Μείωση του μέσου κόστους εγκατάστασης των φωτοβολταϊκών και των χερσαίων αιολικών κατά 10% και 5% αντίστοιχα προβλέπει για το 2021 ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ), εκτιμώντας ταυτόχρονα ότι οι ενεργειακές επενδύσεις φέτος θα ανακάμψουν στα προ της πανδημίας επίπεδα.
Σύμφωνα, με την έκδοση της ΙΕΑ“Παγκόσμιες Ενεργειακές Επενδύσεις -2021” , οι επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας θα αυξηθούν φέτος κατά 10% σε ετήσια βάση, φθάνοντας σχεδόν στα επίπεδα του 2019 με την πλειονότητα των χρηματοδοτήσεων να κατευθύνονται στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
H παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα προσελκύσει το 50% των νέων επενδύσεων, αναφέρει η έκθεση, εκτιμώντας ότι 70% του συνολικού ποσού που θα επενδυθεί φέτος στην ηλεκτροπαραγωγή θα αφορά Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, κυρίως φωτοβολταϊκά και χερσαία αιολικά, με το μέσο κόστος εγκατάστασής τους να μειώνεται κατά 10% και 5% αντίστοιχα.
«Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας κυριαρχούν στις εισροές κεφαλαίου στο νέο δυναμικό παραγωγής ενέργειας. Πρόκειται για επενδύσεις που παρέμειναν ισχυρές και το 2020, παρά τη διαταραχή στην αγορά που προκάλεσε ο COVID-19», αναφέρει η έκθεση. "Το μερίδιο των ΑΠΕ στις συνολικές δαπάνες του τομέα ενέργειας (συμπεριλαμβανομένων των υποδομών δικτύου) ήταν πάνω από 45% το 2020. Αναμένεται περαιτέρω αύξηση των ανανεώσιμων επενδύσεων το 2021, καθώς οι οικονομίες ανακάμπτουν", τονίζει η ΙΕΑ.
Παρ 'όλα αυτά, ο διεθνής οργανισμός υπογραμμίζει ότι ο παγκόσμιος ενεργειακός τομέας υπολείπεται των επενδύσεων και των έργων που χρειάζονται για να επιτευχθεί το καθαρό μηδενικό ανθρακικό ισοζύγιο έως το 2050 και ότι εάν συνεχιστούν τα ίδια επενδυτικά μοτίβα, όπως αυτά που κυριάρχησαν κατά την περίοδο 2017 - 2021, ο στόχος δεν θα επιτευχθεί.
Σε πολλές αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες, οι επενδύσεις σε ΑΠΕ πλήγησαν από το COVID-19 πολύ περισσότερο από ό, τι στα αναπτυγμένακράτη, ενώ αρκετές χώρες, από αυτές που εντάσσονται στις λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες έδωσαν προτεραιότητα στον άνθρακα και το πετρέλαιο στα σχέδια ανάκαμψης από την κρίση.
«Η αναμενόμενη ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας δεν είναι αρκετή για να επαναφέρει από μόνη της τις δαπάνες σε προ πανδημίας επίπεδα, καθώς σε μεγάλο βαθμό η δίδυμη κρίση της δημόσιας υγείας και της οικονομίας είναι πιο παρατεταμένη», εξηγεί η έκθεση.
Εκτός από την ηλεκτροπαραγωγή καταγράφηκε έλλειψη επενδύσεων και σε σχετικές υποδομές σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως στη Νοτιοανατολική Ασία και την Αφρική. Σε αυτές τις περιοχές μάλιστα σχεδιάζεται μία σημαντική επέκταση της ανθρακικής παραγωγής. Το Βιετνάμ, για παράδειγμα, ενδεχομένως να διπλασιάσει την ηλεκτροπαραγωγή από άνθρακα έως το 2045. Συνολικά πάντως σήμερα, η παραγωγή ηλεκτρισμού με καύση άνθρακα είναι κατά 80% χαμηλότερη από τα επίπεδα του 2016.
Ωστόσο τα νομοθετικά και ρυθμιστικά πλαίσια πολλών αναπτυσσόμενων χωρών δεν έχουν ακόμη ευθυγραμμιστεί με τον μακροπρόθεσμο στόχο της κλιματικής ουδετερότητας. Παράλληλα, πολλοί ευρωπαϊκοί φορείς ανησυχούν για ενδεχόμενο «μποτιλιάρισμα» των επενδυτικών σχεδίων στην ΕΕ, λόγω των χρονοβόρων διαδικασιών αδειοδότησης αλλά και των νομικών εμπλοκών στη συνέχεια, καθώς οι αποφάσεις προσβάλλονται συνήθως στα δικαστήρια. Εξάλλου ορισμένες ευρωπαϊκές εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν δαπανούν παρά το 1%-4% του κεφαλαίου τους για επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια, με τους ηγέτες του κλάδου να διαθέτουν μόνο το 10% κατά μέσο όρο για το σκοπό αυτό.
«Τα περίπου 750 δισεκατομμύρια δολάρια που αναμένεται να δαπανηθούν για τεχνολογίες καθαρής ενέργειας και για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης το 2021 αποτελούν ένα ενθαρρυντικό σήμα, το οποίο όμως παραμένει χαμηλότερο από το ποσό που απαιτείται για να τεθεί το ενεργειακό σύστημα σε μια βιώσιμη πορεία. Οι επενδύσεις καθαρής ενέργειας θα πρέπει να τριπλασιαστούν στη δεκαετία του 2020 προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, διατηρώντας έτσι την πόρτα ανοιχτή για σταθεροποίηση στο 1,5 βαθμό Κελσίου της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας. ", υποστηρίζει η ΙΕΑ.