To Facebook προσφέρει μια διασκεδαστική, δωρεάν και αξιοσημείωτα δημοφιλή υπηρεσία σε 2,2 δισ. χρήστες σε όλο τον κόσμο.
Το μειονέκτημα όμως, το οποίο είναι πολύ μεγάλο, είναι πως το κοινωνικό δίκτυο έχει ανοίξει την πόρτα για την υπονόμευση της δημοκρατίας σε ακραίους, προπαγανδιστές και κατασκόπους.
Ένα από τα πιο βαριά κατηγορητήρια κατά του Facebook και άλλων εταιρειών κοινωνικής δικτύωσης διατυπώθηκε πρόσφατα σε μια κοινοβουλευτική έκθεση για την παραπληροφόρηση και τα «fake news». «Η δημοκρατία μας βρίσκεται σε κίνδυνο και τώρα είναι η στιγμή να δράσουμε, να προστατέψουμε τις κοινές μας αξίας και την ακεραιότητα των δημοκρατικών μας θεσμών» ήταν το συμπέρασμα του.
Tα κοινωνικά δίκτυα που έχουν σχεδιαστεί για να δημιουργούν κοινότητες έχουν χρησιμοποιηθεί συχνά για τον διχασμό κοινωνιών. Έκθεση του Oxford Internet Institute που δημοσιεύτηκε νωρίτερα φέτος βρήκε ενδείξεις οργανωμένης χειραγώγησης των κοινωνικών δικτύων σε 48 χώρες, έναντι 28 την περασμένη χρονιά.
Οι καμπάνιες αυτές διαχέονται και σε άλλες πλατφόρμες: στον αναπτυσσόμενο κόσμο πολλές από αυτές διεξάγονται σε εφαρμογές chat όπως το όπως το WhatsApp, το Telegram και το WeChat.
To Facebook έχει εγκαταλείψει πλέον την υπερασπιστική γραμμή πως ήταν πάντοτε η λύση και όχι το πρόβλημα. Η εταιρεία αποδέχεται πλέον ότι πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για το περιεχόμενο που παράγουν οι χρήστες. Αυξάνει επίσης τον έλεγχο των διαφημιστών.
Την περασμένη εβδομάδα το Facebook κατήγγειλε μια συντονισμένη καμπάνια από «μη αυθεντικούς» χρήστες για τον επηρεασμό των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ. Σε συνέντευξη που είχε δώσει νωρίτερα στο Recode, ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, o CEO του Facebook, παραδέχθηκε ότι η εταιρεία υπήρξε υπερβολικά ιδεαλιστική στο παρελθόν. Παραδέχθηκε ότι Ρώσοι πράκτορες στόχευσαν χρήστες του Facebook στις προεδρικές εκλογές του 2016 και ότι το κοινωνικό δίκτυο είχε χρησιμοποιηθεί για την πρόκληση ενδοκοινοτικής βίας στην Μιανμάρ και στη Σρι Λάνκα.
«Αν τα θαλασσώσουμε κάπου, πρέπει να σιγουρευτούμε πως δεν θα κάνουμε το ίδιο λάθος ξανά» σημείωσε. Αλλά η αποτροπή «λαθών» σε τόσο μεγάλες πλατφόρμες είναι μια τεράστια πρόκληση. Υπάρχουν αρκετές προτάσεις για το πως θα «επιδιορθωθεί» το Facebook. Καμία δεν φαίνεται ιδιαίτερα πειστική. Ίσως οι αναγνώστες των Financial Times να έχουν κάποιες πιο έξυπνες ιδέες.
Πρώτον, υπάρχουν πιέσεις στις κυβερνήσεις για πιο επιθετική ρύθμιση των κοινωνικών δικτύων. Αν το Facebook είναι μια υπηρεσία κοινής ωφέλειας, όπως έχει το ίδιο ισχυριστεί, τότε θα έπρεπε να ρυθμιστεί σαν μια τέτοια. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι πολύ δραστήριες στην ενίσχυση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των καταναλωτών με την υιοθέτηση της ρύθμισης GDPRκαι την τιμωρία των πλατφορμών που δεν κατεβάζουν αρκετά γρήγορα μηνύματα που υποθάλπουν το μίσος. Αλλά η άσκηση περισσότερο ελέγχου στα κοινωνικά δίκτυα από τις κυβερνήσεις είναι κλασσική περίπτωση όπου το φάρμακο είναι χειρότερο από την ασθένεια. Με αυτόν τον τρόπο θα γίνουμε σαν την Κίνα.
Ένα άλλο επιχείρημα είναι ότι το Facebook πρέπει να αντιμετωπίζει ως εκδότηςκαι όχι ως πλατφόρμα. Θα έπρεπε να θεωρείται νομικά υπεύθυνο για όλο το περιεχόμενο του, όπως και οι New York Times. Αλλά θα έπρεπε να είμαστε προσεκτικοί πόσο μακριά θα τραβήξουμε το επιχείρημα αυτό. Το Facebook δεν πρέπει να γίνει ο de facto ρυθμιστής της δημόσιας αποδοχής ή αλήθειας.
Ορισμένοι ζητούν την απαγόρευση κάθε πολιτικής διαφήμισης στα κοινωνικά δίκτυα, δεδομένων των ευκαιριών που δίνουν για χειραγώγηση. Αυτό ακούγεται τέλειο στη θεωρία, αλλά πολύ πιο δύσκολο στην πράξη. Θα ήταν εύκολο να απαγορευτεί η επίσημη πολιτική διαφήμιση, αλλά τι ακριβώς συγκαταλέγεται στην ανεπίσημη;
Άλλοι επικριτές καλούν τους χρήστες να σβήσουν τους λογαριασμούς τους μέχρι οι εταιρείες να βγάλουν από την πρίζα τις διαφημιστές «μηχανές χειραγώγησης» που τους αποφέρουν κέρδη. Ο συγγραφέας Τζέιρον Λάνιερ έχει διατυπώσει με πιο αιχμηρό τρόπο τη θέση αυτή. Αλλά ακόμα και αυτός δεν πιστεύει ότι η καμπάνια του θα πείσει πολλούς χρήστες.
Tο Facebook μας διαβεβαιώνει ότι θα αναλάβει ηγετικό ρόλο στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Ο κ. Ζούκερμπεργκ υποστηρίζει ότι η εταιρεία βρίσκεται στη μέση μιας τριετούς άσκησης ανανέωσης των εργαλείων του. Τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που διαθέτει γίνονται καλύτερα στην απαλοιφή ακραίου περιεχομένου. Τώρα απασχολεί 20.000 ανθρώπους για την διαγραφή προσβλητικού περιεχομένου.
Δεν υπάρχει ωστόσο ερώτημα ότι το Facebook θα μπορούσε και θα έπρεπε να πάει πιο κάτω. Για αρχή, θα έπρεπε να συνεργαστεί πιο συστηματικά με πολιτικούς και ακαδημαϊκούς που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την διαδικτυακή παρενόχληση. Η βρετανική κοινοβουλευτική έρευνα εξέφρασε αποτροπιασμό για την συστηματική συσκότιση από την πλευρά του Facebook.
Από μια άποψη, η εστίαση στο Facebook μπορεί να θολώνει τα πολύ μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα της υπερβολικής πληροφόρησης και της εθιστικής διάσπασης προσοχής. Έξυπνοι πολιτικοί, όπως ο Στιβ Μπάνον πρώην επικεφαλής της εκλογικής στρατηγικής του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έχουν ήδη κατανοήσει ότι σε αυτόν τον νέο κόσμο το συναίσθημα κερδίζει τη λογική και η διάσπαση της προσοχής την πληροφορία.
«Νικήσαμε στις εκλογές με τα συνθήματα «Καθαρίστε το Βούρκο», «Κλείστε τη Φυλακή» και «Χτίστε ένα Τοίχο» είπε στον συγγραφέα Μάικλ Λιούις νωρίτερα φέτος. «Ο θυμός και ο φόβος είναι αυτό που οδηγεί τους ανθρώπους στις κάλπες» πρόσθεσε.
Kατά την άποψη του κ. Μπάνον, η πολιτική προσταγή είναι να κυριαρχήσει κανείς στη συζήτηση παρά να κερδίσει μια μάχη ιδεών. «Οι Δημοκρατικοί δεν έχουν καμία σημασία» τόνισε. «Η πραγματική αντιπολίτευση είναι τα μέσα ενημέρωσης. Και ο τρόπος να τα αντιμετωπίσουμε είναι να τα γεμίσουμε με φούμαρα».
Τα κοινωνικά δίκτυα προσέφεραν το μέσο για να γεμίσει κανείς ολόκληρο τον πλανήτη με παραμύθια με το κλικ ενός μάους. Και για την ώρα οι κοινωνίες μας δεν έχουν τρόπο να το αντιμετωπίσουν.
«Η αντίσταση είναι μάταιη» γράφει ο Σίβα Βαϊντγιαναθάν στο τελευταίο του βιβλίο «Αντικοινωνικά Μέσα». «Αλλά η αντίσταση μοιάζει να είναι αναγκαία».