Nέο ρεκόρ αναμένεται να καταρρίψουν οι τιμές στην επικείμενη δημοπρασία ηλεκτρισμού (ΝΟΜΕ), που έχει προγραμματιστεί για την ερχόμενη εβδομάδα, την Τετάρτη 17 Ιουλίου, με την αγορά να εκτιμά ότι αυτή τη φορά οι τιμές θα εκτιναχθούν πάνω από τα 60 ευρώ/mWh, προσεγγίζοντας την Οριακή Τιμή Συστήματος (ΟΤΣ), όπως αυτή διαμορφώνεται στη χονδρική αγορά.
Η δημοπρασία της ερχόμενης Τετάρτηςεκκινεί από το πολύ υψηλό επίπεδο, μετά την αναπροσαρμογή της τιμής εκκίνησης από τη ΡΑΕ εξ αιτίας του κόστους ρύπων στα 58,12 ευρώ/MWh, από τα 36,34 ευρώ/ MWh που ήταν το πρώτο εξάμηνο του 2019.
Ας σημειωθεί ότι η προηγούμενη ακριβώς δημοπρασία, του Απριλίου 2019, για ποσότητα 355 MWh/h είχε “κτυπήσει” τα 58,74 ευρώ/ MWh, ενώ κατά την πρώτη δημοπρασία της φετινής χρονιάς, τον Φεβρουάριο, για τη διάθεση 350 MWh η τιμή έφθασε στα 54,04 ευρώ/MWh. Και οι δύο αυτές δημοπρασίες είχαν εκκινήσει στα 36,34 ευρώ/MWh
“Αυτή τη φορά το παιχνίδι θα παιχθεί ανάμεσα στους προμηθευτές με ισχυρό πελατολόγιο στη λιανική αγορά ηλεκτρισμού και τους traders” ανέφερε χαρακτηριστικά στέλεχος της αγοράς, υπογραμμίζοντας ότι τα επίπεδα τιμών στα οποία εκκινεί η δημοπρασία, μπορεί να λειτουργήσουν αποθαρρυντικά για τους μικρότερους παίκτες, δίνοντας την ευκαιρία στους μεγαλύτερους, εκείνους που έχουν τα περιθώρια, να ισχυροποιήσουν τις θέσεις τους και να διασφαλίσουν ποσότητες ηλεκτρισμού για την ικανοποίηση των αναγκών της πελατείας τους.
Η ποσότητα που θα διατεθεί πάντως στη δημοπρασία του Ιουλίου είναι μεγαλύτερη από τις προηγούμενες φορές, 763 MWh/h με περίοδο διάθεσης από την 1/9/2019 ως τις 31 Αυγούστου 2020.
Ας σημειωθεί ότι τo μέτρο των ΝΟΜΕ, που αφορούν σε δημοπράτηση ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ από λιγνιτικούς και υδροηλεκτρικούς σταθμούς, λήγει στο τέλος της φετινής χρονιάς, χωρίς ακόμα να έχει αποφασιστεί αν θα παραταθούν ή αντικατασταθούν με κάποιο άλλο μέτρο, μέχρι να τεθεί σε εφαρμογή το target model με το νέο τρόπο λειτουργίας της αγοράς (προθεσμιακά προιόντα, διμερή συμβόλαια κλπ)
Το μέτρο είχε θεσπιστεί, με τη συνεργασία των δανειστών, για να μειωθεί το μερίδιο της ΔΕΗ στη λιανική και να ανοίξει η αγορά, καθώς μέσω των δημοπρασιών οι ιδιώτες προμηθευτές θα αποκτούσαν πρόσβαση στη φθηνότερη παραγωγή ηλεκτρισμού από τους λιγνιτικούς και υδροηλεκτρικούς σταθμούς της ΔΕΗ.
Τα αποτελέσματα όμως έδειξαν ότι το μέτρο απέτυχε: Mεγάλο μέρος των ποσοτήτων που διατέθηκαν μέσω ΝΟΜΕ όδευσαν σε εξαγωγές, ενώ το μερίδιο της ΔΕΗ μειώθηκε ελάχιστα σε σχέση με τους στόχους που είχαν τεθεί. Μάλιστα, η αποτυχία αυτή οδήγησε στην ενεργοποίηση της ρήτρας, που προβλέπονταν σχετικά και συγκεκριμένα στην αύξηση των ποσοτήτων που πρέπει να διαθέτει η ΔΕΗ μέσω ΝΟΜΕ. Πλέον η εταιρία, η οποία επανειλημμένα έχει διαμαρτυρηθεί για τις οικονομικές απώλειες που έχει λόγω ΝΟΜΕ, είναι υποχρεωμένη να αγοράζει ενέργεια από τρίτους ή να προσθέτει στο “μείγμα” της και ποσότητες από μονάδες φυσικού αερίου, για να καλύψει τις υποχρεώσεις της στα ΝΟΜΕ, καθώς η δική της λιγνιτική και υδροηλεκτρική παραγωγή δεν επαρκεί.
Μάλιστα, στις 13 Ιουνίου συζητήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας η προσφυγή που έχει καταθέσει η ΔΕΗ εναντίον της μεθοδολογίας υπολογισμού της αρχικής τιμής στις δημοπρασίες ΝΟΜΕ, στην οποία υποστηρίζει ότι με την υφιστάμενη μεθοδολογία στα ΝΟΜΕ του πρώτου εξαμήνου 2019 το κόστος CO2 της τιμής εκκίνησης ήταν 7,65 ευρώ/τόνο (μέση τιμή Δεκ 2017), με αποτέλεσμα η τιμή να υστερεί ουσιαστικά κατά περίπου 2 χρόνια από το πραγματικό κόστος.
Οι τιμές των ρύπων, ως γνωστόν, το 2018 εκτοξεύτηκαν πάνω από τα 25 ευρώ/τόνο.
Επιδιώκοντας να καταδείξει την έκθεση σε μεγάλους οικονομικούς κινδύνους που επιφέρει η εφαρμογή των ΝΟΜΕ στη εταιρία, η ΔΕΗ τονίζει επίσης στην προσφυγή της, ότι ενώ ολόκληρη η εκκαθαρισθείσα έγχυση της ΔΕΗ ήταν 987,63 GWh για το Μάρτιο 2019, η βεβαιωθείσα ποσότητα ΝΟΜΕ ήταν 1.112,7 GWh. Έτσι, η ΔΕΗ επιβαρύνθηκε με την κάλυψη των υπολοίπων 125,1 GWh με εκταμίευση 6.158.864 ευρώ.
Η μεγάλη άνοδος στις τιμές των ρύπων ουσιαστικά έχει ανατρέψει όλη τη φιλοσοφία των ΝΟΜΕ, αφού η λιγνιτική παραγωγή της ΔΕΗ έπαψε να είναι φθηνή και να αποτελεί δέλεαρ για τους εναλλακτικούς προμηθευτές ηλεκτρισμού, αρκετοί εκ των οποίων δηλώνουν πια ότι οι δημοπρασίες αυτές δεν χρειάζονται.