Aπό αναβολή σε αναβολή και από καθυστέρηση σε καθυστέρηση πηγαίνουν τα περίφημα λιγνιτικά ΑΔΙ και μαζί τους όλος ο Μόνιμος Μηχανισμός Επάρκειας Ισχύος, αφού η Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ διαπιστώνει προβλήματα στο ελληνικό σχέδιο και ζητεί τώρα να δοθεί σε διαβούλευση, να τροποποιηθεί αναλόγως και κατόπιν να εγκριθεί από τις Βρυξέλλες, όπως τουλάχιστον αναφέρουν έγκυρες πηγές.
Πρόκειται για μία διαδικασία, που είναι μάλλον απίθανο να ολοκληρωθεί εντός των χρονικών περιθωρίων του διαγωνισμού για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στη Φλώρινα και τη Μεγαλόπολη, ακόμα και με παράταση ως το τέλος Ιουνίου.
Το βασικό πρόβλημα που εντοπίζει η ΕΕ στο ελληνικό σχέδιο είναι ότι δεν περιλαμβάνει μέτρα για την απόκριση της ζήτησης, η οποία αποτελεί πλέον θεμελιώδη παράμετρο της νέας ενεργειακής πολιτικής της Ευρώπης. Η απόκριση της ζήτησης, ως μέτρο που εξοικονομεί ενέργεια, εντάσσεται απόλυτα στον ευρωπαϊκό σχεδιασμό για την επίτευξη των στόχων για το Κλίμα. Στο πλαίσιο αυτό, εδώ και καιρό η Κομισιόν έχει διαμηνύσει σε όλες τις χώρες-μέλη ότι στους νέους μηχανισμούς θα πρέπει να περιλαμβάνονται μέτρα αυτής της κατηγορίας, τα οποία επί της ουσίας θα αποζημιώνουν για την μη κατανάλωση ή την εξοικονόμηση ενέργειας στις ώρες αιχμής, εισάγοντας έτσι ενεργά τους καταναλωτές στην αγορά ηλεκτρισμού.
Εκτός αυτού όμως, προβλέψεις όπως η υψηλότερη αποζημίωση μονάδων που έχουν προχωρήσει σε λειτουργική αναβάθμιση, ή η χρονική επέκταση του Μηχανισμού και μετά το 2025 για νέες επενδύσεις στην παραγωγή ηλεκτρισμού, αλλά και η συμμετοχή των μονάδων ΑΠΕ που δεν έχουν λάβει λειτουργική ενίσχυση δεν φαίνεται ότι θα πείσουν τις Βρυξέλλες.
Ας σημειωθεί ότι η ΕΕ έχει “γυρίσει πίσω” στις χώρες- μέλη αρκετά εθνικά σχέδια μέχρι σήμερα, καθώς όλος ο μηχανισμός βρίσκεται στο μικροσκόπιο της γενικής διεύθυνσης Ανταγωνισμού, δεδομένου ότι εμπίπτει στις Κατευθυντήριες Γραμμές για τις Κρατικές Ενιοσχύσεις. Πρόσφατο είναι το παράδειγμα της Γερμανίας, η οποία αναγκάστηκε να τροποποιήσει μία σειρά ρυθμίσεις προκειμένου να λάβει την έγκριση, ενώ στη Βρετανία, η λειτουργία του αντίστοιχου μηχανισμού διακόπηκε μετά από απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το οποίο έκρινε ότι ο βρετανικός μηχανισμός αποτελούσε παράνομη κρατική ενίσχυση.