Μία πολύμηνη περίοδος διαβουλεύσεων ξεκινά μεταξύ της Ευρωπαικής Επιτροπής, του Ευρωκοινοβουλίου και των κυβερνήσεων των χωρών - μελών της ΕΕ για την οριστικοποίηση της νέας ευρωπαϊκής πολιτικής για τις ΑΠΕ και του στόχου για τη διείσδυσή τους στο ενεργειακό ισοζύγιο έως το 2030. Οι διαπραγματεύσεις αυτές, που ξεκινούν με αφετηρία την υπερψήφιση από το Ευρωκοινοβούλιο της πρότασης για θέσπιση του φιλόδοξου δεσμευτικού στόχου διείσδυσης ΑΠΕ στο 35%, αναμένεται να καταλήξουν, όπως συνήθως συμβαίνει στην ΕΕ, στην υιοθέτηση μίας μέσης λύσης, κοντά στο 30%.
Aς σημειωθεί ότι ο αρχικός στόχος της ΕΕ για το μερίδιο των ΑΠΕ στο συνολικό ενεργειακό μείγμα το 2030 ήταν το 27%, ένας στόχος όμως, που ήδη η Ευρωπαική Επιτροπή θεωρούσε ξεπερασμένο και αρκετά χαμηλό, αποδεχόμενη την ανάγκη αναθεώρησής τους προς τα πάνω. .
Μάλιστα, ο αρμόδιος για την κλιματική αλλαγή Επίτροπος Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε είχε επικρίνει το Συμβούλιο Υπουργών, για ανεπαρκές επίπεδο φιλοδοξίας, εξ αιτίας της απροθυμίας ορισμένων κυβερνήσεων στο παρελθόν να δεχθούν υψηλότερους στόχους για τις ΑΠΕ. Ενστάσεις πάντως για το θέμα εξακολουθούν να διατηρούν αρκετές χώρες- μέλη και γι’ αυτό εκτιμάται ότι θα χρειαστεί μία μακρά περίοδος διαπραγματεύσεων μέχρι να καταλήξουν σε συμβιβαστική φόρμουλα κοινής αποδοχής
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην ψηφοφορία της Τετάρτης, 17 Ιανουαρίου 2018, υπερψήφισε την επίτευξη δεσμευτικών στόχων σε επίπεδο ΕΕ, ύψους 35% τόσο για την ενεργειακή απόδοση όσο και για τις ΑΠΕ.
Συγκεκριμένα όσο αφορά την ενεργειακή απόδοση, το ΕΚ ψήφισε υπέρ της επίτευξης δεσμευτικού στόχου ύψους τουλάχιστον 35% σε επίπεδο ΕΕ και ενδεικτικών εθνικών στόχων. Για την επίτευξη αυτού του στόχου θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η προβλεπόμενη κατανάλωση ενέργειας το 2030.
Για τις ΑΠΕ το ΕΚ ψήφισε υπέρ της επίτευξης στόχου 35% για το 2030. Για την επίτευξη του στόχου αυτού θα πρέπει να καθοριστούν εθνικοί στόχοι, από τους οποίους τα κράτη μέλη θα μπορούν να αποκλίνουν κατά 10% κατ’ ανώτατο όριο και υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Σε ότι αφορά τον τομέα των μεταφορών σύμφωνα με την απόφαση του ΕΚ το 2030, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι το 12% της ενέργειας που καταναλώνεται στον τομέα αυτό θα προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές. Η συνεισφορά των αποκαλούμενων βιοκαυσίμων «πρώτης γενιάς» (αυτά τα οποία παράγονται από τρόφιμα και καλλιέργειες τροφίμων) πρέπει να περιοριστεί στα επίπεδα του 2017 και στο 7% κατ' ανώτατο όριο στις οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές.
Οι ευρωβουλευτές ζήτησαν επίσης την απαγόρευση της χρήσης φοινικέλαιου ως βιοκαύσιμο από το 2021.
Επίσης, το ΕΚ ζητεί το 90% των πρατηρίων καυσίμων κατά μήκος του κεντρικού δικτύου που έχει δημιουργηθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1315/2013 (κεντρικό δίκτυο ΔΕΔ-Μ) θα πρέπει να είναι εξοπλισμένα ως το 2022 με προσβάσιμα από το κοινό σημεία φόρτισης για ηλεκτρικά οχήματα.
Για τα καθεστώτα στήριξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από βιομάζα το Ευρωπαικό Κοινοβοόλιο ζητεί να σχεδιάζονται έτσι ώστε να μην ενθαρρύνεται η ανάρμοστη χρήση της βιομάζας για την παραγωγή ενέργειας. Τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την υφιστάμενη βιώσιμη προσφορά βιομάζας, ενώ για την παραγωγή ενέργειας θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην καύση των αποβλήτων και καταλοίπων.
Παράλληλα, τα καθεστώτα στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει να βασίζονται στην αγορά και να διασφαλίζουν ότι οι παραγωγοί λαμβάνουν υπόψη την προσφορά και τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και το πιθανό κόστος ενσωμάτωσης του συστήματος ή τους περιορισμούς των δικτύων.
Το ΕΚ ενέκρινε τις τροπολογίες για τους καταναλωτές-αυτοπαραγωγούς προκειμένου να εξασφαλίσει ότι θα έχουν το δικαίωμα να εγκαθιστούν συστήματα παραγωγής και αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας στις εγκαταστάσεις τους (για ιδιοκατανάλωση) χωρίς να υπόκεινται σε καμία επιβάρυνση, τέλος ή φόρο.
Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να υποβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έως την 1η Ιανουαρίου 2019 και κάθε δέκα χρόνια εφεξής, ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα.
Το πρώτο σχέδιο θα καλύπτει την περίοδο 2021-2030.