονται καθ’ ολοκλήρου οι προμηθευτές από τον Οκτώβριο, χωρίς μέχρι στιγμής να την έχουν μετακυλήσει στον καταναλωτή.
Τον Νοέμβριο η “χρέωση προμήθειας” έφθασε μεσοσταθμικά στα 10,6 ευρώ/MWh, έναντι 4,4 ευρώ ανά ΜWh του Οκτωβρίου.
Από την άλλη πλευρά, τα κόστη των προμηθευτών για την αγορά ηλεκτρισμού αναμένεται να ελαφρυνθούν από τα ΝΟΜΕ, τις δημοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας από τα λιγνιτικά και υδροηλεκτρικά εργοστάσια της ΔΕΗ, που ξεκίνησαν τον Οκτώβριο και θα συνεχιστούν τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Οι περισσότεροι από τους προμηθευτές - και σε αυτούς συγκαταλέγονται όλοι οι βασικοί παίκτες της αγορά- μπορούν να διαμορφώσουν ένα φθηνότερο “καλάθι” ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο δεν θα στηρίζεται μόνον στο φυσικό αέριο, αλλά και στο λιγνίτη και τα νερά, ανταγωνιζόμενοι έτσι το “καλάθι” της ΔΕΗ.
Ωστόσο ακόμα είναι νωρίς για να εκτιμήσει ο κάθε προμηθευτής το όφελος και το έξτρα κόστος που θα έχει από τα ΝΟΜΕ και τη χρέωση ΑΠΕ, αντίστοιχα, λόγω και της μεγάλης μεταβλητότητας των παραγόντων που διαμορφώνουν το κόστος των “προϊόντων” αυτών.
Στη δεδομένη φάση, οι περισσότεροι κρατούν αμυντική στάση, περιμένοντας να δουν τι θα κάνει ο ανταγωνισμός και κυρίως η ΔΕΗ, που είναι ο βασικός παίκτης της αγοράς και δίνει τον τόνο για την κατεύθυνση των τιμολογίων.
Ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με τις αρχικές μελέτες το συνολικό κόστος από τη χρέωση υπέρ ΑΠΕ στους προμηθευτές υπολογιζόταν γύρω στα 370 εκατ. ευρώ, ετησίως. Το μεγαλύτερο μέρος βέβαια της δαπάνης αφορά στη ΔΕΗ, που είναι και ο μεγαλύτερος προμηθευτής.
Μέχρι στιγμής η επιχείρηση δεν έχει κάνει λόγο για μετακύληση του κόστους αυτού στους πελάτες της. Μάλιστα, από τον Ιούλιο-προ της ψήφισης του μέτρου- η ΔΕΗ έδωσε έκπτωση 15% στους συνεπείς καταναλωτές, αυτούς που εξοφλούν δίχως καθυστέρηση τον λογαριασμό, και σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες εξετάζει το ενδεχόμενο νέας, μικρής, έκπτωσης για τους συνεπείς πελάτες, στο πλαίσιο των μέτρων που θα αποφασίσει για τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών από το 2017.