Σε “περίεργη” εποχή φαίνεται ότι διάλεξε η ΔΕΗ να πουλήσει τις μονάδες της, αν κρίνει κανείς από την περίπτωση της Γερμανίας και την πώληση της εταιρίας Innogy, ένα deal, που σύμφωνα με την ανάλυση του Euractiv, σηματοδοτεί το τέλος των καθετοποιημένων εταιριών κοινής ωφέλειας και των μεγάλων διασυνοριακών εξαγορών και συγχωνεύσεων.
Το εγχείρημα πώλησης της Innogy, ενεργειακής θυγατρικής της γερμανικής εταιρίας ηλεκτρισμού RWE, κατέληξε σε μία συμφωνία μεταξύ της RWE και της E.ON για το σπάσιμο της εταιρίας στα δύο: H RWE κρατά τον τομέα των ΑΠΕ της Innogy, τον οποίο θα συγχωνεύσει με τις δραστηριότητες ΑΠΕ που είχε μέχρι τώρα η άλλη μεγάλη γερμανική εταιρία ηλεκτρισμού, η Ε.ΟΝ, η οποία σε αντάλλαγμα αποκτά τα ρυθμιζόμενα δίκτυα της Innogy, κσθώς και τις υπηρεσίες λιανικής.
Ας σημειωθεί ότι η Innogy ήταν η θυγατρική που ίδρυσε το 2016 η RWE για τις δραστηριότητες στου τομείς των ΑΠΕ, των δικτύων και της λιανικής
Πρόκειται για μία συμφωνία, που όπως γράφει το Euractiv, επισφραγίζει την τάση για το σπάσιμο των δύο μεγάλων καθετοποιημένων εταιριών ηλεκτρισμού της Γερμανίας, της RWE και της Ε.ΟΝ. Όταν η Ε.ΟΝ ολοκληρώσει,μέσα στη χρονιά, την πώληση στη φιλανδική Fortune του μεριδίου που κατέχει στην εταιρία θερμικών μονάδων Upiter, τότε οι δύο γερμανικοί όμιλοι θα έχουν μείνει με τα μόνα περιουσιακά στοιχεία που ακόμα αποδίδουν κέρδη στην αγορά ηλεκτρισμού, δηλαδή τις επιδοτούμενες ΑΠΕ και τα ρυθμιζόμενα δίκτυα.
Η στροφή της Γερμανίας από τα πυρηνικά στις ΑΠΕ μετά την καταστροφή του πυρηνικού σταθμού στη Φουκοσίμα το 2011 και η στήριξη της ΕΕ στην ανανεώσιμη ενέργεια δημιούργησαν πλεονάζον δυναμικό παραγωγής ηλεκτρισμού, το οποίο οδηγεί εκτός αγοράς τις θερμικές και τις πυρηνικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού
Για να ανταπεξέλθουν στα νέα δεδομένα, RWE και η η Ε.ΟΝ πριν από δύο χρόνια άρχισαν να αποσύρονται από τη συμβατική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Σήμερα σενάρια για σπάσιμο και διαχωρισμό δραστηριοτήτων έχουν αρχίσει να κυκλοφορούν ακόμα και για τις πιο καθετοποιημένες, κρατικά ελεγχόμενες εταιρίες ηλεκτρισμού της ΕΕ, όπως η γαλλική EdF και η τσεχική CEZ.
To deal της Innogy έδειξε και κάτι ακόμα: Κανένας ξένος όμιλος δεν έδειξε ενδιαφέρον εξαγοράς της εταιρίας, όταν η RWE ανακοίνωσε την πρόθεση να πουλήσει τη θυγατρική της.
Πριν την οικονομική κρίση του 2008, οι ευρωπαϊκές εταιρίες ηλεκτρικής ενέργειας έσπευδαν να αποκτήσουν συμμετοχές και να εξαγοράσουν εταιρίες σε άλλες χώρες της ΕΕ. Τα περισσότερα όμως από τα deal αυτά είτε δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα, είτε ναυάγησαν και τώρα πλέον είναι ελάχιστες οι εταιρίες ηλεκτρισμού που έχουν σημαντική διεθνή παρουσία .
Η ηλεκτρική ενέργεια σε αντίθεση με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, είναι δύσκολο να μεταφερθεί και αυτός είναι ένας από τους λόγους, που οι εταιρίες ηλεκτρισμού δεν κατάφεραν να γίνουν παγκόσμιες. Όμως εκτός από τους νόμους της φυσικής, υπήρξαν και άλλοι λόγοι που τις εμπόδισαν να διεθνοποιηθούν και αυτοί δεν ήταν άλλοι από την πολιτική.
Πριν από μία δεκαετία, οι Βρυξέλλες προσπάθησαν να βγάλουν την πολιτική έξω από τις εταιρίες ηλεκτρισμού, προωθώντας την ιδιωτικοποίηση των εταιριών και τον διαχωρισμό των δραστηριοτήτων τους, κυρίως μέσω της απόσχισης των δικτύων μεταφοράς ενέργειας. Η πολιτική όμως επέστρεψε από την πίσω πόρτα.
Η απόφαση της Γερμανίας να εγκαταλείψει την πυρηνική ενέργεια, οι άφθονες επιδοτήσεις στις ΑΠΕ που έδωσε η Ισπανία και η απειλή της Βρετανίας για πλαφόν στις τιμές είναι παραδείγματα για το πώς η πολιτική επηρεάζει τις εταιρίες ηλεκτρικής ενέργειας. Βέβαια και οι αποφάσεις της ΕΕ επηρέασαν καθοριστικά την αγορά.
Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι η πολιτική ήταν ένας από τους βασικούς λόγους, εξ αιτίας του οποίου δεν εμφανίστηκαν ξένοι αγοραστές για την Innogy. Οι ίδιοι μάλιστα θεωρούν ότι έχει περάσει η εποχή των μεγάλων εξαγορών και συγχωνεύσεων για τις επιχειρήσεις του κλάδου, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε διεθνές.
Πλέον οι εταιρίες ηλεκτρισμού έχουν περάσει σε άλλου είδους εξαγορές. Ενδιαφέρονται για τις αγορές μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων σε νέους τομείς, όπως η φόρτιση ηλεκτρικών αυτοκινήτων, η μόνωση, οι έξυπνοι μετρητές και οι ενεργειακές υπηρεσίες. Επίσης εξακολουθούν να επενδύουν σε αναδυόμενες αγορές , που έχουν τεράστιες ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια και πιο φιλελεύθερο ρυθμιστικό πλαίσιο.
Η ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αλλάζει πρόσωπο.