Μεγάλες επενδύσεις για τον ριζικό εκσυγχρονισμό των δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος θα απαιτηθούν την επόμενη δεκαετία στην Ευρώπη, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για το 2030, που είναι το 50% του ηλεκτρισμού να προέρχεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Η διείσδυση των ΑΠΕ στο ηλεκτρικό σύστημα δεν είναι μόνον θέμα εγκατάστασης περισσότερων φωτοβολταϊκών ή ανεμογεννητριών. Πρέπει να υπάρχει και το κατάλληλο δίκτυο μεταφοράς, καθώς το υφιστάμενο ευρωπαϊκό δίκτυο αδυνατεί να χειριστεί τη μεγάλη ισχύ των ΑΠΕ που πρέπει να προστεθεί, πράγμα που σημαίνει ότι θα χρειαστεί μεγάλο έργο τόσο σε διοικητικό επίπεδο, όσο και στις υποδομές για να επιτευχθούν οι στόχοι.
Στη Γερμανία για παράδειγμα, το σύστημα μπορεί να αντιμετωπίσει ως 40% της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και το μερίδιο αυτό αναμένεται να αυξηθεί σε τουλάχιστον 65% μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας. Μόνον το 2017, ο λογαριασμός για τη διαχείριση της συμφόρησης δικτύου, εξαιτίας της υπερφόρτωσης των δικτύων μεταφοράς και των αναγκαίων μέτρων αποτροπής διαρθρωτικών ζημιών, έφθασε στη Γερμανία στα 1,4 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ένα από τα βασικά προβλήματα είναι η μεταφορά της καθαρής ενέργειας, που παράγεται κυρίως από τις ανεμογεννήτριες στο βόρειο μέρος της χώρας, προς τον νότο, όπου είναι εγκατεστημένες πολλές βιομηχανίες. Η έλλειψη υποδομών μεταφοράς ηλεκτρισμού μεταξύ βορρά και νότου θεωρείται από πολλούς ως ένα από τα βασικά εμπόδια για την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ στη Γερμανία.
Οι διασυνδέσεις του ηλεκτρικού δικτύου και η ευελιξία του συστήματος είναι καθοριστικής σημασίας για την ενσωμάτωση περισσότερης ενέργειας από ΑΠΕ
Σύμφωνα με τους νέους κανόνες της ΕΕ με ορίζοντα το 2030, το μπλοκ θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι το 32% της συνολικής καταναλισκόμενης ενέργειας θα προέρχεται από ΑΠΕ- πράγμα που μεταφράζεται ότι, στον ηλεκτρισμό το μερίδιο των ΑΠΕ πρέπει να φθάσει ή και να ξεπεράσει το 50%. Παράλληλα οι χώρες- μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι το 14% των αναγκών στις μεταφορές θα καλύπτονται από καθαρές πηγές ενέργειας.
Για τις ανάγκες αναβάθμισης των δικτύων, η ΕΕ ανέπτυξε το σχέδιο EU-SysFlex, το οποίο χρηματοδοτήθηκε με 26, 5 εκατ. ευρώ από το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020». Στόχος είναι ο εντοπισμός των αναγκών του μελλοντικού ενεργειακού συστήματος και στο πλαίσιο αυτό το EU-SysFlex στήριξε επτά έργα επίδειξης σε όλη την Ευρώπη.
Ήδη παρουσιάστηκε ένα ερευνητικό πρόγραμμα που εκπονούν από κοινού η Γαλλία και η Ιρλανδία για τον σχεδιασμό του οδικού χάρτη ανάπτυξης δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, ικανών να διαχειρίζονται τη μεταφορά ηλεκτρικού ρεύματος, προερχόμενο από ΑΠΕ σε ποσοστό άνω του 50%. Ας σημειωθεί ότι οι δύο χώρες προωθούν και μία απ’ ευθείας ηλεκτρική διασύνδεση μεταξύ τους, με υποβρύχιο καλώδιο που θα περνά από την Κελτική Θάλασσα. Πρόκειται για την πρώτη ηλεκτρική διασύνδεση της Ιρλανδίας με άλλη χώρα, πέραν της Βρετανίας και θεωρείται ιδιαίτερης σημασίας για το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας στη μετά Brexit εποχή.
Εξάλλου, για το πρόβλημα συμφόρησης του γερμανικού δικτύου μελέτες δείχνουν ότι μπορεί σε μεγάλο βαθμό να αντιμετωπιστεί με την κατασκευή περισσότερων πυλώνων ηλεκτρικής ενέργειας και με την αύξηση του διαθέσιμου χώρου αποθήκευσης του δικτύου, σε συνδυασμό με την τελειοποίηση της διαχείρισης συμφόρησης. Γι΄αυτό το λόγο, η Ιnnogy, θυγατρική της γερμανικής εταιρίας ηλεκτρισμού RWE εστίασε στο "συντονισμό των ευελιξιών που συνδέονται με τη διανομή" και στην εξάλειψη των συγκρούσεων μεταξύ των Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς και των Διαχειριστών Συστημάτων Διανομής.
Αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δήλωσε σχετικά στον ιστότοπο Euractiv ότι «με την τρέχουσα τάση αποκέντρωσης του τρόπου παραγωγής της ενέργειας και την ψηφιοποίηση, είναι σαφές ότι οι Διαχειριστές Μεταφοράς και Διανομής θα πρέπει να συνεργάζονται όλο και περισσότερο».