Σημαντικές ανακατατάξεις στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού έφερε ο Covid-19 και το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας, με τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας να μειώνεται κατά μέσον όρο στην Ευρώπη κατά 14% τον Απρίλιο, με την Ελλάδα να καταγράφει πτώση 12% και τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την ηλεκτροπαραγωγή να περιορίζονται κατά 39%, σύμφωνα με έρευνα του Carbon Brief.
Από τα εντυπωσιακότερα στοιχεία της έρευνας είναι και οι πολλές ώρες κατά τις οποίες οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά κινήθηκαν σε αρνητικά επίπεδα. Η έρευνα υπογραμμίζει την έλλειψη ευελιξίας που επέδειξαν οι περισσότερες μονάδες στις αρνητικές τιμές, δηλαδή της αδυναμία τους να κλείσουν και τονίζει ιδιαίτερα την ανελαστικότητα των ΑΠΕ στο θέμα αυτό, τονίζοντας ότι πρέπει να προβλεφθούν μέτρα ώστε και οι ΑΠΕ να προσαρμόζονται σε τέτοιες καταστάσεις.
Η ανάλυση των στοιχείων των προηγούμενων 30 ημερών δείχνει ότι στην ΕΕ και στη Βρετανία η παραγωγή των φωτοβολταϊκών αυξήθηκε κατά 28%, λόγω της αυξημένης ηλιοφάνειας και των νέων εγκαταστάσεων που λειτούργησαν τον τελευταίο χρόνο
Σε συνδυασμό με την πτώση της ζήτησης ο Απρίλιος στις περισσότερες χώρες κατέγραψε σημαντική αύξηση της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα. Η παραγωγή ηλεκτρισμού από αιολικά και ηλιακά συστήματα κάλυψε περίπου το 23% της συνολικής ζήτησης.
Η εξέλιξη αυτή έδειξε ότι το ηλεκτρικό σύστημα μπόρεσε να λειτουργήσειομαλά και αξιόπιστα, ακόμα και όταν οι ΑΠΕ κάλυψαν μεγαλύτερα ποσοστάτης ζήτησης, ποσοστά που δεν αναμένονταν να επιτευχθούν πριν το 2025
Από την άλλη πλευρά, αυτή η “κάρτ -ποστάλ από το μέλλον” κατέδειξε και τηνέλλειψη ευελιξίας, καθώς πολλές μονάδες δεν μπόρεσαν να κλείσουν,αντιδρώντας στις μηδενικές ή ακόμα και τις αρνητικές τιμές πουκαταγράφηκαν στη χονδρική αγορά. Τα συστήματα ηλεκτρικής ενέργειαςπρέπει να γίνουν πολύ πιο ευέλικτα για να απορροφήσουν τα υψηλότεραεπίπεδα αιολικής και φωτοβολταϊκής ενέργειας στο μέλλον, ενώ ανάλογησυμπεριφορά πρέπει να έχει και η απόκριση της ζήτησης, αναφέρει η μελέτη.
Πτώση Ζήτησης
Στο διάστημα από 28 Μαρτίου ως 26 Απριλίου η ζήτηση ηλεκτρισμού στην Ευρώπη υποχώρησε σημαντικά εξ΄αιτίας του lockdown, Aπό τα στοιχεία προκύπτει ότι στη Βρετανία η πτώση ήταν 15% και στην ΕΕ κατά μέσον όρο 14%, με την Ιταλία να παρουσιάζει τη μεγαλύτερη μείωση -23%, ακολουθούμενη από την Ισπανία και τη Γαλλία, δηλαδή τις χώρες που κτυπήθηκαν περισσόερο από τον κορωνοϊό. Στην Ελλάδα η πτώση ήταν τηςτάξης του 12%
Το καύσιμο που δέχθηκε το μεγαλύτερο πλήγμα ήταν ο άνθρακας. Η ανθρακική παραγωγή ηλεκτρισμού μειώθηκε περισσότερο από 40% γιατί με τα σημερινά δεδομένα ο άνθρακας συμπεριλαμβανομένου και του λιγνίτη είναι το ακριβότερο καύσιμο. Η παραγωγή απο λιγνίτη έπεσε κατά 43%, καθώς τοάλλοτε φθηνότερο καύσιμο έφθασε σήμερα να είναι ακριβότερο από το φυσικόαέριο με ένα κόστος γύρω στα 20-26 ευρώ/Mwh, ίσα -ίσα για καλύψει τοκόστος των δικαιωμάτων εκπομπής CO 2
Aντίθετα, το κόστος κατά μέσον όρο για το αέριο συν τα δικαιώματα CO2 για μία μονάδα φυσικού αερίου μεσαίας αποτελεσματικότητας διαμορφώθηκε σε περίπου 20 ευρώ/MWh.
Στη Γερμανία παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη πτώση παραγωγής ηλεκτρισμούαπό άνθρακα τις τελευταίες 30 ημέρες. Η παραγωγή από λιγνίτη έπεσε κατά55% και η παραγωγή λιθάνθρακα κατά 65%. Παράλληλα σταμάτησαν και οιεξαγωγές της Γερμανίας στις γειτονικές της χώρες, με αποτέλεσμα ενώ εγχώριαζήτηση μειώθηκε κατά 9%, η παραγωγή να υποχωρήσει κατά 17%. Αλλά δενμειώθηκε μόνον η παραγωγή ηλεκτρισμού από ανθρακικές μονάδες. Ηπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο στην Ευρώπη μειώθηκεκατά 30%.
Η μείωση της παραγωγής από τις μονάδες άνθρακα και φυσικού αερίουοδήγησε σε μείωση της εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα απόηλεκτροπαραγωγικές μονάδες κατά 39%, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδοτου προηγούμενου χρόνου. Συνολικά οι εκπομπές CO 2 τον Απρίλιο δενξεπέρασαν τους 48 εκατ. τόνους έναντι 78 εκατ. τόνων, του Απριλίου 2019. Αςσημειωθεί ότι τον προηγούμενο χρόνο οι συνολικές εκπομπές CO2 από τοντομέα ηλεκτρισμού της Ευρώπης ήταν 844 εκατομ. τόνοι, 29% κάτω σε σχέσημε τα αντίστοιχα επίπεδα πριν από έξι χρόνια.
Η συμμετοχή του άνθρακα στο ηλεκτροπαραγωγικό μείγμα της ΕΕ τον Απρίλιουποχώρησε στο 11%, από 16% κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα τουπροηγούμενου έτους. Η Πορτογαλία δεν “έκαψε” άνθρακα για περισσότεροαπό ένα μήνα, στη Βρετανία επί 18 ημέρες δεν υπήρξε ανθρακική παραγωγή,στην Ισπανία μόνον το 3% του ηλεκτρισμού προήλθε από τον άνθρακα, ενώ σεεξαιρετικά χαμηλά επίπεδα έπεσε και στην Ελλάδα και την Ρουμανία, κόντάστο 11%. Στη Γερμανία έπεσε στο 16% από περίπου 30% πριν από ένα χρόνο.Εν τω μεταξύ η Αυστρία και η Σουηδία ανακοίνωσαν το κλείσιμο και τουτελευταίου ανθρακικού εργοστασίου τους, ανεβάζοντας σε 6 τον συνολικόαριθμό των ευρωπαϊκών χωρών που έχουν αποσύρει πλήρως τον άνθρακα απότο ενεργειακό τους μείγμα.
Ρεκόρ καταγράφηκε για την αιολική και την φωτοβολταϊκή παραγωγή, πουέφθασε να αντιστοιχεί στο 23% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρισμού της ΕΕκαι της Βρετανίας τις τελευταίες 30 ημέρες. Πρόκειται για το υψηλότεροποσοστό που έχει καταγραφεί ποτέ για συνεχή περίοδο 30 ημερών.
Το υψηλότερο μερίδιο συμμετοχής των ΑΠΕ στο σύστημα κατέγραψε η Δανίαμε 65%, έναντι 57% τον περασμένο χρόνο, ακολουθούμενη από τη Γερμανία με45% από 34% πέρυσι και την Ελλάδα με 41% από 28% πέρυσι.
Αρνητικές Τιμές
Οι τελευταίες εβδομάδες έδειξαν πώς τα ηλεκτρικά συστήματα των χωρών- μελών της ΕΕ θα πρέπει να εξελιχθούν στο μέλλον προκειμένου να μπορούν ναανταποκριθούν στην αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ.
Η χαμηλή ζήτηση ηλεκτρισμού, σε συνδυασμό με την υψηλή παραγωγή τωνΑΠΕ και την αναταραχή στην αγορά πετρελαίου οδήγησε σε αύξηση τουαριθμού των ωρών, κατά τις οποίες στις χονδρικές αγορές ηλεκτρισμούπαρατηρούνται αρνητικές ή μηδενικές τιμές.
Οι αρνητικές τιμές σημειώνονται όταν η προσφορά ηλεκτρισμού αναμένεται ναείναι υψηλότερη της ζήτησης, πράγμα που κανονικά πρέπει να οδηγεί στοσβήσιμο μονάδων, ώστε να αποκαθίσταται η ισορροπία. Παρότι τέτοιαπεριστατικά έχουν συμβεί ξανά την περασμένη δεκαετία, φέτος παρατηρήθηκεμία αξιοσημείωτη αύξηση της συχνότητας με την οποία συμβαίνουν ταφαινόμενα αυτά.
Τη δεδομένη περιόδο οι ώρες με αρνητικές τιμές κατέρριψαν κάθε προηγούμενο ρεκόρσύμφωνα με τα στοιχία του ENTSO-E , που μελέτησε το Carbon Brief.
Στην Ιρλανδία, η οποία έχει μία σχετική εμπειρία, από τις αρχές του χρόνου ως το τέλοςΑπριλίου, καταγράφηκαν περισσότερες από 140 ώρες με αρνητικές τιμές. Στη Γερμανία, περίπου στο 6% των ωρών στη διάρκεια του 2020 οι τιμές ήταν αρνητικές. Ακόμα και ηΣουηδία και η Φινλανδία κατέγραψαν για πρώτη φορά αρνητικές τιμές.
Αν για το πετρέλαιο οι αρνητικές τιμές ήταν κάτι που εμφανίστηκε φέτος για πρώτη φορά,για τις τιμές του ηλεκτρισμού είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται εδώ και μία δεκαετία.Και στις δύο περιπτώσεις οι αρνητικές τιμές δείχνουν είτε την ανικανότητα των παραγωγώννα μειώσουν την παραγωγή τους, είτε την ανικανότητα των καταναλωτών να αυξήσουν τηζήτηση, επωφελούμενοι των χαμηλών τιμών.
Οι πιο ανελαστικές μονάδες παραγωγής ρεύματος είναι οι ανθρακικές, οι οποίες συνεχίζουννα παράγουν ηλεκτρική ενέργεια ακόμα και όταν οι τιμές είναι αρνητικές, καθώς τεχνικάείναι δύσκολο να σβήσουν.
Ας σημειωθεί ότι στις 5 Απριλίου σε 10 ευρωπαϊκές χώρες οι τιμές του ηλεκτρισμού γιακάποιες ώρες ήταν αρνητικές.
.Αλλά και πολλές μονάδες αερίου συνέχισαν να παράγουν ρεύμα παρά τις αρνητικές τιμές,ενδεχομένως για να καλύψουν τις ανάγκες ευστάθειας του συστήματος και όχι γιατί τεχνικάδεν έχουν την ευελιξία να κλείσουν
Η αύξηση της ευελιξία χρειάζεται χρόνο, πράγμα που σημαίνει ότι απαιτείταικαλύτερος σχεδιασμός για το μέλλον σε όλα τα επίπεδα.
Έλλειψη ευελιξίας παρουσιάζουν και οι ΑΠΕ, παρότι έχουν την τεχνικήδυνατότητα να κλείσουν. Τη Δευτέρα του Πάσχα στη Γερμανία, όταν οι τιμέςγύρισαν σε αρνητικό επίπεδο, πολλά χερσαία αιολικά στη μείωσαν σχεδόν στο1/2 την παραγωγή τους. Ωστόσο άλλα δεν τη μείωσαν καθόλου, ενώ ήτανελάχιστα τα offshore αιολικά που αντέδρασαν, όπως επίσης δεν αντέδρασαν τα ηλιακά και η βιομάζα.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι θα χρειαστεί ένας συνδυασμός τεχνολογικώνεπενδύσεων και μεταρρύθμισης της αγοράς για να αυξηθεί η ευελιξία τωνΑΠΕ. Στο πλαίσιο αυτό προτείνεται οι νέες επιδοτήσεις ή τα νέα συμβόλαια γιατις ΑΠΕ να περιέχουν κίνητρα που θα ενθαρρύνουν τις ΑΠΕ ναανταποκρίνονται σε περιόδους στρες του συστήματος. Η Βρετανία γιαπαράδειγμα εξετάζει την αναθεώρηση του συστήματος αμοιβής των ΑΠΕ,συμπεριλαμβάνοντας όρο σύμφωνα με τον οποίο δεν θα καταβάλλεται ηεπιδότηση/αποζημιώση στις ΑΠΕ για τις ώρες, κατά τις οποίες στηνπροημερήσια αγορά διαμορφώνονται αρνητικές τιμές.