Όπως δήλωσε ο Ολλανδός πρωθυπουργός, Μαρκ Ρούτε, μετά τις πρόσφατες εκλογές στη χώρα του, το πολιτικό κέντρο της Ευρώπης κέρδισε τον προημιτελικό.
Είναι πολύ νωρίς για πανηγυρισμούς, η ημιτελική φάση (Γαλλία) και ο τελικός (Γερμανία) είναι ακόμα μπροστά μας.
Σε κάθε περίπτωση, είμαι αισιόδοξος πως το κέντρο θα αντέξει και ότι η ευρωζώνη θα διαφοροποιηθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ. Οι αγορές θα ανακουφιστούν και η υπό εξέλιξη ανάκαμψη της Ευρώπης θα αναγνωριστεί και θα προσελκύσει κεφάλαια.
Η προοπτική αυτή, αν και πιο θετική από ότι προέβλεπαν πολλοί στην αρχή της χρονιάς, δεν πρέπει να καθησυχάσει τους Ευρωπαίους ηγέτες. Η ήπειρος είναι αντιμέτωπη σε μεσοπρόθεσμα διάστημα με μεγάλες προκλήσεις, από την ασφάλεια ως την συνοχή, και πρέπει να κάνει σοβαρή δουλειά για να τις ξεπεράσει.
Ο αγγλοσαξωνικός κόσμος δεν κουράζεται να υπενθυμίζει στην Ευρώπη για τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες και πιο ευέλικτες οικονομίες του, που επέτρεψαν μια πιο γρήγορη ανάκαμψη από την οικονομική κρίση. Λιγότερο γνωστό είναι ότι στις ΗΠΑ, οι πραγματικοί μισθοί για το φτωχότερο 90% δεν έχουν αυξηθεί τα τελευταία 15 χρόνια, ενώ σε μεγάλα κομμάτια της ευρωζώνης έχουν κινηθεί υψηλότερα. Και ενώ η εισοδηματική ανισότητα διευρύνεται στις ΗΠΑ, όπου ήταν ήδη μεγαλύτερη, δεν έχει διευρυνθεί σημαντικά στην ευρωζώνη.
Αυτό έχει σημασία για τις πολιτικές εξελίξεις. Η εμμονή των επενδυτών με τον κίνδυνο να ακολουθήσει η ευρωζώνη τα βήματα του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ είναι τόσο μεγάλη, που έχουν παραβλέψει τη βελτίωση των προοπτικών, η οποία βασίζεται σε τρία σημεία.
Πρώτον, οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό έχουν κινηθεί υψηλότερα για το μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Μετά από μια μακρά περίοδο πολύ χαμηλού πληθωρισμού και σε ορισμένες χώρες αποπληθωρισμού, ο δομικός πληθωρισμός έχει σταθεροποιηθεί, αν και σε χαμηλά επίπεδα. Η συνέχιση της υποστηρικτικής νομισματικής πολιτικής είναι αναγκαία για να επιστρέψει ο πληθωρισμός στον στόχο του λίγο κάτω από το 2% της ΕΚΤ.
Αλλά είναι πολύ σημαντική η πρόσφατη δήλωση του Μάριο Ντράγκι ότι ξεπεράστηκε η απειλή του αποπληθωρισμού. Ακόμα και πριν από έξι μήνες, πολλοί παράγοντες της αγοράς πίστευαν ότι οι προσπάθειες της ΕΚΤ να ενισχύσει τον πληθωρισμό με αρνητικά επιτόκια και μεγάλες αγορές ομολόγων, θα αποτύγχαναν.
Δεύτερον, οι παραδοσιακές οικονομικές μετρήσεις, καθώς και τα σημάδια από τα οικονομικά στοιχεία, δείχνουν μια ξεκάθαρη τόνωση της ανάπτυξης στη Γαλλία και στη Γερμανία. Τρίτον, υπάρχει μια σημαντική μη ικανοποιηθείσα ζήτηση για επενδύσεις, που υστερεί σε σχέση με την ανάκαμψη του ΑΕΠ. Η ισχυρότερη εμπιστοσύνη έχει την δυνατότητα να προκαλέσει μεγαλύτερη ανάληψη ρίσκου σε νέα έργα.
Συνολικά, οι επενδυτές είναι υπερβολικά απαισιόδοξοι. Η ανάπτυξη του ΑΕΠ της ευρωζώνης με βάση τις εκτιμήσεις της αγοράς για τους επόμενους 12 μήνες, είναι 0,5 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη από αυτήν που θα έπρεπε να είναι. Αυτή η τόσο μεγάλη απόκλιση οφείλεται κυρίως στα πολιτικά ρίσκα.
Η μείωση των πολιτικών ανησυχιών, ειδικά στη Γαλλία, μπορεί να προκαλέσει ένα ράλι ανακούφισης σε όλα τα ευρωπαϊκά στοιχεία ενεργητικού υψηλού ρίσκου, όπως οι μετοχές, και μια άνοδο στα επιτόκια των γερμανικών ομολόγων, την οποία θα καλωσόριζαν πολλοί επενδυτές.
Μετά από μια δύσκολη δεκαετία, που στιγματίστηκε από την κρίση, αυτό που χρειάζεται είναι μια πιο θετική διάθεση, σαν αυτή που είδαμε αυτό το Σαββατοκύριακο στους εορτασμούς της 60ης επετείου της Συνθήκης της Ρώμης.
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν ακόμα απειλές. Είναι υπαρκτές, ιδίως στην ασφάλεια και στην μετανάστευση, στην οικονομική ανάπτυξη και στη σύγκλιση. Η μετανάστευση και η ασφάλεια είναι τα ζητήματα που πρωτίστως απασχολούν τους πολίτες και τα υπόλοιπα δεν θα έχουν σημασία αν δεν αντιμετωπιστούν πρώτα αυτά. Η Ευρώπη έχει όλα τα υλικά που χρειάζονται για ανάπτυξη αλλά χρειάζεται να ξεφορτωθεί ότι εμποδίζει αυτό το «σουφλέ» ανάπτυξης να φουσκώσει.
Σε αυτά περιλαμβάνονται: ο μεγάλος όγκος μη εξυπηρετούμενων δανείων που επιβαρύνει τους ισολογισμούς των τραπεζών, περιορίζοντας τη χορήγηση πίστωσης σε εταιρίες και νοικοκυριά που μπορούν να επενδύσουν και να καταναλώσουν περισσότερο ˙ το σφιχτό ρυθμιστικό πλαίσιο που πνίγει τη δραστηριότητα και την δημιουργία θέσεις εργασίας ˙ τα εμπόδια σε διασυνοριακές δραστηριότητες. Όσον αφορά την σύγκλιση, χρειαζόμαστε πιο εύλογους κοινούς κανονισμούς για την οικονομική πολιτική και αποτελεσματική συμμόρφωση. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με έναν συνδυασμό πειθαρχίας με μεγαλύτερη αλληλεγγύη και μηχανισμούς αμοιβαίας υποστήριξης.
Τα ερωτήματα αυτά δεν είναι απλά, αλλά υπάρχουν καλές τεχνικές λύσεις, οι οποίες μπορούν να εφαρμοστούν από τους μανδαρίνους της Ευρώπης.
Η πολιτική βούληση είναι πιο δύσκολο να βρεθεί.
Εδώ ωστόσο, μπορεί να είμαστε κοντά σε ένα σημείο καμπής. Η Γαλλία και η Γερμανία θα έχουν σύντομα νέους νόμιμους ηγέτες. Για το καλό της Ευρώπης και του κόσμου, θα πρέπει να συνεργαστούν και – όπως οι προκάτοχοι τους Σαρλ ντε Γκωλ και Κόρναντ Αντενάουερ – να προσφέρουν στα υπόλοιπα μέλη ένα μεγάλο συμβιβασμό ως θεμέλιο για συνομιλίες που θα επαναφέρουν το ευρωπαϊκό εγχείρημα σε τροχιά.
Αν δεν το πετύχουν αυτό, το θετικότερο outlook μπορεί να αποδειχθεί σύντομο και το αποτέλεσμα του επόμενου εκλογικού γύρου πολύ πιο σκοτεινό.