Όσο σημαντικά και αν είναι το μέλλον της ευρωζώνης και μία λύση στη μεταναστευτική κρίση, ούτε το ένα ούτε το άλλο είναι στην κορυφή της λίστας μου με τις προτεραιότητες της ΕΕ, αυτή τη στιγμή. Στον πολύ βραχυπρόθεσμο ορίζοντα το πιο σημαντικό πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσει η ΕΕ είναι ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος θέτει μία σαφή και παρούσα απειλή στη στρατιωτική ασφάλεια της ΕΕ και την οικονομική ευημερία. Ο στόχος δεν πρέπει να είναι πως θα τον ηρεμήσουν, αλλά να αντιμετωπίσουν τη μεγαλύτερη αδυναμία της ΕΕ: την έλλειψη ευελιξίας.
Οι δύο προτεραιότητες που θα έβαζα, επομένως, θα ήταν η διαχείριση των χαμηλών αμυντικών δαπανών και το μεγάλο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών. Η Γερμανία παίζει κεντρικό ρόλο και στα δύο, αλλά το ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Τρία από τα μεγαλύτερα κράτη μέλη της ΕΕ – Γερμανία, Ιταλία, και Ισπανία – δεν έχουν κάνει καθόλου προσπάθειες για επίτευξη του στόχου που συμφωνήθηκε στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ το 2006, να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ. Η Γερμανία δαπάνησε 1,22% πέρυσι, η Ιταλία 1,13% και η Ισπανία 0,92%. Ο προϋπολογισμός της Γερμανίας προβλέπει μείωση του ποσοστού για τις αμυντικές δαπάνες, την επόμενη τετραετή περίοδο.
Υπάρχουν δύο ιδιαίτεροι λόγοι για να αυξηθούν οι αμυντικές δαπάνες στη Γερμανία – κανείς δεν έχει να κάνει με τον κ. Τραμπ. Πρώτον, το χρειάζεται ο παραλυμένος στρατός. Χρόνια περικοπών στις δαπάνες υποβάθμισαν τον εξοπλισμό των αμυντικών δυνάμεων, σε σημείο που μόνο ένας μικρός αριθμός μαχητικών αεροσκαφών είναι σε ετοιμοπόλεμα. Δεύτερον, αν η ΕΕ επρόκειτο να αποκτήσει σοβαρή αμυντική ικανότητα, θα έπρεπε η Γερμανία, η Ιταλία και η Ισπανία να συμμετέχουν με ένα δίκαιο μερίδιο.
Το ίδιο ισχύει και το εμπορικό ισοζύγιο. Το μεγάλο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών που ακόμη αυξάνεται κάνει την ΕΕ ευάλωτη στους αμερικανικούς δασμούς και τις κυρώσεις. Το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της ευρωζώνης σημείωσε αύξηση, στο 3,9% του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο, από τον μέσο όρο του 3,5% το 2017. Ένα τόσο υψηλό πλεόνασμα κάνει την ευρωζώνη ευαίσθητη σε εμπορικούς δασμούς, σαν αυτούς που απείλησε ότι θα επιβάλλει ο κ. Τραμπ στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα.
Η Volkswagen έχει ήδη πει ότι αλλάξει τον όγκο παραγωγής προς τις ΗΠΑ σε αντίδραση για τους δασμούς η Harley-Davidson μεταφέρει την παραγωγή μοτοσυκλετών εκτός ΗΠΑ, αφότου έγινε στόχος περαιτέρω δασμών από την ΕΕ, στις κινήσεις που έκανε η τελευταία ως αντίποινα. Αλλά η Harley-Davidson είναι πολύ μικρή σε σύγκριση με τον όμιλο VW. Εάν ο στενός στόχος του κ. Τραμπ είναι να αυξήσει την καθαρή παραγωγή των αυτοκινήτων στις ΗΠΑ – σε αντίθεση με τη μεγιστοποίηση της κατανάλωσης – θα τον επιτύχει ακόμη και αν θα υπάρξει, φυσικά, ένα οικονομικό κόστος που θα πληρώσει.
Οπότε, τι πρέπει να κάνει η ΕΕ; Το μπλοκ θα μπορούσε να προσφέρει διαπραγματεύσεις για να μειώσει τους δασμούς 10% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, αν άλλες χώρες κάνουν το ίδιο – κίνηση γνωστή ως πολυμερής εμπορική συμφωνία. Είναι δύσκολο να διατηρήσει το ηθικό πλεονέκτημα σε μια συζήτηση για τους δασμούς αν τους επιβάλεις ο ίδιος. Αμφιβάλλω, ωστόσο, ότι μία τέτοια πρόταση θα ικανοποιούσε τον κ. Τραμπ – αν ο άμεσος στόχος είναι να δει λιγότερα γερμανικά αυτοκίνητα στη Πέμπτη Λεωφόρο.
Οι μεγάλες αλλαγές θα ερχόντουσαν από την αλλαγή στις μακροοικονομικές πολιτικές. Η Γερμανία είναι η βασική πηγή του πλεονάσματος τρεχουσών συναλλαγών της ευρωζώνης. Η γερμανική πολιτική τάξη, μαζί με το οικονομικό σύστημα, είναι σε άρνηση εδώ και μία δεκαετία. Το Βερολίνο έχει γεμίσει από αρχεία που έχουν μπει στο ράφι, για μακροοικονομικές ανισορροπίες.
Ο Εμμανουέλ Μακρόν, ο Γάλλος Πρόεδρος, σπατάλησε σχεδόν έναν χρόνο για να πείσει τη Γερμανίδα Καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ, να επιδοκιμάσει αυτό που κατέληξε να γίνει μια απογοητευτική λίστα με τις μεταρρυθμίσεις της ευρωζώνης. Έπρεπε να έχει ξοδέψει το πολιτικό κεφάλαιο του (που μειώνεται γρήγορα) στο να την πείσει να επικεντρωθεί στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και συγκεκριμένα στις εγχώριες επενδύσεις και στην αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Αυτοί οι δύο στόχοι – η αύξηση στις αμυντικές δαπάνες της ΕΕ και η μείωση του πλεονάσματος τρεχουσών συναλλαγών – θα έδιναν αμοιβαία υποστήριξη: Εάν δεν αντισταθμίσεις την επιπλέον δαπάνη με κάτι άλλο, η αύξηση στις αμυντικές δαπάνες θα επιβάρυνε το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, μέσω του δημοσιονομικού ελλείμματος. Η ΕΕ θα μπορούσε ακόμα και να εξαιρέσει τις αμυντικές δαπάνες από τα δημοσιονομικά κριτήρια.
Το πρόβλημα δεν είναι το γεγονός ότι η ευρωζώνη έχει πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, αλλά το μέγεθός του. Μία μείωση από το 4% στο 2% θα έκανε μεγάλη διαφορά. Και δεν υπάρχει ουσιαστική οικονομική ή στρατιωτική λογική στον στόχο για αμυντικές δαπάνες 2% του ΑΕΠ. Όπως έχουμε δει στην ευρωζώνη, οι αριθμητικοί στόχοι έχουν τα μειονεκτήματα τους. Αυτό που πραγματικά χρειάζεται η ευρωπαϊκή αμυντική στρατηγική είναι μία αξιόπιστη οικονομική και πολιτική δέσμευση από όλα τα μέλη της.
Εάν ο κ. Τραμπ θέλει να μειώσει την αμερικανική δέσμευση στο ΝΑΤΟ ή να επιβάλει δασμούς σε αυτοκίνητα, πριν τις ενδιάμεσες αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου, λίγα μπορεί να κάνει η ΕΕ για να τον σταματήσει. Αλλά μπορεί να αναπτύξει μία στρατηγική για να κάνει τον εαυτό της πιο ισχυρό. Εάν δεν μπορεί να συμφωνήσει ούτε σε αυτό, δεν πρέπει να εκπλαγούμε, αν οι άνθρωποι αρχίσουν να ρωτάνε ο ένας τον άλλον το ερώτημα: «Ποιο είναι το νόημα της ΕΕ;». Και όταν φτάνεις σε αυτό το σημείο, είναι μικρό βήμα να αρχίζεις να αναζητάς εναλλακτικές.